Προφυλακίστηκε μετά την απολογία της ενώπιον της 10ης ανακρίτριας η μητέρα της 4χρονης Άννυ, με τη σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέα.
Η 25χρονη που κατηγορείται για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο και ψευδορκία, στην απολογία της αρνήθηκε ότι έχει ανάμειξη στην υπόθεση, ζητώντας από την ανακρίτρια να την αφήσει ελεύθερη για να κάνει τα σαράντα του παιδιού της…
Η κατηγορούμενη φέρεται να είπε ότι στις 2 Μαΐου είχε επικοινωνήσει με τον πατέρα της Αννυ ζητώντας να μιλήσει με τον φίλο του καθώς είχε υποψίες ότι είχε σχέση με την εξαφάνιση του παιδιού.
«Ο φίλος του άντρα μου με καθησύχασε λέγοντας μου ” δεν υπάρχει πρόβλημα αλλά αν ακούσεις και τίποτα μην στεναχωρηθείς. Αφού έμαθα από την αστυνομία τι είχε συμβεί δεν αποκλείω ο Νικολαι να είχε συμμετοχή και στην εξαφάνιση του πτώματος.
Το χειρότερο που πέρασε από το μυαλό μου τις τελευταίες ημέρες ήταν ότι μήπως συνέβη κάποιο ατύχημα στο παιδί και από τον πανικό του ο πατέρας το εξαφάνισε.»
Αναφερόμενη στη σχέση της με την πεθερά της φέρεται να υποστηρίζει πως δεν ήταν καθόλου καλή γιατί δεν ενέκρινε τη δουλειά που έκανε προσθέτοντας ωστόσο ότι «δεχόταν τα λεφτά που της έδινε», ενώ ανέφερε ότι «ο πατέρας της Άννυ μου είπε ότι πήρε την Άννυ από την μητέρα του γιατί πούλησε το τάμπλετ της για να πάρει τσιγάρα».
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο απολογητικό της υπόμνημα περιγράφει πώς έφερε την κόρη της στην Ελλάδα από τους γονείς της στη Βουλγαρία όπου ζούσε έως τότε, με σκοπό να την πάρει μαζί της στη Γερμανία, όπου σκόπευε να μετεγκατασταθεί.
«Το παιδί ήρθε στην Αθήνα στις 14 Φεβρουαρίου με την συμφωνία πως θα μείνει με την μητέρα του πατέρα της, όπως είχε συμβεί και στο παρελθόν. Μιλούσα μαζί του κατά διαστήματα στο τηλέφωνο και ακουγόταν καλά», φέρεται να υποστηρίζει.
Φέρεται να υποστηρίζει ότι μετά τη δολοφονία του παιδιού, όταν ζητούσε να μιλήσει στην Άννυ, εκείνος της έλεγε πως είναι με την μητέρα του.
«Δεν είχα λόγο να υποψιαστώ κάτι. Λίγο πριν γυρίσω στην Ελλάδα, στις 13 ή 14 Απριλίου, μου είπε πως κάτι κακό του είχε συμβεί και μου ζητούσε να γυρίσω πίσω. Δεν του έδωσα σημασία γιατί έλεγε ασυναρτησίες και τις απέδωσα στα ναρκωτικά.»
Όταν ήρθε στην Ελλάδα και διαπίστωσε ότι το παιδί έχει εξαφανιστεί, η κατηγορούμενη φέρεται να υποστηρίζει πως ο 27χρονος της είπε ότι το παιδί το έσκασε από το σπίτι και πως πριν πουν οτιδήποτε σε κάποιον, έπρεπε να πάνε στη Βουλγαρία για να το πουν στους γονείς της.
«Όπως κατάλαβα εκ των υστέρωντο ταξίδι στη Βουλγαρία έγινε για να εξασφαλιστεί η σιωπή του φίλου του. Όταν γυρίσαμε στην Αθήνα, μου είπε να επινοήσω την ιστορία με την Σίλβια για να μην στραφούν οι αρχές σε αυτόν που είχε «μπλεξίματα».
Μου είχε κάνει εντύπωση η ψυχραιμία με την οποία αντιμετώπιζε τις έρευνες της αστυνομίας. Την ίδια ψυχραιμία επιδείκνυε και κάθε φορά που κάποιος τον κατηγορούσε πως πούλησε το παιδί» αναφέροντας ωστόσο ότι ο πατέρας του παιδιού δεν είχε δώσει ποτέ αφορμές χτυπώντας την και πως το περισσότερο που είχε κάνει ήταν να την «μαλώσει».