O Ραούλ Μπράβο και οι άλλοι δέκα του clasico

Ώρα ντέρμπι. Ώρα Clásico. Η Μπαρτσελόνα υποδέχεται τη Ρεάλ (28/10, 17:15) για τη 10η αγωνιστική της ισπανικής Liga. Το ματς που περιμένει όλη η Ισπανία κι όχι μόνο. 

Stoiximan.gr: Το παιχνίδι σου καλύτερο με επιλογές για Σκόρερ, Κάρτες & Κόρνερ σε κάθε αγώνα του Άρη

Τι κι αν είναι το πρώτο χωρίς Λιονέλ Μέσι και Κριστιάνο Ρονάλντο μετά από έντεκα χρόνια, στα οποία δέσποζε η παρουσία τουλάχιστον ενός εκ των δύο (στα περισσότερα και των δύο). Η αίγλη παραμένει αναλλοίωτη. Πολλοί που έχουν περάσει από την Ελλάδα, έχουν ζήσει αυτή τη μαγεία στο παρελθόν. Είτε παίκτες (κυρίως), είτε προπονητές.

Ο τωρινός τεχνικός της Μπαρτσελόνα, Ερνέστο Βαλβέρδε, για παράδειγμα έχει καθίσει δύο φορές στον πάγκο του Ολυμπιακού. Αλλά, δεν είναι μόνον αυτός. Το Sport24.gr συγκέντρωσε τους έντεκα πιο “αναγνωρίσιμους” που αγωνίστηκαν σε ματς της Μπαρτσελόνα με τη Ρεάλ.

ΜΙΤΣΕΛ

Αν υπάρχει ένα πρόσωπο που μπορεί να χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι και να πει στους άλλους “καθίστε όλοι στην άκρη όταν μιλώ εγώ για το Clasico”, τότε δεν μπορεί παρά να είναι ο Μίτσελ. Και θα έχει δίκαιο αφού έχει φάει τα ντέρμπι με τους Καταλανούς με το κουτάλι, έχοντας φορέσει τη φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης για δύο ολόκληρες δεκαετίες. Από το 1976 μέχρι το 1981 μπουσούλησε ποδοσφαιρικά στα τμήματα υποδομής των Μαδριλένων (έκανε ντεμπούτο στα 13 του), έπειτα έπαιξε για μερικούς μήνες στη δεύτερη ομάδα της αγαπημένης του “βασίλισσας” ενώ από το 1982 ως το 1996 υπηρέτησε πιστά την πρώτη ομάδα.

Από το 1985 ως το 1994 δεν έπαιξε σε καμία σεζόν σε λιγότερο από 31 ματς πρωταθλήματος, ενώ πανηγύρισε συνολικά 6 πρωταθλήματα, 2 Κύπελλα Ισπανίας και 2 Κύπελλα UEFA, με το μεγαλύτερο παράσημο για αυτόν να είναι πως φόρεσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού της. Αυτή λοιπόν η τεράστια προσωπικότητα στο ισπανικό και ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο μας έκανε την τιμή και επισκέφτηκε τα μέρη μας πριν λίγα χρόνια, με τον αεράτο και στιλάτο Μίτσελ να εντυπωσιάζει με την προσωπικότητά του εντός και εκτός γηπέδου και να κατακτάει με τον Ολυμπιακό 3 πρωταθλήματα και 1 Κύπελλο Ελλάδας. Ίσως το μοναδικό παράπονο που θα έχει από τον εαυτό του στην ελληνική θητεία του να είναι πως δεν έκανε την ευρωπαϊκή υπέρβαση με τον αποκλεισμό από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ σε δύο ιστορικά ματς…

ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΚΑΡΕΜΠΕ

Το καλοκαίρι του 2001 ο Ολυμπιακός προχώρησε σε μία από τις πιο εντυπωσιακές μεταγραφές στη σύγχρονη ιστορία του αποκτώντας τον Κριστιάν Καρεμπέ από την Μίντλεσμπρο. Ουσιαστικά η ομάδα του Πειραιά δεν έπαιρνε τότε έναν 31χρονο έμπειρο αμυντικό μέσο από την Premier League αλλά τον παίκτη που γνώριζε όλος ο πλανήτης από τη μαγική τριετία του σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο από το 1997 μέχρι το 2000. Τότε ήταν που ο δυναμικός και φινετσάτος αμυντικός μέσος από τη Νέα Καληδονία έγραψε ιστορία κατακτώντας πρώτα το Μουντιάλ και έπειτα το Euro με εκείνη την ευλογημένη γενιά της εθνικής Γαλλίας (όπου κορυφαίος ήταν ο Ζινεντίν Ζιντάν), τότε ήταν που ανέβασε κατακόρυφα τις μετοχές του στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο φορώντας την πιο βαριά φανέλα της Ευρώπης, αυτήν της Ρεάλ Μαδρίτης.

Τα κατάφερε μάλιστα με άκρως πειστικό τρόπο αφού σε αυτό το διάστημα αγωνίστηκε σε δύο τελικούς Champions League και πανηγύρισε ισάριθμους τίτλους, με αντιπάλους την Γιουβέντους και την Βαλένθια. Με τέτοιο πλούσιο βιογραφικό και με προϋπηρεσία σε ντέρμπι με την Μπαρτσελόνα ο Κριστιάν Καρεμπέ έκανε με το καλημέρα “γκελ” στους οπαδούς του Ολυμπιακού και εκείνος δεν τους απογοήτευσε ποτέ, για να γίνει ένας ακόμα κρίκος στη μεγάλη αλυσίδα παικτών μεγάλης κλάσης που αποκτήθηκαν από τους Πειραιώτες επί των ημερών του Σωκράτη Κόκκαλη στην προεδρία. Η σχέση του μάλιστα με τους Πειραιώτες συνεχίζεται ακόμα και τώρα, με τον Γάλλο παλαίμαχο άσο να προσφέρει στην”ερυθρόλευκη” ΠΑΕ αρχικά από το πόστο του συμβούλου στρατηγικής και πλέον με την ιδιότητα του αθλητικού διευθυντή.

ΕΣΤΕΜΠΑΝ ΚΑΜΠΙΑΣΟ

Ο Αργεντινός ξέρει από “πρώτο χέρι” την “οσμή” του ισπανικού Clásico. Φόρεσε τη φανέλα της Ρεάλ από το 2002 έως το 2004. Ο “Κούτσου”, όπως είναι το παρατσούκλι του, αγωνίστηκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη με τη φανέλα των “μερένγκες”.

Η ομάδα της Μαδρίτης τον σύστησε στο φίλαθλο κοινό της Γηραιάς Ηπείρου όταν τον πήρε από τη Ρίβερ Πλέιτ. Δεν μακροημέρευσε στην ισπανική πρωτεύουσα. Η αλήθεια είναι ότι τη μεγαλύτερη σε διάρκεια, αλλά και τίτλους καριέρα την έκανε στο Μιλάνο με την Ίντερ. Πέρασε και μία σεζόν στην Αγγλία με τη φανέλα της Premier League, πριν έλθει στην Ελλάδα για τις δύο τελευταίες σεζόν στην καριέρα του.

ΡΑΟΥΛ ΜΠΡΑΒΟ

Την εποχή που ο Ρομπέρτο Κάρλος μεσουρανούσε στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο οργώνοντας την αριστερή πτέρυγα της Ρεάλ Μαδρίτης, υπήρχε ένας αφανής ήρωας για αρκετά χρόνια που κλήθηκε να κάνει τα… ρεπό του υπερηχητικού Βραζιλιάνου και το έκανε με συνέπεια και αξιοπρέπεια: ο Ραούλ Μπράβο. Έπαιξε στα τμήματα υποδομής της Ρεάλ, στην τρίτη και στη δεύτερη ομάδα και το 2001 προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα, γεγονός που του έδωσε την ευκαιρία να συνεργαστεί με κολοσσιαία ονόματα όπως οι Ζινεντίν Ζιντάν, Λουίς Φίγκο, Ραούλ, Ρονάλντο και Ντέιβιντ Μπέκαμ. Μέσα στα έξι χρόνια που συνεργάστηκε με τους Μαδριλένους (2001-2007) έφυγε για έξι μήνες δανεικός στην Λιντς, όμως όχι μόνο κατάφερε να επιστρέψει στο “Μπερναμπέου” αλλά παρουσίασε τέτοια θέληση και πρόοδο ώστε να πάρει μέρος ακόμα και στο Euro 2004 με την εθνική Ισπανίας.

