O Έλληνας που κέρδισε το στοίχημα του ΝΒΑ

Ο Χαράλαμπος (Bob) Βούλγαρης είναι ο “παίκτης” που βγάζει εκατομμύρια από το NBA χωρίς να χρειαστεί να ιδρώσει στα παρκέ των αγώνων. Ο λόγος; είναι παίκτης του στοιχήματος αγώνων ΝΒΑ, και μάλιστα ο καλύτερος στον κόσμο.

Νίκησε το σύστημα, πριν εκείνο αντεπιτεθεί και τον υποχρεώσει να βρει νέες μεθόδους, προκειμένου να πάρει και πάλι το πάνω χέρι. Μπορεί να αφιέρωσε όλη του τη ζωή, αλλά τα κατάφερε. Ακόμα και αν στις απώλειες σημειώθηκε και αυτή της (επί πενταετίας) συντρόφου του, Κάθι. Της έδινε ένα βράδυ, την εβδομάδα (αυτό με τα λιγότερα ματς στο ΝΒΑ). Εκείνη, ήθελε περισσότερα. Έτσι, οι δρόμοι τους χώρισαν. “Αν δεν είναι αυτό αφοσίωση στο σκοπό μου, τι είναι;” διερωτήθηκε ο άνθρωπος μας.

Μεταξύ μας, πού να αντέξει η γυναίκα τον τύπο που παρακολουθεί ΟΛΑ τα ματς του ΝΒΑ, στη regular season (1.230 από τον Νοέμβριο έως τον Μάιο, ενώ για την ιστορία δεν “αγγίζει” ματς των play offs, του NCAA ή όποιας άλλης λίγκας του πλανήτη), όπως προσπαθεί να ανακαλύψει patterns, να προλάβει τις όποιες εξελίξεις, να είναι έτοιμος για κάθε ενδεχόμενο. Αλλά δεν σας είπαμε τι επαγγέλλεται ο ομογενής στον Καναδά, με ρίζες στο Άργος : ΝΒΑ gambler. Yes. Indeed! Στο μυαλό του βέβαια “δεν πρόκειται για απλό στοίχημα, αλλά για κάτι πολύ περισσότερο, αν σκεφτείτε όλα όσα κάνω, όλα όσα έχω ήδη κάνει”.

Στα 37 του, έχει υποχρεώσει το ΝΒΑ να ασχολείται με την πάρτη του. Γιατί ουδεμία λίγκα μπορεί να αντέξει κάποιον που… την έχει καταλάβει. Που την έχει αποκωδικοποιήσει και ζει εις βάρος της. Ή χάριν αυτής. Πλέον, έχει φτάσει στο σημείο να ποντάρει περί τα 80.000 δολάρια, σε κάθε αγώνα, ενώ έχει αναπτύξει ένα δίκτυο που αφορά ανθρώπους που δουλεύουν για εκείνον, μια βάση με στατιστικά, αλλά και τρόπους πρόβλεψης που ξεπερνούν (σε αποτελεσματικότητα) εκείνα που έχει η πλειοψηφία των οργανισμών στο ΝΒΑ.

Εξαιρουμένου ενός μικρού διαστήματος που πέρασε, προσπαθώντας να βρει δουλειά σε ομάδα, τα τελευταία 15 χρόνια βγάζει… μεροκάματο από τα στοιχήματα του σε αγώνες ΝΒΑ. Πώς όμως, βρήκε… την κλήση του; Γιατί μάλλον δεν υπάρχει άνθρωπος που ως παιδί ονειρεύεται τον εαυτό του ως “professional sports handicapper”. Πώς από σεμνό και ντροπαλό παιδάκι, που δεν είχε ούτε ψήγμα αυτοπεποίθησης έγινε ο φόβος και ο τρόμος του θεαματικότερου πρωταθλήματος στον πλανήτη;

