Ο Φάνης Χριστοδούλου εξηγεί γιατί αποφάσισε να ασχοληθεί με την επόμενη μέρα του ελληνικού μπάσκετ, στηρίζοντας την υποψηφιότητα του Παναγιώτη Φασούλα στις εκλογές της ΕΟΚ. Τι λέει για την Εθνική, ποιοι είναι οι αγαπημένοι του παίκτες και ποιον προτείνει για σύμβουλο του νέου προέδρου.
Αναλυτικά όσα είπε στο gazzetta.gr:
Κατ’ αρχήν, θα ήθελα να σε ρωτήσω πως βιώσατε και βιώνετε ακόμη όλη αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού;
«Το καλό ήταν ότι εδώ στην Πάρο δεν είχαμε καθόλου κρούσματα, αλλά αν εξαιρέσουμε κάποιες βόλτες στην ύπαιθρο και στο βουνό για ξεμούδιασμα, κι εμείς όλο αυτό διάστημα μένουμε κλεισμένοι στο σπίτι και πάμε μόνο στο super-market. Το προποτζίδικο είναι κλειστό κι αναμένουμε πότε θα αρθούν τα μέτρα για να ξεκινήσουμε να δουλεύουμε πάλι…»
Τα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση πως τα είδες;
«Δεν χρειάζεται να πω εγώ κάτι για τα μέτρα… Τα αποτελέσματα μιλούν από μόνα τους… Δεν είναι τυχαίο που η Ελλάδα έχει ξεχωρίσει στην αντιμετώπιση της πανδημίας και που οι χειρισμοί της ήταν τόσο αποτελεσματικοί…
Θέλω να σε ρωτήσω ειδικότερα για τον Βασίλη τον Κικίλια, όχι μόνο γιατί είναι ένας άνθρωπος τον οποίο γνωρίζεις από μικρή ηλικία λόγω της κοινής σας θητείας στον Πανιώνιο… Αλλά και γιατί εμείς οι μπασκετικοί, πώς να το κάνουμε, νιώθουμε μία περηφάνια που ο νυν Υπουργός Υγείας, με την τόσο αποτελεσματική αντιμετώπιση μίας πρωτόγνωρης κατάστασης, είναι τρόπον τινά «ένα δικό μας παιδί»…
«Αν και δεν μ’ αρέσει να μιλάω για πολιτική και να σχολιάζω τα πολιτικά πράγματα, ο Κικίλιας του σήμερα δεν έχει καμία σχέση με τον Βασίλη που γνώρισα μέσα στο μπάσκετ πριν από 30 χρόνια! Με δεδομένο ότι όταν έπαιζε είχε ως στόχο να γίνει γιατρός και πλέον είναι από τα σημαντικότερα και πετυχημένα πρόσωπα στην πολιτική σκηνή της χώρας, νομίζω ότι η πρόοδός του είναι πολύ μεγάλη. Για άλλο πήγαινε και σε άλλο εξελίχθηκε. Ομολογώ ότι μας ξάφνιασε όλους ευχάριστα…»
Όλα αυτά τα χρόνια που ζεις μακριά από την Αθήνα, η επαφή σου με τον αθλητισμό και το μπάσκετ, ποια είναι;
«Θα έλεγα ότι είναι πολύ μακρινή. Παρακολουθώ μεν τα τεκταινόμενα, αλλά εξ αποστάσεως… Δεν ξέρω όμως πολλές λεπτομέρειες, μόνο τα βασικά…»
Θέλω να πω παρακολουθείς καθόλου αγώνες στην τηλεόραση; Για παράδειγμα, τις Πέμπτες και τις Παρασκευές βλέπεις τα ματς του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού στην Euroleague;
«Ναι αυτά τα βλέπω γιατί η Euroleague μου αρέσει πολύ ως προϊόν, όπως και το Champions League, στο οποίο παίζεται πολύ καλό ποδόσφαιρο. Το ελληνικό πρωτάθλημα δεν παρακολουθώ σχεδόν καθόλου…»
Γιατί έτσι;
«Γιατί δεν με γεμίζει και δεν έχει και κάτι να δω… Κατ’ αρχήν δεν είναι ελληνικό και δεύτερον δεν έχει τον ανταγωνισμό που είχε τα παλιά χρόνια. Εδώ και 20 χρόνια ήξερες ότι στον τελικό θα παίξουν δύο ομάδες, οπότε τι να δεις; Φέτος ειδικά που δεν υπήρχε και ο Ολυμπιακός, το κακό παράγινε γιατί χάσαμε και τα τουλάχιστον 7-8 ντέρμπι που γίνονταν κάθε χρόνο, που έστω λίγο, κρατούσαν σε ένα επίπεδο το ενδιαφέρον…»
Από τους μπασκετμπολίστες της σημερινής εποχής, Έλληνες και ξένους ποιος είναι αυτός που σου αρέσει και λες, φερ’ ειπείν «αυτός είναι παιχταράς»;
«Από τους ξένους, μου αρέσει ο Ντόντσιτς! Αυτός είναι παιχταράς και το αποδεικνύει με την επίδραση που έχει από τόσο νέος στο ΝΒΑ. Από τους Έλληνες, από τότε που σταμάτησε η αδυναμία μου και σαν παίκτης αλλά και σαν χαρακτήρας που ήταν ο Διαμαντίδης, σίγουρα ο Αντετοκούνμπο! Πρόκειται για ένα παιδί που έχει βγάλει μάτια κι αξίζει μεγάλο σεβασμό. Που ήτανε και που έφτασε! Η ιστορία του είναι σαν… παραμύθι! Έχει δουλέψει πολύ σκληρά και ό,τι έχει πετύχει, το αξίζει 101%!»
