Το γιατί συγχώρεσε τον Γιώργο Βακάκη, τον οδηγό της Porsche, που έπεσε επάνω στο σταθμευμένο αυτοκίνητό του, σκοτώνοντας τη γυναίκα και τον 3χρονο γιο τους, εξηγεί ο Υπάτιος Πατμάνογλου.
«Βγήκα έξω από την τουαλέτα πανικόβλητος. Μέσα στον πανικό μου, μου φάνηκε πως είδα σωριασμένη στο βάθος του δρόμου τη γυναίκα μου. Όταν πλησίασα, διαπίστωσα ότι ήταν το σώμα ενός νεαρού άντρα, που αργότερα έμαθα πως ήταν ο συνοδηγός της Porsche. Η Αποστολία και ο Παύλος δεν ήταν πουθενά. Είχαν χαθεί. Δεν έμεινε τίποτα για να τους αναγνωρίσω. Παρότι έβλεπα ότι έγινε κάτι το αδιανόητο, γρήγορα κατάλαβα ότι όλο αυτό το μακελειό που είχα μπροστά στα μάτια μου ήταν αποτέλεσμα της τρομακτικής ταχύτητας με την οποία η Porsche χτύπησε το αυτοκίνητό μας», είπε στη «Real» της Κυριακής (5/3).
Ο τραγικός πατέρας υποστηρίζει στη συνέχεια πως συγχώρεσε από την πρώτη στιγμή τον οδηγό της Porsche, διότι ήξερε πως δεν είχε καμία πρόθεση.
«Τον υπαίτιο τον συγχώρεσα την ίδια στιγμή, γιατί ήξερα ότι δεν είχε καμιά πρόθεση. Και εγώ στα νιάτα μου έτσι γρήγορα έτρεχα», δηλώνει. Απαντώντας σε ερώτηση για το εάν θα έτρεχε με τόση μεγάλη ταχύτητα και τώρα, ο Υπάτιος Πατμάνογλου ανέφερε: «Ναι, θα έτρεχα, αλλά μόνο σε πίστα, ποτέ σε δρόμο. Ο ίλιγγος μου άρεσε, τα ακραία τα ζήταγα, για αυτό στον Στρατό υπηρέτησα στις Ομάδες Υποβρυχίων Καταστροφών (ΟΥΚ). Το βράδυ των Ιμίων ήμουν εκεί. Έτοιμος να κάνω το παν για την πατρίδα. Μείναμε κάτω από το νερό 17 ώρες. Και στο τέλος πήραμε εντολή να αποσυρθούμε! Με πιάσαν τα κλάματα… ».
«Σε αυτόν οφείλεται το κουράγιο μου να μπορώ να μιλάω τώρα για όλα αυτά. Βέβαια, αισθάνομαι δυνατός μόνο όταν βρίσκομαι ανάμεσα στους συγγενείς και τους φίλους μου. Από αυτούς παίρνω δύναμη. Όταν είμαι μόνος, είμαι ένα μηδενικό», ανέφερε για τον πνευματικό του.
Παράλληλα, είπε πως δεν θέλει να επιστρέψει στην δουλειά του, αλλά ούτε και στην Αθήνα.
«Δεν αντέχω, παρότι ο διευθυντής και ο προϊστάμενός μου με πήραν τηλέφωνο κλαίγοντας και μου είπαν να μείνω όσο θέλω με τους δικούς μου μέχρι να συνέλθω και να γυρίσω στη δουλειά. Όμως, εγώ δεν θέλω να γυρίσω πίσω ποτέ. Θέλω, εάν είναι δυνατόν, να δουλέψω εδώ πάνω στα μέρη μας, στην Πτολεμαΐδα, κοντά στους δικούς μου».