Την αντιπαλότητα με την Μπαρτσελόνα την έζησε έντονα στο διάστημα που φόρεσε τα λευκά και αυτή η εμπειρία που απεκόμισε τον έκανε σημαντικό κομμάτι του Ολυμπιακού, που τον απέκτησε το 2007 και τον είχε στο ρόστερ του μέχρι το 2011. Με αυτόν στην ενδεκάδα (στόπερ δίπλα στον Παρασκευά Άντζα) ο Ολυμπιακός έσπασε την “κατάρα” 32 αγώνων πανηγυρίζοντας στη Βρέμη την πρώτη του εκτός έδρας νίκη σε φάση ομίλων Champions League (3-1 την Βέρντερ με ανατροπή), με τον Ισπανό μπακ να επιστρέφει μάλιστα στην Ελλάδα λίγα χρόνια αργότερα για να αγωνιστεί στον Άρη και στην Βέροια. Πλέον είναι βοηθός του Πάκο Ερέρα στους “κίτρινους”.

ΦΛΑΒΙΟ ΚΟΝΣΕΪΣΑΟ

Στην Ελλάδα τον είδαμε στη δύση της ποδοσφαιρικής του καριέρας και μακριά από τον καλό εαυτό του όμως δέκα χρόνια πριν από αυτή την εικόνα, τα πράγματα ήταν… αλλιώς για τον Φλάβιο Κονσεϊσάο. Από το 1996 μέχρι το 2000 ήταν μέλος της Ντεπορτίβο Λα Κορούνια σε μία περίοδο όπου οι Γαλιθιάνοι ήταν τρομερά ανταγωνιστικοί και ανταμείφθηκαν με την κατάκτηση της La Liga το 2000 (τη σεζόν 1999-2000 είχε 27 συμμετοχές και 4 γκολ) ενώ την ίδια περίοδο μέτρησε 44 συμμετοχές (4 γκολ) με την εθνική Βραζιλίας, κατακτώντας με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του δύο Copa America: το 1997 και το 1999. Με τέτοιο λαμπρό βιογραφικό, ο Φλορεντίνο Πέρεθ δεν τσιγκουνεύτηκε να δώσει 26.000.000 ευρώ στην “Ντέπορ” για να τον προσθέσει στους “γκαλάκτικος” που είχε αρχίσει να δημιουργεί στην πρώτη του θητεία στο τιμόνι του συλλόγου, με τον Κονσεϊσάο να γίνεται κάτοικος “Μπερναμπέου” για μία τετραετία και να πανηγυρίζει σε αυτό το διάστημα 2 πρωταθλήματα και 1 Champions League.

Το 2004 άρχισε η καθοδική του πορεία καθώς απέτυχε στο πέρασμά του στην Γαλατάσαραϊ και το 2005 ήταν η σειρά του Παναθηναϊκού να εμπιστευτεί την τεράστια εμπειρία του από την θητεία του στην Primera Division και δη στην Ρεάλ και να μην δικαιωθεί για την επένδυσή του. Ο Βραζιλιάνος ήταν ένας από τους λίγους παίκτες που ήρθαν στη χώρα μας με τέτοιο γεμάτο και βαρβάτο βιογραφικό, όμως το δυστύχημα για τους “πράσινους” ήταν πως δεν είχε βενζίνη στα πόδια του και είχε λαβωθεί το σώμα του από τους τραυματισμούς. Ήρθε λοιπόν έως ένα πολύ μεγάλο όνομα με τιμές και δάφνες που όλοι τον θυμούνται για τα πράγματα που περίμεναν μάταια να δώσει στον Παναθηναϊκό του Μαλεζάνι (δίδυμο με τον Μπίσκαν στον άξονα) και δεν τα έδωσε ποτέ…

