Το ταλέντο του Σάσα Βεζένκοφ συναντήθηκε με το πεπρωμένο και δημιούργησαν μια πολύ ωραία ιστορία. Τα επιτεύγματα στην καριέρα ενός αθλητή είναι σημαντικά και είναι αυτά που τον καθιστούν κορυφαίο στον χώρο. Όσα συμβαίνουν όμως εκτός των τεσσάρων γραμμών, είναι εκείνα που τον κάνουν σπουδαίο άνθρωπο και γενικά, έναν ωραίο τύπο.
Ο Σάσα Βεζένκοφ δεν κυνηγούσε ποτέ τις προσωπικές διακρίσεις και τα ατομικά βραβεία. Ακόμα και σήμερα νιώθει αμήχανα, όταν χρειάζεται να μιλήσει για τον εαυτό του και πάντα έχει τον τρόπο να γυρνάει την κουβέντα από τον ίδιο στην ομάδα.
Το 2009, ο Αλέξανδρος σε ηλικία 14 ετών μπαίνει στο αεροπλάνο και προσγειώνεται στην πρωτεύουσα του μπάσκετ στην Ελλάδα, την Θεσσαλονίκη. Εκεί, θα αρχίσει το ταξίδι του Σάσα από τον πλανήτη Άρη για την κορυφή της Ευρώπης.
Το ταπεινό και πεινασμένο παιδί από τη Βουλγαρία είχε το βλέμμα πάντα ψηλά. Κοίταζε στην οροφή του Παλέ την φανέλα με το νούμερο 6 και συνδεόταν με τη διαπεραστική αύρα του Νίκου Γκάλη.
Διαβάστε το αφιέρωμα που έκανε το reader.gr:
H κλοπή του Σάσα από Μαντουλίδη και το NBA OUT
Ο τότε πρόεδρος του Άρη, Γιάννης Δαμιανίδης, κέρδισε την μάχη με τον Μαντουλίδη για την υπογραφή του Σάσα στα σημεία και έτσι το «ταλέντο από την Κύπρο» ντύθηκε στα κίτρινα, σε μια τέλεια ληστεία που άλλαξε την ιστορία.
«Η πρώτη επαφή ήταν στη Γ’ Γυμνασίου. Τον ήξερα και από την Κύπρο, ήταν ένας παίκτης αριστερόχειρας που έκανε τη διαφορά, για αυτό και τον ζήτησα. Ήμασταν σε επαφή αλλά υπήρχε ένα κώλυμα λόγω του Χριστοδούλου στον Μαντουλίδη. Είχαμε κάνει συζητήσεις για το σχολείο, είχα μάθει ότι οικογενειακώς πηγαίνουν για να προχωρήσουν τη μεταγραφή στο Μαντουλίδη. Τους πήρα τηλέφωνο και έκαναν αναστροφή και τελικά ήρθε στον Άρη. Είχα πολύ καλές παρτίδες με τον πατέρα του, είχαμε επικοινωνία. Τέλος καλό, όλα καλά», μου λέει στο τηλέφωνο ο Γιάννης Δαμιανίδης και γυρνάει πίσω τον χρόνο.
Στην αρχή έπαιζε στο εφηβικό, ήταν 15.5 χρονών και προπονούνταν με την πρώτη ομάδα. Εμείς του πληρώναμε σπίτι, σχολείο και έπαιρνε και κάποια χρήματα στο χέρι. Μας έλεγαν ότι ο Άρης δεν κοιτάει τις ακαδημίες και μετά από 35 χρόνια ξαναπήραμε το πανελλήνιο πρωτάθλημα.
Ο Σάσα ήταν πολύ αφοσιωμένος στο παιχνίδι, φοβερό ταλέντο, με ταχύτητα στην εκτέλεση. Μετά την προπόνηση σούταρε με κάτι μικρές μπάλες μπάσκετ που είχαν δύο φορές το σχήμα του πορτοκαλιού για να σταθεροποιήσει τον καρπό στο catch and shoot. Τη γράπωνε όλη με την παλάμη.
