Με τις απολογίες των 12 κατηγορουμένων, οπαδών του ΠΑΟΚ, για τη φρικτή δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό άλλων δύο ατόμων στη Χαριλάου, συνεχίζεται η δίκη για την υπόθεση στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης.
Ο πρώτος κατηγορούμενος, αφού κατέθεσε πως ήθελε να γυρίσει το χρόνο πίσω, ισχυρίστηκε πως δεν υπήρχε πρόθεση να δολοφονηθεί ο άτυχος φίλος του Άρη. Πρόκειται για τον οδηγό του πρώτου αυτοκινήτου, στην κατοχή του οποίου είχαν βρεθεί κλειδιά από κεντρικό σύνδεσμο οπαδών, όπου λίγα 24ωρα μετά το φονικό έγινε αστυνομική έφοδος και βρέθηκε πλήθος πολεμοφοδίων. Από τον συγκεκριμένο σύνδεσμο είχαν ξεκινήσει, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι 12 κατηγορούμενοι, για να κινηθούν με τρία οχήματα προς τη Χαριλάου εκδηλώνοντας την άγρια επίθεση.
«Εδώ και δύο χρόνια είμαι οπαδός του ΠΑΟΚ είμαι μέλος του συνδέσμου και πήγαινα στο γήπεδο. Πήγαινα συχνά, μέρα παρά μέρα. Γύρω στις 23:00 γυρίσαμε στον σύνδεσμο του ΠΑΟΚ. Ο σύνδεσμος είχε κόσμο εκείνη την ώρα, περίπου 10 άτομα. Εκεί ήταν σχεδόν όλοι οι κατηγορούμενοι. Συζητήσαμε ότι κάτι έγινε στο Ωραιόκαστρο και να πάμε προς τα εκεί. Κυνήγησαν κάποιους δικούς μας, μας είπε κάποιος. Είπαμε να πάμε προς Χαριλάου για να κάνουμε ένα οπαδικό επεισόδιο. Δεν έχω ξαναεμπλακεί σε επεισόδιο. Ήταν απόφαση όλων. Οπαδικό επεισόδιο σημαίνει να κυνηγήσουμε κάποιον, όχι αυτό που συνέβη. Οι υπόλοιποι ήρθαν μετά. Ήμασταν αυτοί οι 12. Ψάχναμε οπαδούς του Άρη για να τους κυνηγήσουμε. Μπορεί να πηγαίναμε και μόνοι μας. Δεν θέλαμε να πάμε σε κεντρικό σημείο. Δεν ψάχναμε κάτι συγκεκριμένο. Ψάχναμε οπαδούς του Άρη», ανέφερε.
Για τα αντικείμενα που είχαν μαζί τους, ο κατηγορούμενος είπε πως ο καθένας έπαιρνε ότι ήθελε από τον σύνδεσμο. «Έχει πολλά αντικείμενα. Υπάρχει ένας χώρος εκεί. Δεν είχα δει το δρεπάνι στον σύνδεσμο. Το κινητό μου το άφησα να φορτίζει εκεί». Στη συνέχεια περιέγραψε τη διαδρομή μέχρι την οδό Θ. Γαζή, όπου έγινε το φονικό. «Πηγαίναμε αργά στον δρόμο και ψάχναμε παρέες. Περάσαμε το φανάρι και είδαμε την παρέα του Άλκη. Είδαμε μαυροφορεμένα άτομα. Δεν ήμασταν σίγουροι αν ήταν οπαδοί του Άρη. Σταματήσαμε 2 αυτοκίνητα, το 3ο έστριψε. Κατέβηκαν τρία άτομα και πήγαν στο σημείο. Εγω έμεινα στο αμάξι. Μετά είδα από το 3ο αυτοκίνητο για να βγαίνουν άλλοι δύο. Το 3ο αμάξι δεν ήταν ορατό. Άκουσα που ρώτησαν τι ομάδα είστε και απάντησαν “Αρειανάρα”. Εκεί ξεκίνησε το επεισόδιο. Είδα ένα άτομο να τρέχει και να τον κυνηγάει ένας από τους κατηγορούμενος. Βγήκα από το αμάξι αλλά δεν είχα βάλει χειρόφρενο και ξαναγύρισα. Μετά ξαναβγήκα και είδα ένα άλλο άτομο να φεύγει. Έκανα μία κίνηση προς τα εκεί αλλά δεν τον κυνήγησα. Άκουγα φωνές και είχα κοκαλώσει. Άκουγα βρισιές και φωνές. Είδα κάποιον από τους κατηγορούμενους να χτυπάει. Το δρεπάνι το είχε ο 10ος κατηγορούμενους. Τον είδα να χτυπάει αλλά δεν ξέρω ποιον. Είδα και άλλον κατηγορούμενο πάνω στα σκαλιά να χτυπάει. Είδα 5-6 άτομα πάνω στα σκαλιά».
Για τα κλειδιά του συνδέσμου που βρέθηκαν στην κατοχή του είπε κατά την απολογία του πως «τα πήρα εφόσον τελείωνε ο αγώνας από το Παλατάκι για να άφηνα πίσω τα λάβαρα. Δεν ήταν στο μπρελόκ, ήταν στο τσαντάκι μου. Δεν υπάρχει κάποιος υπεύθυνος στον σύνδεσμο, είναι όλοι μαζί», ενώ σε ερώτηση της έδρας, σημείωσε πως δεν πήγαν στη Χαριλάου για να σκοτώσουν. Επίσης τόνισε ότι δεν είχαν κάποιο ραντεβού και πως δεν γνώριζαν τον Άλκη και την παρέα του. «Γύρισα στο αμάξι και τους φώναζα να έρθουν για να φύγουμε. Δεν ήξερα σε ποια θέση ήταν ο Άλκης. Το κάλυμμα του οδηγού είχε αίματα και το πέταξα. Δεν περίμενα να συμβεί τέτοιο πράγμα. Σκοπός μας ήταν ένα απλό οπαδικό επεισόδιο. Δεν πήγαμε να σκοτώσουμε. Δεν ήταν ραντεβού, δεν γνωρίζαμε τα παιδιά. Πήγα στον σύνδεσμο γύρω στη 1. Ήταν και άλλοι κατηγορούμενοι εκεί. Είδα τον 10ο κατηγορούμενου και μου είπε ότι του έπεσε το δρεπάνι».