ΠΑΜΠΛΟ ΓΚΑΡΣΙΑ

Οι περισσότεροι όταν φέρνουν στο μυαλό τους την Ρεάλ Μαδρίτης σχηματίζουν την εικόνα μίας ομάδας που παίζει πάντα επιθετικά και αποτελείται από παίκτες “δαντελένιους” και “βιρτουόζους” που αρέσκονται να… μιλούν στην μπάλα, αλλά αυτή δεν είναι όλη η αλήθεια. Πάντα στους “μερένγκες” υπήρχαν και οι παίκτες εκείνοι που έπαιζαν το ρόλο του “κακού”, του δυναμικού, του παίκτη που δεν καταλάβαινε τίποτα σε όποιο γήπεδο και αν έπαιζε. Τώρα ο δυναμικός, ο τσαμπουκάς και ενίοτε ο “τραχύς” είναι ο Σέρχιο Ράμος, την περασμένη δεκαετία ένας παίκτης που ήταν κομμένος και ραμμένος για εκείνο το ρόλο ήταν ο Πάμπλο Γκαρσία, με ρεκόρ 17 κίτρινες κάρτες και 1 κόκκινη στην τελευταία του σεζόν στην Οσασούνα, το 2004-05. Στην πρώτη ομάδα της Ρεάλ Μαδρίτης έπαιξε μόλις σε 22 ματς πρωταθλήματος στην τριετία 2005-2008, με τον Ουρουγουανό να μην αλλοιώνεται στο παραμικρό στο διάστημα που υπηρέτησε την Ρεάλ, παραμένοντας ένας παίκτης που δεν μπορούσε και δε ήθελε να τιθασεύει την αγριάδα και τον δυναμισμό του.

Ήταν ωστόσο παίκτης με ποδοσφαιρική οξυδέρκεια και άριστο διάβασμα του παιχνιδιού και το γεγονός πως δεν ήταν αρκετά γρήγορος το ισοσκέλιζε με τις έξυπνες τοποθετήσεις του στο χορτάρι. Αυτά τα στοιχεία μάλιστα ήταν εκείνα που τον έκαναν όχι απλά αγαπητό αλλά λαϊκό ήρωα και ίνδαλμα στην Τούμπα, με τους οπαδούς του ΠΑΟΚ να βλέπουν στο πρόσωπό του τον παίκτη που τα βάζει με όλους και με όλα, ορμώμενος από την αγάπη του για τον “Δικέφαλο”. Ο Γκαρσία της Ρεάλ έγινε λοιπόν Πάμπλο ή αν προτιμάτε “Παύλος” για τους φίλους της ομάδας της Θεσσαλονίκης, με τον Ουρουγουανό πρώην διεθνή (66 συμμετοχές στην “σελέστε” από το 1997 ως το 2007) να βασιλεύει στην Τούμπα από το 2008 μέχρι το 2013. Ίσως κανείς να μη θυμάται πως έκλεισε την ποδοσφαιρική καριέρα του το 2014 παίζοντας λίγα ματς στην Ξάνθη, με τον Γκαρσία να έχει ταυτιστεί με τον ΠΑΟΚ έχοντας την ταμπέλα του “επαναστάτη με αιτία” και να επιστρέφει αναπόφευκτα σε αυτόν. Πρώτα ως βοηθός προπονητή στην Κ-17 των “ασπρόμαυρων” και πλέον ως πρώτος προπονητής στην Κ-20 του ΠΑΟΚ.

ΖΙΟΒΑΝΙ

Ένας από τους ποιοτικότερους παίκτες που πέρασαν από το ελληνικό πρωτάθλημα άφησε το σύντομο, αλλά έντονο “αποτύπωμά” στο μεγαλύτερο παιχνίδι του ισπανικού ποδοσφαίρου. Ο Βραζιλιάνος έφθασε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1999, η υποδοχή του από τους οπαδούς του Ολυμπιακού στο αεροδρόμιο έχει μείνει στην ιστορία ως μία από τις πιο εντυπωσιακές στο ελληνικό ποδόσφαιρο σε ο,τι έχει να κάνει με έλευση μεταγραφικής προσθήκης. Τα υπόλοιπα για την εν Ελλάδι παρουσία του “Ζίο” είναι καταγεγραμμένη ιστορία.

