Η πρόσφατη επισήμανση του προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος Θανάση Σαββάκη, ότι η κρίση και πολύ περισσότερο ένα «ατύχημα» στην ελληνική οικονομία μέσα στον Ιούνιο, σημαίνει πολύ περισσότερες και εξαιρετικά δυσάρεστες επιπτώσεις στις επιχειρήσεις της Βορείου Ελλάδος θέτει για πρώτη ίσως φορά τα τελευταία χρόνια στο δημόσιο διάλογο τη γεωγραφική παράμετρο της επιχειρηματικότητας.
Ο κ. Σαββάκης ανησυχεί διότι οι διαφορετικές συνθήκες που οφείλονται στην περιοχή που δραστηριοποιείται μια επιχείρηση είναι μία πολύ κρίσιμη παράμετρος, την οποία όλοι οι υπεύθυνοι οφείλουν να λάβουν υπόψιν τους, αλλά στην πραγματικότητα δεν το κάνουν. Κι αν κάποτε αυτή η άγνοια και αμέλεια μαζί ήταν απλώς ένα ακόμη σύμπτωμα του συγκεντρωτισμού και του αθηνοκεντρισμού που απλώς αύξανε κατά τι το κόστος και κατά πολύ την αγανάκτηση σήμερα μπορεί να αποδειχθεί το κρίσιμο στοιχείο της επιβίωσης ή του αφανισμού μιας επιχείρησης, αν όχι ενός ολόκληρου κλάδου.
Σημειώστε τα δεδομένα:
Πρώτον, στη Β. Ελλάδα, ειδικά στην Κεντρική Μακεδονία και ειδικότερα στους νομούς Πέλλας, Ημαθίας και Πιερίας λειτουργούν παραγωγικές μονάδες με βασικό τους χαρακτηριστικό την εποχικότητα. Σε δύο μήνες το καλοκαίρι και λίγο παραπάνω βάζουν τη βάση για ολόκληρη τη χρονιά.
Στην ουσία πραγματοποιούν το σύνολο του κύκλους εργασιών τους σε 10 -12 εβδομάδες. Πρόκειται για τα διαλογητήρια και κονσερβοποιία φρούτων, τα οποία εάν για κάποιο εξωγενή παράγοντα χάσουν το καλοκαίρι χάνουν ολόκληρη τη χρονιά και ως εκ τούτου εξαφανίζονται από το χάρτη της αγοράς τους. Του χρόνου ελάχιστοι θα τα θυμούνται, ενώ μεγάλη θα είναι η ζημιά στους αγρότες, οι οποίοι δεν θα μπορέσουν να διαθέσουν την παραγωγή τους.
Επίσης, θα βρεθούν «ξεκρέμαστοι» οι εποχικοί εργαζόμενοι που στις περιοχές αυτές είναι χιλιάδες κι έχοντας ως βάση αυτά τα 50, 60 ή 80 μεροκάματα ασφαλίζονται και βγάζουν τη χρονιά τους με τη συνδρομή του επιδόματος ανεργίας.
Δεύτερον, στο βορειοελλαδικό τόξο από τα Γιάννενα μέχρι τον Έβρο λειτουργεί η πλειοψηφία των εξαγωγικών επιχειρήσεων της χώρας. Μικρές, μεσαίες και μεγαλύτερες εταιρείας που εδώ και πολλά χρόνια έχουν αναπτύξει την εξωστρέφεια τους και τώρα πια τιμωρούνται γι’ αυτό. Αναζήτησαν αγορές στο εξωτερικό, αναδέχθηκαν την πρόκληση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, επιβίωσαν και αναπτύχθηκαν με το σπαθί τους και τώρα την πληρώνουν.
Από τη μια η καθυστέρηση της επιστροφής του εξαγωγικού ΦΠΑ και η γενικότερη έλλειψη ρευστότητας και από την άλλη οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν με προμηθευτές και πελάτες εξαιτίας της κακής εικόνας της χώρας (αγορές σε μετρητά, εγγυητικές καλής εκτέλεσης, «κούρεμα τιμών» κ.λπ.) υπονομεύουν ευθέως την ανταγωνιστικότητά τους.
Το χάσμα είναι τόσο μεγάλο που σε ορισμένες φορές καθίσταται αγεφύρωτο, με αποτέλεσμα την απώλεια αγορών, αφού ο διεθνής ανταγωνισμός είναι σκληρός και αμείλικτος. Γι’ αυτό και λαμβάνει αρνητικά υπόψιν του την κατάσταση της χώρας και της οικονομίας, αφού οι ελληνικές επιχειρήσεις πιέζονται ακόμη περισσότερο.
Όλα αυτά μπορεί για κάποιους να μοιάζουν ψιλά γράμματα, αλλά οι υπεύθυνοι για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας οφείλουν να τα συνυπολογίζουν στις αποφάσεις τους. Πόσο καθαρότερα θα πρέπει να το πουν και να το φωνάξουν οι επιχειρηματίες στο Βορρά, πολλοί εκ των οποίων μπορούν πολύ εύκολα και με απόλυτη ασφάλεια να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους λίγες δεκάδες χιλιόμετρα βορειότερα ή ανατολικότερα και να ησυχάσουν.
Το θέμα με τη διαπραγμάτευση της Αθήνας με τους εταίρους έχει… παρατραβήξει. Με βάση την κοινή αίσθηση και λογική η Ελλάδα πρέπει να βιάζεται περισσότερο από τους δανειστές της. Οι ιδιαιτερότητες των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη Β. Ελλάδα είναι ένα πρόβλημα της πραγματικής οικονομίας, μπροστά στο οποίο κανείς δεν δικαιούται να κλείνει τα μάτια. Κι επειδή τώρα τελευταία η προστασία συντάξεων και μισθών του δημοσίου ακούγονται όλο και περισσότερο ως υποχρέωση της κυβέρνησης, αξίζει να θυμηθούμε ότι όταν μιλάμε για επιχειρήσεις μιλάμε για θέσεις απασχόλησης, εργαζομένους, μισθούς, επιβίωση ανθρώπων, φόρους και αιμοδοσία των δημοσίων ταμείων.