Πως βλέπεις το σύγχρονο μπάσκετ; Πολύ διαφορετικό από την εποχή που έπαιζες εσύ;
«Ζούμε σε μία εποχή που οι παίκτες είναι πολύ πιο αθλητικοί. Τα παιδιά είναι πιο γυμνασμένα, μπρατσωμένοι όλοι, πηδάνε και τρέχουν γιατί οι ταχύτητες του αθλήματος έχουν εκτοξευθεί. Από θέμα ταλέντου, όμως, νομίζω ότι η δική μας εποχή και η αμέσως επόμενη γενιά από μας, ήταν καλύτερη…»
Από τους μπασκετικούς της εποχής σου, παλιούς συμπαίκτες, προπονητές ή παράγοντες, βλέπεις κανέναν;
«Μιλάω συχνά και βλέπομαι τα καλοκαίρια με τους κουμπάρους μου, τον Νίκο Φιλίππου και τον Γιάννη τον Γιαννόπουλο. Πολύ τηλέφωνο πέφτει με τον Φασούλα, που μάλιστα πριν τρία χρόνια είχε έρθει στην Πάρο και είχαμε θυμηθεί τα παλιά… Γενικά, όποτε βρισκόμαστε με τα παιδιά της Εθνικής του ’87, είναι σαν να μην πέρασε μία μέρα…»
Με Πανιώνιο έχει κρατήσει καθόλου επαφή;
«Όχι καθόλου!»
Την Εθνική ομάδα την παρακολουθείς;
«Εννοείται! Η Εθνική είναι η αγαπημένη μου!»
Σε πονάει που εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία, δεν μπορεί να επιστρέψει στις επιτυχίες; Παρ’ ότι έχει παίκτες που πρωταγωνιστούν στην Euroleague και πλέον και έναν NBAer από το υψηλότερο ράφι, κάτι που για πολλές δεκαετίες ήταν άγνωστο για το ελληνικό μπάσκετ…
«Σίγουρα είναι στενόχωρο. Αλλά αυτό συμβαίνει για μία σειρά από λόγους. Κατ’ αρχήν, το μπάσκετ έχει αλλάξει και είναι άκρως επαγγελματικό. Οι παίκτες πλέον αμείβονται με υψηλά ποσά, οπότε είναι υποχρεωμένοι να προσέχουν περισσότερο το σώμα τους και την συντήρησή του. Εμείς δεν είχαμε τέτοιες ανησυχίες. Ψοφάγαμε περισσότερο για να φορέσουμε τη «γαλανόλευκη φανέλα», γιατί μέσα από την Εθνική και τις επιτυχίες της, γίναμε γνωστοί! Συν τοις άλλοις, τώρα έχουν αλλάξει και οι διοργανώσεις. Βλέπεις πρωτόγνωρα πράγματα. Θέλω να πω άλλη Εθνική παίζει στα προκριματικά, άλλη στις τελικές φάσεις των μεγάλων τουρνουά, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ομοιογένεια. Κάθε καλοκαίρι υπάρχει μία διαδικασία για το πότε και το πώς θα έρθουν αυτοί που παίζουν στην Αμερική, αν θα τους δώσουν άδειες οι ομάδες τους, πόσο χρόνο επιτρέπεται να προπονηθούν και να παίζουν, με αποτέλεσμα και ο εκάστοτε προπονητής να μην έχει πολλά περιθώρια παρέμβασης στην ομάδα και να πρέπει να ακολουθήσει κι αυτός οδηγίες! Όλα αυτά δεν υπήρχαν όταν παίζαμε εμείς…»
Θεωρείς ότι ίσως φταίμε κι εμείς οι δημοσιογράφοι, που θέλοντας να ικανοποιήσουμε το φίλαθλο κοινό και να «ανεβάσουμε» το προϊόν, δημιουργούμε κάποιες φορές υπερβολικές προσδοκίες;
«Κι αυτό πιστεύω ότι πολλές φορές λειτουργεί ανασταλτικά. Ωστόσο, θεωρώ ότι η ποιότητα του ελληνικού μπάσκετ είναι τέτοια, που ο «καθρέφτης» της, που δεν είναι άλλος από την Εθνική ομάδα, αξίζει να βρίσκεται μέσα στις πρώτες 5-6 θέσεις παγκοσμίως! Οι παίκτες υπάρχουν. Χρειάζεται καλύτερη οργάνωση…»