Πάρα πολύ ευγενικός, προσγειωμένος και συνεσταλμένος, κανείς δεν μπορούσε να πει κουβέντα για τον Σάσα. Δούλεψε πολύ το παλικάρι, δεν ήταν χαβαλές. Όλη η οικογένεια του ήταν μπασκετική, η αδερφή του στην Αμερική, η μαμά του αθλήτρια, ο μπαμπάς του μπασκετμπολίστας. Όταν ήρθε εδώ δεν είχε τίποτα άλλο. Εκεί ήταν υπεύθυνος ο Τσαχτάνης. Αυτός μας βοήθησε να τον εντάξουμε εκεί, δεν ήταν και το πιο εύκολο.
Όταν υπογράψαμε τον Σάσα λέω στον μπαμπά του ότι θα βάλω στο συμβόλαιο Nba Out, ένα εκατομμύρια δολάρια. Μου λέει ο Σάσο “τι λες ρε Γιάννη;”. Δάκρυσε ο μπαμπάς του, δεν το πίστευε, 15μιση χρονών ο Σάσα τότε. Πέρσι το καλοκαίρι με πήρε ο μπαμπάς του τηλέφωνο και μου λέει ήσουν ο μόνος που έλεγες για το ΝΒΑ και τώρα φεύγουμε για Αμερική».
Τα σχολικά τουρνουά με το Pinewood και η ιστορία με την ράμπα
Ο Νίκος Τσαχτάνης ήταν διευθυντής και γυμναστής στο Pinewood, το σχολείο που αποφοίτησε ο Βεζένκοφ. Το 2011, τα σχολεία μας βρίσκονται αντίπαλα στο πλαίσιο του τουρνουά της Γερμανικής Σχολής. Λίγο πριν ξεκινήσει το παιχνίδι ο «ψηλός ξανθός του Άρη» δεν είχε φανεί και πιστεύαμε ότι το ματσάκι είναι δικό μας.
Ένα λεπτό πριν το τζάμπολ, ένας δίμετρος τύπος με φανέλα Celtics σκάει στο γήπεδο και χωρίς προθέρμανση ξεκινάει πενταδάτος. Δεν φόρεσε καν τη στολή και έπαιξε με της Βοστώνης. Τάπες, καρφώματα, τρίποντα. Σα να παίζεις 2K με κωδικούς. Τελικό σκορ πολλά με λίγα.
Στα σχολικά πρωταθλήματα, το Pinewood με τον Σάσα δεν έβλεπε κανέναν και χωρίς αυτόν έχανε με 25 πόντους, εξηγεί ο Νίκος Τσαχτάνης και θυμάται τις μέρες του πρώην μαθητή του εντός και εκτός σχολικού πλαισίου.
«Είχα τον Σάσα και στο μάθημα της γυμναστικής, πέρα από μπάσκετ παίζαμε ποδόσφαιρο, βόλεϊ και ήταν σε όλα πρώτος και καλύτερος. Δεν φοβόταν μη πάθει κάτι, έπαιζε κανονικά και ήταν ο καλύτερος σε όλα τα σπορ. Το βασικό ήταν ότι το ευχαριστιόταν και δεν ήταν σνομπ.
Στα τουρνουά που παίζαμε, ο Σάσα αν δεν είχε αγώνες με τον Άρη ερχόταν, έπαιζε και κερδίζαμε με 25-30 πόντους. Όταν είχε αγώνες και δε μπορούσε να έρθει, χάναμε με 25-30 πόντους. Δεν λογάριαζε όμως να χτυπήσει, ήθελε να είναι απλώς κομμάτι του σχολείου και της κοινότητας.
