Ο Αριστοτέλης υποστήριζε πως το όλον είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών! Έτσι και ο Αλκέτας Παναγούλιας κατάφερε να πείσει τις βεντέτες της εποχής πως το κοινό καλό, θα έβγαζε ένα μεγαλύτερο αποτέλεσμα από τις μεμονωμένες δικές τους στιγμές φτάνει να πίστευαν σε ένα όνειρο και να το κυνηγούσαν! Ένα απόγευμα, πριν 43 χρόνια, είχε έρθει η πρώτη στιγμή για να δικαιωθεί πλήρως η πίστη και το όνειρο του, στον Έλληνα ποδοσφαιριστή και το ελληνικό ποδόσφαιρο!
12 Σεπτεμβρίου 1979, το γκολ του Τάκη Νικολούδη μας έστελνε για πρώτη φορά σε μία μεγάλη διοργάνωση, βάζοντας από κάτω με 1-0 την πανίσχυρη Σοβιετική Ένωση καθώς και την πολύ δυνατή Ουγγαρία. Το ελληνικό ποδόσφαιρο κατάφερνε να βγει από την αφάνεια εξασφαλίζοντας το εισιτήριο για το EURO 80 στην Ιταλία σε μια εποχή που μόλις οκτώ ομάδες μπορούσαν να συμμετάσχουν στην τελική φάση! Και όλη εκείνη η επιτυχία κακά τα ψέματα είχε έναν αρχιτέκτονα, που δεν ήταν άλλος από τον Αλκέτα Παναγούλια!
Πάνε περίπου 15 χρόνια από τότε, που εκδόθηκε ένα βιβλίο που είχε μέσα την βιογραφία ουσιαστικά του πιο πετυχημένου προπονητή στον 20ό αιώνα, για την Ελλάδα με δύο προκρίσεις της εθνικής σε μεγάλες διοργανώσεις καθώς και τίτλους στον πάγκο του Ολυμπιακού. Ο Αλκέτας Παναγούλιας, είχε ανοίξει την καρδιά του στον Βαγγέλη Κουκούλογλου και του είχε πει πάρα πολλά ενδιαφέροντα πράγματα σε εκείνο το βιβλίο, «Από τον Λευκό Πύργο στον Λευκό οίκο» που εκδόθηκε από την ΝΕΑ ΣΕΛΙΔΑ το 2008 και δεν έκρυβε πως ήθελε να αφήσει μια κληρονομιά για τα νέα παιδιά!
Ο Αλκέτας ήταν Μακεδόνας σε όλα του. Ένας ευθύς άνθρωπος πανέξυπνος, γεμάτος ιδέες πολύ πιο μπροστά από την εποχή του! Ντόμπρος και ειλικρινής, δοτικός σε αυτούς που του έδιναν επίσης και αληθινός φίλος, έχοντας μία έμφυτη ευγένεια και ένα πολύ όμορφο χιούμορ, ήταν κάποιος που πραγματικά χαιρόσουν να τον έχεις δίπλα σου και να συζητάς!
Σε εκείνο το βιβλίο μιλούσε αναπολώντας τα παιδικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη και το ξεκίνημά του στα «τριτάκια» του Άρη το 1949, την πρώτη του συμμετοχή, τα Χριστούγεννα του 1951, σε επίσημο αγώνα της ομάδας όπου μεγαλούργησε μέχρι το 1962, την πρόσκληση της ομάδας Greek American της Νέας Υόρκης, «το προσκλητήριο της ζωής μου», όπως την αποκαλεί, όπου αγωνίστηκε από το 1962 και για τέσσερα χρόνια και ως προπονητής με τρεις συνεχόμενους τίτλους πρωταθλημάτων.
«Θεωρώ τα χρόνια αυτά από τα καλύτερα της ζωής μου και της σταδιοδρομίας μου τόσο για την προσφορά μου, όσο και για τους φίλους που έκανα», έλεγε και εξιστορούσε μέσα στο βιβλίο πως κατάλαβε στις ΗΠΑ πως το όνειρο μπορείς να το κυνηγήσεις. Φτάνει να το πιστεύεις! Σε μία εποχή που το ελληνικό ποδόσφαιρο είχε σπουδαίους παίκτες ωστόσο ο κάθε ένας κακά τα ψέματα κοιτούσε τον εαυτό του και περισσότερο τον σύλλογο του και όχι την εθνική ομάδα, ο Παναγούλιας καταφέρει να έρθει στην Ελλάδα και να πείσει όλους πως το κοινό καλό ήταν προαπαιτούμενο!
Όποιος γνώρισε τον Αλκέτα μπορεί να επιβεβαιώσει πόσο σπουδαίος άνθρωπος ήταν. Παντρεμένος με τη Βάνα Δημητριάδη το 1965, ένας λατρεμένος σύζυγος και πατέρας, τα παιδιά του η Δέσποινα και ο Γιάννης, και παππούς, τα εγγόνια του Μικέλα και Ζωή Βάνα, ο Αλκέτας είχε μια… ερωμένη: Την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου! Αφιέρωσε τον εαυτό του όλα τα χρόνια στο να καταφέρει να πείσει και την ομοσπονδία και τους ποδοσφαιριστές πως μπορούσαμε να πετύχουμε τα πράγματα που ονειρευόμαστε και όχι απλώς να κοιτάμε τις μεγάλες διοργανώσεις ως θεατές από την τηλεόραση!