Σόι πάει το βασίλειο. Ο πατέρας του, πρώτης γενιάς μετανάστης από το Άργος στο Winnipeg, πρωτεύουσα της Manitoba του Καναδά, ξεκίνησε από το εστιατόριο “Έρμής” (παρεμπιπτόντως, ο Θεός των παιχνιδιών, των σπορ και του ξαφνικού πλούτου), για να οικοδομήσει αυτοκρατορία με κτηματομεσιτικά. Σύμφωνα με τον Χαράλαμπο Βούλγαρη ο πατέρας του “ένας περήφανος για την καταγωγή του Έλληνας” τον έστελνε απογευματινό σχολείο για να μάθει την ελληνική γλώσσα την οποία όπως παραδέχεται καθώς δεν την χρησιμοποιεί την έχει ξεχάσει. Στον ελεύθερο χρόνο του, στοιχημάτιζε. Αδιακρίτως. Σε ιπποδρομίες (όπου τον συνόδευε το παιδί του), σε όλα τα σπορ, σε τράπουλες, σε ζάρια. Όπου μπορούσε. Δεν μελετούσε ποτέ και τίποτα. Διάλεγε ανάλογα… με το feeling που είχε. “Δεν υπήρχε λόγος ή ρυθμός και ήταν εξόχως προληπτικός. Έβλεπε στον ύπνο του αριθμούς και χρώματα και αυτό ήταν αρκετό για να επηρεάσει την απόφαση της επόμενης ημέρας” εξηγεί ο υιός Χαράλαμπος, προσθέτοντας πως “δυο φορές μείναμε άφραγκοι, άποροι. Θα έλεγα ότι ήταν αποτυχημένος gambler”.

Ουδέν κακόν αμιγές καλού, αφού έμαθε τι δεν έπρεπε να κάνει. “έμαθα πως αν δεν έχεις “άκρη”, δεν κερδίζεις, μαζί και ότι καμία “άκρη” δεν διαρκεί για πάντα. Η αγορά θα σε “φτάσει” και τότε πρέπει να επαναπροσδιορίσεις τα δεδομένα. Έμαθα πως αν δεν ελέγχεις το συναίσθημα, αν δεν σκέφτεσαι λογικά, όσο και αν σοβαρή είναι η “άκρη” σου, αυτό δεν θα σε ευνοήσει μακροπρόθεσμα. Επίσης, έμαθα ότι στη ζωή πρέπει να παίρνεις ρίσκα, γιατί αρκετά συχνά το μεγαλύτερο στοίχημα είναι να κάθεσαι και να περιμένεις την τέλεια ευκαιρία που ποτέ δεν θα εμφανιστεί”. Αυτό το τελευταίο, το έβαλε στο Νο1 της λίστας του.

Μετά το high school, πήρε ένα χρόνο… ρεπό και ταξίδεψε στην Ελλάδα, για να επισκεφτεί τις ρίζες του. Το μέρος που μεγάλωσαν οι γονείς του. Όταν επέστρεψε, ταξίδεψε με τον πατέρα του στο Λας Βέγκας, όπου έμειναν δυο μήνες. Τις περισσότερες ημέρες τις “έβγαλαν” στο Ceasars Palace. Υπήρχε όμως, ένα θεματάκι. Επειδή δεν είχε συμπληρώσει τα 23, δεν επιτρεπόταν να ακολουθήσει τον πατέρα του στα τραπέζια του blackjack. Τι έκανε; Περνούσε τις ώρες του στο Sportsbook του ξενοδοχείου (έτσι ονομάζουν οι Αμερικανοί το μέρος όπου πηγαίνουν οι gamblers για να ποντάρουν τα λεφτά τους σε πλήθος αθλητικών διοργανώσεων -από γκολφ, ποδόσφαιρο και μπάσκετ έως mixed martial arts), δηλαδή, σε μια αίθουσα με ημίφως, απομακρυσμένη από το καζίνο, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή των επισκεπτών.