Ήταν πολύ καλός μαθητής, με υψηλούς βαθμούς. Με τον πατέρα του ήμασταν φίλοι από παλιά και είχαμε παίξει αντίπαλοι το 1981 στο Πανευρωπαϊκό Εφήβων. Έγώ στην Εθνική Ελλάδος και αυτός στην Εθνική Βουλγαρίας. Όταν ξαναβρεθήκαμε και είχε φέρει τον γιο του, τρελαθήκαμε. Πίεζα τον Σάσο να πάει σε κολλέγιο, εκείνος δεν ήθελε πολύ και προτίμησαν την Ευρώπη. Το μόνο κομμάτι στο οποίο θα είχε περιθώριο ανάπτυξης ήταν το physical. Ίσως αυτό του κόστισε και πέρσι στο Σακραμέντο.
Ο Σάσα Βεζένκοφ
Η πιο σημαντική ιστορία από όλες είναι η εξής: Έρχεται ένας γονιός από τη Φλόριντα με τα δυο παιδιά του και εκείνος ήταν σε αναπηρικό αμαξίδιο. Πάει να μπει στο σχολείο και δεν είχαμε ράμπα, τον σηκώσαμε, τον βάλαμε μέσα και μας λέει “τι είναι αυτά, αμερικάνικο σχολείο και δεν έχει ράμπα;” Γίναμε ρόμπα εμείς.
Γίνεται μετά μια κουβέντα, με ρωτάει ο Σάσα τι έγινε και ποιός ήταν αυτός ο άνθρωπος και του λέω έτσι και έτσι. Το σχολείο τότε ήταν σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση. Ο Σάσα είχε πάρει μια μικρή υποτροφία και λέει “κόουτς, θα δώσω την υποτροφία μου και θα συνεισφέρω και εγώ για να κάνουμε τη ράμπα”. Κατευθείαν φέραμε τα συνεργεία, κάναμε την ράμπα, την πλήρωσε ο Σάσα και βάλαμε “προσφορά Βεζένκοφ”.
Μετά από μια εβδομάδα έρχεται ξανά ο γονιός, βλέπει τη ράμπα και δακρύζει, λέει αυτά δεν γίνονται ούτε στην Αμερική. Του λέω “φιλαράκι, έτσι είναι ο Σάσα”. Μιλάμε για μια εποχή που έπαιρνε δεκάρες από τον Άρη, δεκαεφτά χρονών ήταν. Έδειξε ψυχή το παιδί και την ποιότητα που έχει ως άνθρωπος.
Παίκτες υπάρχουν πολλοί, πρότυπα υπάρχουν λίγα. Όπως είναι ο Γιάννης στην Αμερική, έτσι είναι ο Σάσα στην Ευρώπη. Να σημειωθεί ότι το βραβείο για την υποτροφία το ψήφιζαν τα παιδιά, δεν το είχαν δώσει οι καθηγητές. Το πήρε ο Σάσα και το έδωσε πίσω στο σχολείο κατευθείαν».
Η μπασκετούπολη Θεσσαλονίκη μέσα από τα μάτια ενός ταξιτζή
Στις αρχές του Γενάρη ο Άρης αντιμετώπιζε τον Ολυμπιακό. Είχα αργήσει να ξεκινήσω και σταματάω έναν ταξιτζή στον δρόμο για να προλάβω το τζάμπολ. «Που πάμε;», «Παλέ». Με περνάει για Αρειανό και μου λέει «να δω ποιος θα μαρκάρει τον Φουρνιέ και τον Βεζένκοφ». Η τέλεια πάσα για να πιάσουμε μπασκετική κουβέντα, η οποία δεν θα μπορούσε να μη ξεκινήσει από τον τεράστιο Νίκο Γκάλη.
«Στις προπονήσεις στο Παλέ την δεκαετία του ‘80, πήγαιναν χίλια άτομα για να δουν τον Γκάλη. Μπασκετούπολη η Θεσσαλονίκη τότε. Εγώ ήμουν Ηρακλής αλλά υποστήριζα και Άρη. Ο μόνος παίκτης βέβαια που τον κοίταγε στα μάτια τότε ήταν ο Ίνγκραμ, το ξέρεις. 40 πόντους ο ένας, 30 ο άλλος. Από το 1987 που πήραμε το ευρωπαϊκό άρχισαν να ασχολούνται όλοι με το άθλημα.