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1969 ως αρχικά βοηθός του ομοσπονδιακού τεχνικού Λάκη Πετρόπουλου, με ευθύνη στις εθνικές ομάδες των Ελπίδων και των Νέων και στη συνέχεια (ʼ71- ʼ73) ως συνεργάτης του νέου προπονητή της Εθνικής, του Ιρλανδού Μπίλι Μπίγκαμ, δέχθηκε ως υπηρεσιακός ν αναλάβει το 1973. Και στους πρώτους μήνες, με εκείνο το επικό παιχνίδι απέναντι στην Βραζιλία στο κατάμεστο Μαρακανά, με το 0-0 να τρελαίνει τους φιλάθλους έπεισε την ΕΠΟ να τον εμπιστευτεί! Όχι βέβαια χωρίς ιδιαίτερη ίντριγκα αφού, στην ομοσπονδία, προτιμούσαν έναν ξένο προπονητή και κυνηγούσαν τον Βραζιλιάνο Αμαράλ ο οποίος τελικά τους άφησε στα κρύα του λουτρού λίγο πριν ξεκινήσει το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα το 1976 στο οποίο η Ελλάδα στον όμιλο είχε να αντιμετωπίσει την παγκόσμια πρωταθλήτρια Δυτική Γερμανία καθώς και την πανίσχυρη Βουλγαρία. Ο Αλκέτας παρουσίασε μία ομάδα που δεν έχασε από τη Γερμανία 2-2 και 1-1 και που νίκησε την Βουλγαρία για πρώτη φορά από το 1938, αλλά η ελληνική κακοδαιμονία υπήρξε πάλι καθοριστική αφού σνομπάραμε το ματς στη Μάλτα θεωρώντας το διαδικαστικό και ηττηθήκαμε 2-0, χάνοντας την ευκαιρία για μια απίστευτη πρόκριση!
Έφυγε από την εθνική, ανέλαβε τον Άρη δημιουργώντας τις συνθήκες για την εξαιρετική ομάδα που είχε τα επόμενα χρόνια διεκδικώντας τον τίτλο. Επέστρεψε στην εθνική και κατάφερε με εκείνη την φοβερή πρόκληση κατά τη διάρκεια της οποίας καταγράφηκε και η μεγαλύτερη νίκη σε επίσημο παιχνίδι της ομάδας με το απίστευτο 8-1 επί των Φινλανδών να πάρει το εισιτήριο για τα τελικά!
Η νίκη εκείνο το απόγευμα στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, ήταν ξεκάθαρα η στιγμή που το ελληνικό ποδόσφαιρο έφευγε από τις προσπάθειες χρονών που έμεναν ημιτελείς και μπορούσε πλέον να κοιτάξει ξεκάθαρα προς το μέλλον!
Ο Αλκέτας δούλεψε στον Ολυμπιακό πήρε τίτλους, πήγε στην Αμερική και παραλίγο να οδηγήσει την εθνική ομάδα στο Μεξικό και στο Παγκόσμιο Κύπελλο το 1986 και αργότερα ξαναγύρισε στην Ελλάδα αναλαμβάνοντας και πάλι την εθνική το 1992 και κατάφερε να την πάει για πρώτη φορά σε Μουντιάλ! Όσα συνέβησαν σε εκείνο το μαρτυρικό καλοκαίρι του 1994, μουντζούρωσαν την εικόνα του αλλά όπως και να το δει κανείς, χωρίς αυτόν η Ελλάδα ίσως να αργούσε παρά πολύ να βγάλει τα ποδοσφαιρικά της τσαρούχια και να φορούσε τα καλά της για να μπει στα ευρωπαϊκά σαλόνια!
Κλείνω με μία προσωπική εμπειρία από τις πολλές που είχα, με την συναναστροφή μου με αυτήν την τεράστια ποδοσφαιρική προσωπικότητα που λεγόταν Αλκέτας Παναγούλιας. Την έχω ξαναγράψει και την έχω ξαναπεί αλλά θεωρώ πως δείχνει ξεκάθαρα το ποιος ήταν. Το 1980, δεκαοκτάχρονο αμούστακό παιδί, μου ζητήθηκε να του κάνω μία συνέντευξη για το ιταλικό περιοδικό Guerin Sportivo. Πήγα στο φροντιστήριο των αγγλικών που διατηρούσε στην Σπύρου Μερκούρη στο Παγκράτι απέναντι από το άλσος. Ο Αλκέτας Παναγούλιας ο οποίος νόμιζε ότι έχω πάει για να γραφτώ, όταν του εξήγησα ότι έχω πάει ως δημοσιογράφος, με αντιμετώπισε με σοβαρότητα και μου αφιέρωσε πολύ χρόνο λες και μιλούσε με τον Γιάννη Διακογιάννη!
Ο Αλκέτας Παναγούλιας, ήταν η επιτομή του τζέντλεμαν. Ένας πανέξυπνος άνθρωπος κοσμοπολίτης και μποέμ με όραμα και εμπιστοσύνη σε νεους ανθρωπους που ήξερε να εμπνεύσει! Και εκείνη η πρόκριση σαν σήμερα πριν 43 χρόνια, είναι για μένα η μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο γεγονός συνέβη ή πετυχε! Και έχω την αίσθηση πως εκείνο το απόγευμα έπαιρνε το ελληνικό ποδόσφαιρο από το ασπρόμαυρο φόντο και το περνούσε στην έγχρωμη εποχή!
Η ενδεκάδα της Εθνικής μας ομάδας και η φανέλα του Σοβιετικού Σάβλο, που μπήκε αλλαγή στο 36’ στην θέση του Πρίκοντα, και υπάρχει στο μουσείο του «Γαλανόλευκου Φάρου» στα Χανιά.
Πηγή: www.bnsports.gr