Το ΝΒΑ ήταν στην κορύφωση του, οπότε αυτό που παρακολουθούσε ως επί το πλείστον, ήταν το μπάσκετ. Σύντομα κατάλαβε πως υπήρχε ψωμί στην ιστορία. Άρχισε να προσέχει κάθε λεπτομέρεια και να κρατά σημειώσεις. Συχνά πυκνά, έριχνε και μια ματιά σε αυτά που έγραφαν οι κύριοι που ήταν κοντά του. Ο πατέρας του, τον συναντούσε αργά το βράδυ. Κάποιες φορές παρακολουθούσαν μαζί ματς και συζητούσαν… επί του αντικειμένου τους. Το μεγαλύτερο ποσό που είχε στοιχηματίσει σε αυτό το δίμηνο ήταν 100 δολάρια “σε ματς της Ατλάντα με το Γκόλντεν Στέιτ”. Έχασε. Ποιο ήταν το ηθικό δίδαγμα της όλης ιστορίας; “Οι περισσότεροι που πηγαίνουν στα SportBooks του Vegas είναι ηλίθιοι και όσα έζησα εκεί, έγιναν το αντιπαράδειγμα”. Στην επιστροφή ήταν βέβαιος πως “ποτέ δεν μπορείς να νικήσεις το σύστημα, αν δεν ξέρεις τι κάνεις”.

Πώς έφτασε από τα 100 δολάρια, στα 70.000$

Αυτή η σκέψη (να αποκρυπτογραφήσει το σύστημα και μετά να το νικήσει) θα τον ακολουθούσε και στον πρώτο του χρόνο, στα θρανία του University of Manitoba, όπου σπούδασε φιλοσοφία, ενώ παράλληλα εργαζόταν ως αχθοφόρος στο αεροδρόμιο της πόλης. Σύντομα είχε τη δική του εταιρία με αχθοφόρους (παράλληλα έβαζε κάτι μικρά ποσά σε παιχνίδια NBA και CFL και πλήρωνε με τα κέρδη το ενοίκιο των γονιών του). Δυο χρόνια αργότερα (βρισκόμαστε στα τέλη του ’90), βρέθηκε με 70.000 δολάρια στην τράπεζα. Τι τα έκανε; Τα επένδυσε. Ή τουλάχιστον αυτό είπε στους γονείς του. Γιατί τα ποντάρισε όλα στο ότι οι Λέικερς θα πάρουν το πρωτάθλημα, όταν η σεζόν 1999-2000 ήταν στην εκκίνηση της και η απόδοση στο 6.5. Έξι μήνες μετά, βρέθηκε με 455.000 δολ.! Πέντε χρόνια αργότερα, ήταν εκατομμυριούχος. Αλλά ας επιστρέψουμε στην εκκίνηση της διαδικασίας.

Την άλλη ημέρα πούλησε την εταιρία του και αφοσιώθηκε στο στοίχημα. Για την ακρίβεια, στο ΝΒΑ, “όχι γιατί ήταν το πιο απλό, αλλά επειδή το μπάσκετ ήταν τότε το λιγότερο εκμεταλλεύσιμο. Είχε πολύ δύσκολο “μοντέλο” και για αυτό δεν ήταν πολλοί εκείνοι που ασχολούνταν. Εκτός αυτού, είναι ένα άθλημα που πραγματικά εκτιμώ. Οι καλύτεροι αθλητές παίζουν μπάσκετ. Λατρεύω το ΝΒΑ και το δράμα που έχει. Είναι το μόνο σπορ που μπορείς να πας ως φίλαθλος και να είσαι τόσο κοντά στη δράση”.

Το κομβικό σημείο, αυτό που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή του, το βίωσε το 2002, όταν εκμεταλλεύτηκε μια γενικότερη ολιγωρία που υπήρχε σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό πόντων στο ημίχρονο των ματς και στο τέλος. Όλοι οι άλλοι έδιναν το σύνολο των πόντων, σε συνάρτηση με εκείνους που είχαν σημειωθεί έως την ανάπαυλα. Εκείνος μετρούσε ξεχωριστά κάθε περίοδο, κάθε ομάδας, τον τρόπο που έπαιζαν (αν πήγαιναν στα φάουλ ή αν συνέχιζαν το τρέξιμο) και αναλόγως υπολόγιζε. Αυτό το σύστημα, του απέφερε εκατομμύρια (και δη όταν επρόκειτο για ματς που είχαν για κόουτς τους Έντι Τζόρνταν, Τζέρι Σλόαν και Μπάιρον Σκοτ, τους οποίους είχε μελετήσει ενδελεχώς) πριν τον… πάρουν είδηση και προσαρμοστούν αναλόγως λίγκα και ανταγωνιστές.