Στην Αθήνα τότε δεν είχαν τις ομάδες που είχαμε εμείς εδώ. Τις Πέμπτες η Θεσσαλονίκη ερήμωνε, όλη η πόλη κλεινόταν στα σπίτια για να δει Άρη. Είχαν φυτρώσει παντού μπασκέτες μετά το 1987 και όλα τα πιτσιρίκια ήταν με μια μπάλα στα χέρια. Αυτό πάει τώρα, χάθηκε, η νεολαία δεν πηγαίνει στα ανοιχτά», μου λέει ο κύριος Νίκος και μόλις φτάνουμε έξω από το Παλέ ακολουθεί αυτούσιος ο παρακάτω διάλογος:
– Το όνομα σας;
– Νίκος
– Νίκο, θα γράψω για αυτά που είπες στο θέμα.
– Θα γράψεις και για τον Ίνγκραμ όμως έτσι;
– Εννοείται. Να σε βγάλω και μια φωτογραφία;
– Βγάλε, αρκεί να φαίνομαι ωραίος.
«Ήμασταν 15 χρονών, παίζαμε και δεν ξέραμε που θα φτάσουμε»
Μετά το τέλος του αγώνα περιμένω τον Σάσα στο προπονητικό γηπεδάκι πίσω από το Παλέ για να τα πούμε. Οι γονείς του χαιρετούν και αγκαλιάζουν φίλους και γνωστούς και μόλις βγαίνει από τη φυσούνα μικροί και μεγάλοι τρέχουν να βγάλουν φωτογραφία μαζί του. «Δώσε μου λίγο χρόνο αν μπορείς», μου λέει ευγενικά.
Πηγαίνουμε λίγο πιο δίπλα και η κουβέντα ξεκινάει με μια αναφορά στα πρόσωπα που μιλάνε για εκείνον στο θέμα. Χαμογελάει και ταυτόχρονα με κοιτάζει με ένα βλέμμα του στυλ «πού τους μάζεψες όλους αυτούς ρε μαλ*κα, τι έχεις κάνει εδώ».
Για τον Σάσα Βεζένκοφ, τα χρόνια στη Θεσσαλονίκη θα είναι πάντα τα χρόνια της αθωότητας.
«Ήμουν πολύ μικρός όταν ήρθα, δεκαπέντε κλεισμένα. Με βοήθησαν κυρίως κάποιοι φίλοι που έχω ακόμα και σήμερα να προσαρμοστώ, ο Γιώργος Φλιάτης, ο Λευτέρης (Μποχωρίδης), οι προπονητές μου, ο Κεσαπίδης και ο Κυριαζής. Στο σχολείο ήμουν ένα παιδί που έμπαινε σε μια καινούργια κοινωνία, έβλεπες διάφορες προσωπικότητες και παρουσίες από όλο τον κόσμο, από την Κίνα, την Αμερική, μιλούσαμε αγγλικά. Με βοήθησε να βλέπω άλλες κουλτούρες. Στο μπασκετικό κομμάτι, όταν μπαίνεις σε αυτό το γήπεδο και βλέπεις πάνω την οροφή, είναι μαγικά.
Θα έλεγα ότι ήταν τα καλύτερα χρόνια, σαν αγνά χρόνια, υπήρχε η παιδική αθωότητα. Ήρθα εδώ, ήμουν ένα παιδί από την Κύπρο που είχα κάνει κάποια καλά παιχνίδια στο πιο χαμηλό επίπεδο. Ήμασταν 15 χρονών, παίζαμε και δεν ξέραμε που θα φτάσουμε. Ωραία χρόνια, τα θυμάμαι και συγκινούμαι. Η κοινωνία της Θεσσαλονίκης είναι πολύ μικρή, όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους. Αγνά χρόνια που μένουν στη μνήμη. Όμορφα χρόνια χωρίς έγνοιες και προβλήματα.