Στους “ερυθρόλευκους” ήλθε ορμώμενος από την Μπαρτσελόνα. Η Βαρκελώνη ήταν ο πρώτος του σταθμός στην Ευρώπη. Πήγε το 1996 από τη Σάντος. Σε αυτήν την τριετία, μέχρι το 1999, τέθηκε αντιμέτωπος δέκα φορές με την ομάδα της ισπανικής πρωτεύουσας. Σκόραρε στις πέντε εξ αυτών. Στις δύο του πρωταθλήματος της σεζόν 1997-1998, στις δύο του Supercopa εκείνης της σεζόν, στο πρώτο ματς του Copa del Rey της περιόδου 1996-1997. Σε αυτό το διάστημα κατάφερε και δέθηκε με τους “μπλαουγκράνα”. Σε ένα από αυτά τα γκολ, στη νίκη (2-3) της “Μπάρτσα” στο “Santiago Bernabeu” έκανε χειρονομία προς τους οπαδούς των γηπεδούχων.

Οι “μερένγκες” εξαγριώθηκαν στην εξέδρα. Σε περσινή συνέντευξή του ο Βραζιλιάνος παραδέχθηκε ότι έχει μετανιώσει για εκείνη την ενέργειά του. Μάλιστα, δεν έχει παρά ένα χρόνο που έγινε μέλος της ομάδας Barcelona Legends. Της ομάδας, δηλαδή, των παλαιμάχων.

ΡΙΒΑΛΝΤΟ

Άλλος ένας μεγάλος παίκτης που κόσμησε με την παρουσία του τα ελληνικά γήπεδα. Ο Ριβάλντο  έτυχε παρόμοιας υποδοχής με αυτή του συμπατριώτη του και συμπαίκτη του σε Μπαρτσελόνα και Ολυμπιακό, Ζιοβάνι. Ο “Ρίμπο” πάτησε το πόδι του στην Ελλάδα το 2004 για λογαριασμό του Ολυμπιακού. Έμεινε στους “ερυθρόλευκους” μέχρι το 2007 (πανηγύρισε μαζί τους 3 πρωταθλήματα και 2 Κύπελλα), αλλά στη χώρα μας συνολικά μέχρι 2008, φορώντας τα κιτρινόμαυρα της ΑΕΚ τη σεζόν 2007-08.

Έγινε γνωστός στην Ευρώπη με την Μπαρτσελόνα. Όχι, δεν ήταν αυτή η πρώτη του ομάδα στη Γηραιά Ήπειρο. Η Ντεπορτίβο τον πήρε από την Παλμέιρας και τον έφερε στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Στη Γαλικία δεν κάθισε παρά μόνο ένα χρόνο, καθώς οι Καταλανοί τον έκαναν δικό τους. Στη Βαρκελώνη βρήκε και τον Ζιοβάνι, ο οποίος ήταν ήδη εκεί από το 1996. Ο Ριβάλντο γνωρίζει τα Clásicos από πρώτο χέρι.
Σε μια περίοδο έντονης αντιπαράθεσης και ακραίου φανατισμού – και λόγω της μετακίνησης τους Λουίς Φίγκο από τους “μερένγκες” στους “μπλαουγκράνα” – ο Βραζιλιάνος προέβαλε ως ο ηγέτης της “Μπάρτσα”. Αγωνίστηκε σε δώδεκα ντέρμπι μεταξύ των δύο ομάδων και σκόραρε στα πέντε από αυτά. Είναι κι αυτός μέλος της ομάδας Barcelona Legends.

ΕΡΙΚ ΑΜΠΙΝΤΑΛ

Ο Ερίκ Αμπιντάλ πέρασε έξι χρόνια στη Βαρκελώνη με τη φανέλα της Μπαρτσελόνα. Δεν ήταν και τα έξι ρόδινα. Πρωτίστως για την υγεία του, η οποία είναι πιο σημαντική από κάθε clasico. Ο Γάλλος, όμως, κατάφερε και βγήκε νικητής δύο φορές στη μάχη με τον καρκίνο, στη μεγαλύτερη μάχη και δοκιμασία της ζωής του. Πήγε στους “μπλαουγκράνα” το 2007 από τη Λιόν. Κι έμεινε στην Καταλονία μέχρι το 2013.