Η σεζόν 2003-04 ήταν καταστροφική. Είχε χάσει τα χρήματα του, μαζί και την υπομονή του. Όσο πιο πολύ προσπαθούσε να ρεφάρει, τόσο εξαφανίζονταν τα όποια κέρδη είχε έως εκείνη τη στιγμή. Στο δεύτερο μισό της αγωνιστικής περιόδου αποφάσισε να απέχει, για να ανασυνταχθεί. Χρειαζόταν μια νέα προσέγγιση. Τότε ανακάλυψε τη χαρά του ηλεκτρονικού υπολογιστή.

Μυαλό vs. υπολογιστή

‘Ένα ανθρώπινο μυαλό μπορεί να φτάσει μέχρι ενός σημείο. Ένα πρόγραμμα στο computer μπορεί να φτάσει παντού”, σκέφτηκε, με την προέκταση αυτής της διαπίστωσης να φτάνει και στον αριθμό των ματς που έπρεπε να παρακολουθεί (και τα 1.230 της regular season). Η αλήθεια είναι πως τον βοήθησε και το γεγονός ότι από τη σεζόν 2002-03 το ΝΒΑ παρείχε κάλυψη play by play (αντί για τα απλά box scores -βλ. στατιστικά). Προσέλαβε έναν ειδικό σε κώδικες στατιστικών, στα μαθηματικά και στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και δυο χρόνια αργότερα ήταν απόλυτα έτοιμος για την… αντεπίθεση! Σημείωση: εκ των έξι με τους οποίους συζήτησε για να καλύψει τις ανάγκες του, οι δυο βρήκαν δουλειά στο ΝΒΑ. Ο κύριος που πήρε τη δουλειά, είχε φτάσει το 800 στο SAT (σ.σ. το διαγώνισμα που δίνεται για την είσοδο στα αμερικανικά κολλέγια. Ο συγκεκριμένος συνεργάτης είχε 800 – που είναι η υψηλότερη βαθμολογία – στα μαθηματικά, στην τελευταία τάξη του δημοτικού). Το κωδικό του όνομα είναι “Whiz” και πρόσφατα του έδωσε το 50% της επιχείρησης.

“Aν το καλοσκεφτείτε, χωρίς τον υπολογιστή γίνεσαι σκλάβος του μπάσκετ”, σχολιάζει. Δημιούργησε ένα σύστημα με τεράστιο αριθμό δεδομένων, τα οποία ανανεώνει διαρκώς. Και πάλι βέβαια, βλέπει ΠΟΛΛΑ ματς. “Πιστεύω ότι παρακολουθώ τους πιο πολλούς αγώνες, από κάθε άλλο άνθρωπο στον πλανήτη. Παρακολουθώ περίπου 400 από την αρχή έως το τέλος και τις δυο πρώτες περιόδους στο 95% του συνόλου. Με ενδιαφέρει τι γίνεται στις άμυνες, τα plays των επιθέσεων, οι αρχικές πεντάδας, τα matchups, αλλά και οι συνήθειες των προπονητών. Το στιλ τους. Βέβαια, αρκετοί αποφασίζουν κατά τρόπο που θα τους επιτρέψει να κρατήσουν τη δουλειά. Δεν είναι πολλοί εκείνοι που μπορούν να πάρουν ρίσκα και να επιβιώσουν, αν δεν “βγουν”. Όταν δεν έχει live αγώνες, βλέπει εκείνους της προηγούμενης “αλλά δεν έχω την ίδια οξυδέρκεια, εν συγκρίσει με το πώς λειτουργώ όταν υπάρχει live action”.

Σε κάθε περίπτωση “δεν παρακολουθώ τα ματς, ως ένας απλός φαν, αλλά με θαυμασμό για τα όσα συμβαίνουν στα παρασκήνια. Προσέχω κυρίως τι γίνεται μακριά από την μπάλα. Είναι ωραίο να βλέπεις τι κάνει ένας προπονητής, αν είναι αυτό που είχες προβλέψει, αν είναι το καλύτερο που μπορούσε να κάνει. Η αλήθεια βέβαια, είναι ότι είχα πολύ μεγαλύτερη επιτυχία όταν εστίασα στο τι θα κάνει η κάθε ομάδα και πώς θα λειτουργήσει η όποια απόφαση, από ότι όταν σκεφτόμουν τι πρέπει να κάνει”.