Αυτή τη φορά μου έκανε και κάτι άλλο εντύπωση. Το 2011 που μπήκα στην πρώτη ομάδα θυμάμαι χαρακτηριστικά το παιδί του Γιάννη του Νικητάκη, του φρονιστή που ήταν ένα μικρό μωρό και τώρα έχει γίνει ολόκληρη κοπέλα. Πέρασαν 13-14 χρόνια από τότε, περνάει ο καιρός. Είδα τη μαμά του Λευτέρη που πάντα καθόταν και μας έβλεπε. Μεγαλώνουμε. Το σημαντικό είναι ότι κάθε φορά που έρχομαι σε αυτή την πόλη, έχω φίλους και γνωστούς και δε μπορώ να ξεχάσω τα ωραία χρόνια που περάσαμε εγώ και η οικογένεια μου».
«Αγαπούσαμε τον Σάσα για όλους τους λόγους του κόσμου, εκτός του μπάσκετ»
Η Παυλίνα Μπέτα ήταν στην ίδια παρέα με τον Σάσα στο σχολείο και έχει στο μυαλό της μόνο όμορφες εικόνες για τον φίλο της που «στον ελεύθερο του χρόνο έπαιζε και μπάσκετ».
«Πήγα στο Pinewood το 2012. Είχαμε ένα παρεάκι κατά βάση αγόρια με το οποίο ήρθαμε πολύ γρήγορα κοντά, μέσα σε μια διετία. Δεν ξέρω οι υπόλοιποι αν είχαν καταλάβει τι πάει να κάνει ο Σάσα. Για μένα ήταν απλώς ο φίλος και συμμαθητής μου που στον ελεύθερο του χρόνο παίζει και μπάσκετ.
Ήμασταν στο ίδιο σχολικό και καθόμασταν μαζί στη γαλαρία, στη μέση αυτός, γιατί μόνο εκεί χώραγε. Πολύ γέλιο και ωραίες στιγμές. Μέναμε σε διπλανά σπίτια. Νοίκιαζε μόνος του διαμέρισμα επειδή οι γονείς του έλειπαν και πηγαινοερχόντουσαν.
Ο Σάσα έπαιζε παράλληλα εφηβικό και αντρικό. Με το εφηβικό πήγαιναν σε διάφορες πόλεις και είχαμε πάρει το ΚΤΕΛ μαζί με τον φίλο μας τον Πάρη για Πάτρα για να δούμε ένα τουρνουά. Ήταν όλες οι οικογένειες των παικτών μαζί και εμείς για τον Σάσα. Θέλαμε να είμαστε εκεί για αυτόν, ήμασταν οικογένεια.
Θυμάμαι επίσης πολλά ποτά και ξενύχτια στο Μαρκίζ. Για έναν τύπο με ύψος 2,08 μπορώ να πω ότι δεν χόρευε καθόλου ατσούμπαλα. Του άρεσαν φουλ τα ελληνικά τραγούδια, τα λαϊκά. Τον θυμάμαι (σ.σ. γελάει) πάνω σε ένα πλαστικό τραπέζι να χορεύει.
Πολύ ταπεινός τύπος, δεν ένιωθες ότι είχε διαφορά με άλλα παιδιά στο σχολείο. Τον αγαπούσαμε για όλους τους λόγους του κόσμου, εκτός του μπάσκετ. Είναι πολύ δοτικός άνθρωπος, δεν ανοίγεται πολύ, παρότι χαβαλές, μόνο αν είσαι δικός του άνθρωπος. Είμαι πολύ περήφανη και ήξερα ότι θα πετύχει.