Αυτός είναι και ο λόγος που αποφάσισες να επιστρέψεις στο μπασκετικό προσκήνιο και να ταχθείς στο πλευρό του Παναγιώτη Φασούλα στις επικείμενες εκλογές της ΕΟΚ; Πως προέκυψε αυτή η «αλλαγή πλεύσης», μετά από αρκετά χρόνια στην αφάνεια;
«Και αυτός! Αλλά βασικά έχει να κάνει με ένα συνδυασμό πραγμάτων. Κατ’ αρχήν από τη στιγμή που βάσει νόμου, ο Γιώργος Βασιλακόπουλος δεν μπορεί να παραμείνει στην κεφαλή αλλά και στο Δ.Σ. της ομοσπονδίας, η ενεργοποίηση του Παναγιώτη είναι η πλέον σωστή κίνηση και ήρθε στο κατάλληλο timing. Γι’ αυτό και αποφάσισα να βοηθήσω. Θεωρώ ότι έχει φτάσει πλέον η ώρα για μία ανανέωση στην διοίκηση της ΕΟΚ κι εκτιμώ ότι αν η προσπάθεια τελεσφορήσει, το άθλημα θα βρεθεί σε πολύ καλά χέρια. Σε ανθρώπους που είναι ακραιφνείς μπασκετικοί κι έχουν τιμήσει για πολλά χρόνια το εθνόσημο!»
Είσαι κι εσύ υπέρ του μοντέλου που ακολουθούν οι περισσότερες ομοσπονδίες των πιο προηγμένων μπασκετικά κρατών της Ευρώπης, που διοικούνται από προσωπικότητες που στο παρελθόν είχαν μία σημαντική διαδρομή μέσα στα γήπεδα;
«Η αλήθεια είναι ότι οι παλαίμαχοι έχουν ένα επιπλέον πλεονέκτημα στην γνώση των προβλημάτων του χώρου και στην διαχείριση όλων των κρίσεων που αφορούν τους νυν παίκτες, πολύ απλά γιατί ήταν νωρίτερα στην θέση τους και ξέρουν και τις ανησυχίες τους αλλά και την “γλώσσα” στην οποία πρέπει να μιλήσουν. Δεν είναι τυχαίο ότι παντού στην Ευρώπη αλλά και στην Αμερική, βλέπεις μεγάλα ονόματα του παρελθόντος να βρίσκονται σε διοικητικές θέσεις-κλειδιά των αθλητικών διοργανώσεων. Απαραίτητη, όμως, κρίνω ότι είναι και η συνδρομή των τεχνοκρατών καθώς επίσης και η τεχνογνωσία και η εμπειρία των παλαιότερων παραγόντων που έγραψαν την δική τους ιστορία στον χώρο… Το θέμα είναι να γίνει μία συλλογική προσπάθεια, χωρίς αλληλοσυγκρουόμενα στρατόπεδα, με στόχο την καλύτερη επόμενη μέρα στο μπάσκετ μας… Έφτασε η ώρα μπουν νεότεροι άνθρωποι στον χώρο, οπότε αν χρειάζεται κάτι αυτό, είναι μπασκετική αλληλεγγύη,! Δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτε…»
Αναφέρεσαι στον Γιώργο Βασιλακόπουλο, να υποθέσω…
«Με τον Γιώργο τον Βασιλακόπουλο εγώ δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός, γιατί τον έχω σαν πατέρα μου και με έχει βοηθήσει πολύ και πολλές φορές σε δύσκολες στιγμές. Ωστόσο, δε νομίζω ότι αμφιβάλλουν πολλοί για το ότι έχει προσφέρει τα μέγιστα στο ελληνικό μπάσκετ και θα ήταν ευχής έργο να παραμείνει δίπλα στη νέα διοίκηση, έχοντας έναν πολύ χρήσιμο συμβουλευτικό ρόλο. Οι γνώσεις του είναι παρά πολλές κι ευπρόσδεκτες… Κοινώς, σεβασμός στους παλαιούς, χώρος στους νεότερους!»