Μεγάλη συνέντευξη, με τρομερές ατάκες, που αν μη τι άλλο θα συζητηθεί και στην Ελλάδα, παραχώρησε στους Times ο Γκουστάβο Πογέτ!
Ο πρώην ομοσπονδιακός τεχνικός της εθνικής μας μίλησε στον Jonathan Northcroft για την περιπέτειά του στα μέρη μας, αναφέρθηκε, φυσικά, στο συμβόλαιό του, που δεν ανανεώθηκε ποτέ, ενώ είπε φοβερά πράγματα για το ταπεραμέντο των Ουρουγουανών, αλλά και τα παιχνίδια της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με την Τσέλσι, στα οποία, αν έπαιζε σήμερα, θα πήγαινε… φυλακή!
Συγκεκριμένα, για το θέμα της μη ανανέωσής του με τη «γαλανόλευκη», τόνισε: «Όταν τελείωσα με την Ελλάδα τον Μάρτιο, για να είμαι ειλικρινής τον πρώτο ενάμιση μήνα περίμενα να με καλέσουν για νέο συμβόλαιο, γιατί η πρόοδος ήταν ξεκάθαρη και το φυσικό επακόλουθο ήταν να συνεχιστεί η συνεργασία μας. Αλλά η Ελλάδα είναι άλλη χώρα, άλλη νοοτροπία, άλλο πάθος. Έγινε αλλαγή προεδρίας στην ομοσπονδία και κανονικά σε αυτές τις χώρες όταν υπάρχει νέος πρόεδρος υπάρχει και νέος προπονητής. Είναι το ποδόσφαιρο έτσι. Αλλά η εμπειρία ήταν φανταστική. Δεν έχω μετανιώσει».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του τονίζεται πως «ο Πογέτ είναι ο πιο επιτυχημένος προπονητής της Ελλάδας (από εκείνους, που κάθισαν στον πάγκο της σε περισσότερα από δέκα παιχνίδια), αλλά δεν ανανεώθηκε το συμβόλαιό του μετά την ήττα στα play-off για να φτάσει στα τελικά του Euro 2024, από τη Γεωργία, στα πέναλτι. ”Πονάει”, που δεν είναι ακόμα επικεφαλής. Το να αντιμετωπίσει την Αγγλία στο ”Γουέμπλεϊ” το βράδυ της Πέμπτης στο Nations League είναι μια πρόκληση, που θα του άρεσε».
Ο ίδιος ο Πογέτ τονίζει ότι απολάμβανε να είναι ομοσπονδιακός τεχνικός και θα το έκανε ξανά, βρίσκοντας δύο πράγματα ιδιαιτέρως σημαντικά για αυτήν τη δουλειά. Το πρώτο, λόγω του περιορισμένου χρόνου επικοινωνίας, ήταν «να επικεντρωθούμε σε σαφή, βασικά μηνύματα». Σε αυτό περιλαμβάνεται και το να υπερηφανεύεται για την άμυνα. Του αρέσει να παίζει από τα μετόπισθεν («η Μπράιτον ”μου” ήταν ασταμάτητη σε αυτό», λέει), αλλά πιστεύει ότι έχει γίνει τόσο «κλισέ» στην προπονητική, που πολλές ομάδες, πλέον, το παρακάνουν. «Η Ελλάδα ”του” έμαθε να παίζει, κρατώντας τον αντίπαλο μακριά από τον τέρμα της και πέτυχε καθαρά γκολ στα μισά από τα 22 παιχνίδια του», αναφέρεται στη συνέντευξη από τον δημοσιογράφο.
Το δεύτερο ήταν οι σχέσεις με τους παίκτες. «Έρχεσαι κοντά τους. Ακούγεται αντίφαση, γιατί σε επίπεδο συλλόγου έχεις τους παίκτες καθημερινά, αλλά δεν θα τους τηλεφωνούσες ποτέ το απόγευμα για να μιλήσουν», λέει. «Στην εθνική ομάδα έχεις 30, 40 παίκτες σε όλη την Ευρώπη και θες να μάθεις τα πάντα για αυτούς, ώστε να διατηρείς επαφή και ίσως είναι φυσικό οι παίκτες να ανοίγονται περισσότερο στο τηλέφωνο.
Ταξίδεψα πολύ για να τους δω επίσης. Ήθελα να τους δω στο δικό τους περιβάλλον. Όπως ο ”Τσίμι” (σ.σ. Κώστας Τσιμίκας). Ήταν φανταστικός για μένα, 100% βασικός, αλλά περνούσε δύσκολα στη Λίβερπουλ γιατί δεν έπαιζε».
Και προσθέτει: «Έτσι, πήγα να τον δω και πρέπει να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Κλοπ, που ήταν εξαιρετικός. Με άφησε να είμαι στην προπόνηση για να βλέπω. Με έβαλε να στέκομαι στο γήπεδο μαζί του. Έλεγα, ”μπορώ να πάω να παρακολουθήσω από το πλάι” και μου έλεγε, ”όχι, μείνε εδώ”. Ο ”Τσίμι” είναι ένας κορυφαίος παίκτης, που καταλαβαίνει ότι ανταγωνίζεται έναν πολύ καλό παίκτη και χαρακτήρα, όπως είναι ο Άντι Ρόμπερτσον. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο σε αυτόν είναι ότι δεν πήρε τον εύκολο δρόμο. Δεν είπε ”α, φεύγω και παίζω για άλλη ομάδα”. Είπε, ”θα παλέψω για τη θέση μου και θα γίνω παίκτης της Λίβερπουλ”. Αυτή η νοοτροπία τον ανέβασε σε υψηλό επίπεδο».