Μιλήσαμε τις προάλλες και ήταν σα να μη πέρασε μια μέρα. Ακούω νέα του από εδώ κι από εκεί και λέω “α δες πώς μιλάνε για τον φίλο μου τον Σάσα”. Είπαμε να βρεθούμε τώρα μόλις κατέβω Αθήνα. Ένας genuine, χαρισματικός τύπος».
«Με τον Σάσα δεν χρειάζεται να μιλάς μαζί του, απλά τον κοιτάζεις»
Ο Ανδρέας Κεσαπίδης, προπονητής του Σάσα στο εφηβικό έχει περάσει άπειρες ώρες μαζί του. Στον παίκτη του δεν έβλεπε μόνο ένα ταλέντο που θα λάμψει, αλλά παράλληλα και ένα τύπο που ορκίστηκε ποτέ να μη ξεχάσει με ποιους είναι.
«Είχαμε κλείσει τον Σάσα αρχές Ιούνη και τον κλέψαμε από τον Μαντουλίδη, την τελευταία στιγμή. Δεν τον είχαμε δει, είχαμε μιλήσει μόνο με την οικογένεια. Ήρθε Θεσσαλονίκη 5-6 μέρες μετά την αρχή της προετοιμασίας, τον είχαμε παρακολουθήσει και στο Πανευρωπαϊκό.
Ένα παιδί πολύ συνεσταλμένο, ώριμος μπασκετικά μέσα στο γήπεδο, πολύ καλό παιδί. Ο χρόνος προσαρμογής του ήταν πολύ γρήγορος, πέρασε μια εβδομάδα μαζί μας και ήταν σα να βρίσκεται χρόνια στην ομάδα.
Έχουμε πάρει τάιμ άουτ. Ο Μαντουλίδης είχε έξι συνεχόμενα πρωταθλήματα Θεσσαλονίκης, αήττητος για πολλά χρόνια. Τελευταία κατοχή, μπάλα εμείς. Πολλές διακυμάνσεις. Δείχνουμε ένα play για τον Σάσα να βγει από ένα σκριν.
Ο Μαντουλίδης είναι προσαρμοσμένος πάνω του, ο Σάσα κάνει άλλη κίνηση, πάει κόντρα στο σκριν που θα βγάζαμε για αυτόν και πηγαίνει στην ίδια ευθεία, παίρνει το σουτ και το βάζει. Μου άρεσε πολύ να παίζω με το ένστικτο των παικτών και αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό του Σάσα, το πώς παίζει με το ένστικτο του. Αλλάζει το play που δείχνουμε, βγαίνει να πάρει τη μπάλα, το βάζει και όλα καλά πήγαν. Με τον Σάσα δεν χρειάζεται να μιλάς μαζί του, απλά τον κοιτάζεις.
Μια αστεία ιστορία την οποία μπορεί να θυμάται και ο ίδιος είναι ότι απαγόρευα τις τσίχλες. Ο Σάσα μασούσε μαστίχα σε μια προπόνηση και του λέω να τη φτύσει και ασυναίσθητα τη βγάζει και την πετάει στις κερκίδες του Παλέ. Επί τόπου, πηγαίνει στις κερκίδες για να τη βρει και μετά κατεβαίνει ξανά κάτω για να συνεχίσει την προπόνηση.
Μπορεί να μην είναι το πιο αθλητικό παιδί ούτε να πηδάει πιο ψηλά από όλους. Ο τρόπος του όμως να αντιλαμβάνεται το παιχνίδι είναι ο κορυφαίος στην Ευρώπη. Το ταλέντο του να κινείται χωρίς τη μπάλα το είχε από την πρώτη του χρονιά στον Άρη.
Έχουμε επαφή, ακόμα και όταν ήταν στην Αμερική τα λέγαμε. Αυτό είναι και το πιο σημαντικό για τον Σάσα. Δεν ξεχνάει ποιος είναι και από που ξεκίνησε, αγαπάει τον Άρη και την πόλη της Θεσσαλονίκης και αυτό λέει πολλά για τον χαρακτήρα του. Έχει κρατήσει φιλίες με παιδιά από το εφηβικό τα οποία τον επισκέφτηκαν και στην Αμερική. Καταλαβαίνεις πολλά για τον συναισθηματικό του κόσμο.