Μια περίοδος πολύ ποιοτική ποδοσφαιρικά, συνυφασμένη με την “επανάσταση” που έφερε στο ποδόσφαιρο της ομάδας (και γενικά) ο Πεπ Γκουαρδιόλα. Ο Αμπιντάλ αγωνίστηκε σε 13 Clásicos και σκόραρε μάλιστα και μία φορά. Ήταν αυτός που διαμόρφωσε το τελικό σκορ νίκης (1-2) στο “Santiago Bernabeu” για το πρώτο ματς των προημιτελικών του Copa del Rey της σεζόν 2011-2012. Και το έκανε από εξαιρετική ασίστ του Λιονέλ Μέσι.

Ήλθε στην Ελλάδα το 2014 για λογαριασμό του Ολυμπιακού (επί Μίτσελ) κι ενώ είχε επιστρέψει για μία σεζόν στην ομάδα από την οποία ξεκίνησε την καριέρα του, Μονακό. Θα δει αυτό το Clásico από διοικητική θέση. Είναι ο γενικός γραμματέας της ομάδας και στην ατζέντα του έχει μια “καυτή πατάτα”. Την ανανέωση της συνεργασίας με τον Ερνέστο Βαλβέρδε, το συμβόλαιο του οποίου λήγει το ερχόμενο καλοκαίρι.

ΧΑΒΙΕΡ ΣΑΒΙΟΛΑ

Ο Αργεντινός είχε το προνόμιο να ζήσει την ατμόσφαιρα του ματς κι από τις δύο πλευρές. Σύμφωνοι, στο μεγαλύτερο διάστημα αγωνίστηκε με τους “μπλαουγκράνα”. Η Μπαρτσελόνα τον έφερε στην Ευρώπη το 2001 από την Αργεντινή και τη Ρίβερ Πλέιτ. Στην Καταλωνία έμεινε μέχρι το 2007, μεσολαβούντων των δανεισμών σε Μονακό και Σεβίλλη. Αγωνίστηκε οκτώ φορές σε Clásico με αντίπαλο τη Ρεάλ.

Κι όμως, δεν κατάφερε ποτέ να παραβιάσει την εστία της. Ο “κονέχο” το 2007 άλλαξε “στρατόπεδο” και κατέλυσε σε αυτό της ομάδας της Μαδρίτης. Εκεί έμεινε μέχρι το 2009, ακολούθησαν η Μπενφίκα και η Μάλαγα και το 2013 ήλθε στην Ελλάδα για τον Ολυμπιακό. Στους “μερένγκες” ήταν στην αποστολή για τα ντέρμπι, αλλά δεν αγωνίστηκε κόντρα στην πρώην του ομάδα (έμεινε στον πάγκο). Στη δύση της καριέρας του ασχολήθηκε με το futsal, ενώ είναι μόνιμα εγκατεστημένος στην Ανδόρα.

ΓΙΑΓΙΑ ΤΟΥΡΕ

Ο μοναδικός εν ενεργεία που συμπεριλαμβάνεται στην ενδεκάδα των “Ελλήνων” με εμπειρία από το μεγαλύτερο ματς της χώρας της Ιβηρικής. Ο Γιαγιά Τουρέ επέστρεψε το καλοκαίρι που μας πέρασε στον Ολυμπιακό. Φόρεσε τη φανέλα της Μπαρτσελόνα από το 2007 έως το 2010. Αγωνίστηκε πέντε φορές κόντρα στη Ρεάλ Μαδρίτης. Τις τρεις από αυτές πανηγύρισε τη νίκη. Σε μία ακόμη νίκη της ομάδας του, εκτός έδρας, δεν χρησιμοποιήθηκε κι έμεινε στον πάγκο ως αναπληρωματικός.

Ο Ιβοριανός πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα το 2005 για τον Ολυμπιακό, όταν ήλθε από το Ντόνετσκ και την Μεταλούργκ.  Κάθισε μόλις μία σεζόν στον Πειραιά. Όπως μία κάθισε και στην επόμενη ομάδα του, την Μονακό. Στη Βαρκελώνη είχε έντονη αντιπαράθεση με τον τεχνικό της ομάδας, Πεπ Γκουαρδιόλα. Τον συνάντησε ξανά στο Μάντσεστερ, όταν ο Καταλανός προπονητής ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Σίτι.

To Top