Όλοι θέλουν ένα… κομμάτι από αυτόν

Η αλήθεια είναι πως πολλοί έχουν αναπτύξει βάσεις δεδομένων, ουδείς όμως σαν και αυτή του Βούλγαρη, ο οποίος κάνει προσομοίωση αποτελεσμάτων, βάσει των δεδομένων, χρησιμοποιώντας δικό του μοντέλο για όσα θα κάνουν οι ομάδες, σε συγκεκριμένα matchups. Εξυπακούεται πως η αξία αυτού που έχει δημιουργήσει, είναι τεράστια. Έχει ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια και ατελείωτες ώρες για να το φτιάξει, περισσότερες από αυτές που αφιερώνουν οι οργανισμοί του ΝΒΑ σε ανάλογα projects. Για αυτό και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τον πλησίασαν τα τελευταία 15 χρόνια, για να προσφέρει μια χείρα βοηθείας. “Αλλά δεν τους ένοιαζε να συνεργαστούμε για χρόνια. Σκέφτονταν μόνο το εφήμερο”. Και όλα έγιναν… στο μουλωχτό, διότι το στοίχημα πάντα θα είναι taboo για το ΝΒΑ, ενώ ένας gambler του βεληνεκούς του Βούλγαρη “καταστρέφει” τη γενικότερη εικόνα.

Ξέρει να πληρώνει τα λάθη του

Επειδή είχε όνειρο να γίνει μια μέρα GM σε ομάδα του ΝΒΑ, είπε να το προσπαθήσει. Αλλά δεν ήταν της μοίρας γραφτό. Για ένα-δυο χρόνια εργάστηκε ως σύμβουλος σε συμβόλαιο και πέρασε από συνεντεύξεις πολλών ομάδων. Είχε εγκαταλείψει το στοίχημα και τα εισοδήματα του ήταν 1/20 λιγότερα. Ώσπου διαπίστωσε ότι στο ΝΒΑ δεν έχει σημασία πόσα ξέρεις, αλλά ποιους ξέρεις. Η δική του άποψη δεν μετρούσε ιδιαίτερα (ασχέτως από το αν αποδεικνυόταν η σωστή), η υπομονή δεν ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του και επέστρεψε σε αυτό που ήξερε. “Σκέφτηκα πως ήμουν gambler σε όλη την ενήλικη ζωή μου. Αφήστε που μου είχε λείψει η δράση. Να ρισκάρω τα χρήματα μου, υποστηρίζοντας την άποψη μου. Δεν έχω βρει πολλούς ανθρώπους που να λένε “έκανα λάθος”. Εγώ πληρώνω τα λάθη μου. Ό,τι ισχύει στη ζωή, ισχύει και στο μπάσκετ. Οι καλές ομάδες προσαρμόζονται, οι κακές όχι”. Παρεμπιπτόντως, το ποσοστό επιτυχία του φτάνει το 70%. Pas mal.

Το νέο του χόμπι (και το νέο όνειρο)

Επειδή ΝΒΑ δεν έχει όλο το χρόνο και ο Βούλγαρης κάτι πρέπει να κάνει με την καθημερινότητα του, από το 2003 ασχολείται και με το pocker. Σαφέστατα και δεν εννοούμε ερασιτεχνικά. Έχει “βγάλει” 2 εκάτ. δολ. από τα τουρνουά που μετέχει και είναι στο Νο1 της σχετικής λίστας, στον Καναδά. Καταλήγοντας, εξηγεί πως “στη ζωή είναι πάντα ενδιαφέρον και χρήσιμο να έχεις στόχους. Ακόμα και αν δεν είναι ακριβώς ρεαλιστικοί”. Ποιο είναι το νέο πλάνο; “Να αγοράσω μια ομάδα μπάσκετ”.

 

To Top