Το μονό στα 101 και το στοίχημα με τα παπούτσια
Οι Σάσα Βεζένκοφ και Λευτέρης Μποχωρίδης δεν ήταν απλώς Bonnie and Clyde του Άρη, αλλά κάτι μεγαλύτερο. Η φιλία τους δεν περιοριζόταν στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου. Ήταν συμπαίκτες σε ίδια συγχορδία. Κολλητοί, στηρίγματα ο ένας για τον άλλον. Κάθε φορά που βρίσκονται αντιμέτωποι στο παρκέ, ο Λευτέρης βλέπει στο πρόσωπο του Σάσα, έναν φίλο, που μεγάλωσαν μαζί.
«Είχαμε περάσει μια διετία πολύ κοντά με τον Σάσα, μαζί στη προπόνηση, στο γυμναστήριο στο Καυτανζόγλειο, μετά το σχολείο. Είχαμε ζήσει τρομερές στιγμές την τελευταία χρονιά που πήραμε το Πανελλήνιο στο εφηβικό. Πολύ ωραία ομάδα με Γερομιχαλούς, Κελεσίδη, Φλιάτη, Κανάρα και προπονητή Κεσαπίδη. Ολοκληρώθηκε η διαδρομή με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Θυμάμαι μια πολύ διαφορετική προπόνηση, κάτω από τη θύρα 3 στη Χαριλάου. Δεν ήμασταν πολύ συγκεντρωμένοι, έδειχνε μια άσκηση ο κόουτς Κυριαζής και δεν έχουμε καταλάβει ακριβώς τι παίζει. Λέω στον Σάσα έλα να μου δείξεις, τα κάνουμε μαντάρα, θολώνει ο Κυριαζής και σηκώνεται και φεύγει. Δεν είχαμε να κάνουμε κάτι και λέμε να παίξουμε ένα μονό στα 101. Δεν σου λέω ποιος κέρδισε, να ρωτήσεις τον Σάσα.
Άλλο ένα σκηνικό που θυμάμαι με τον Σάσα είναι από την ανδρική ομάδα το 2012. Δεκαεφτά χρονών αυτός, δεκαοχτώ εγώ. Είχαμε στην ομάδα τον Σέρτζιο Κερούς και τον Ρόναλντ Ντέιβις. Τελειώνει μια προπόνηση και τους λέμε να παίξουμε μονάκι 2-2, παιδάκια εμείς τότε. Βάλαμε στοίχημα οι χαμένοι να αγοράσουν παπούτσια στους νικητές. Τους κερδίσαμε, αλλά οι απατεώνες δε μας πήραν ποτέ τα παπούτσια, μας τα χρωστάνε ακόμα. Αν τους βρεις κάπου, πες τους το.
Το μπάσκετ τότε ήταν όντως μεγάλο θέμα συζήτησης στην πόλη, είχαμε και το φορμάτ με το Final Four και στη Μίκρα οι αγώνες τότε ήταν αίμα κι άμμος. Παρότι παίζαμε στο ανδρικό δεν σνομπάραμε καθόλου το εφηβικό. Την επόμενη χρονιά είχαμε πάει και τελικό με τους άντρες στο Κύπελλο, στον ημιτελικό είχε κάνει όργια ο Σάσα με τον Πανιώνιο.
Δεν ξέραμε όντως πού θα φτάσουμε. Σκεφτόμασταν πολύ το μπάσκετ, τελειώναμε προπονήσεις με το ανδρικό και πηγαίναμε στη θύρα 3 που είχε πιο κοντές μπασκέτες για καρφώματα.
Οι δικοί μου ήταν πολύ κοντά, ο πατέρας μου είχε μεσολαβήσει στο να έρθει ο Σάσα και ήταν πάντα εκεί λόγω της αγάπης που είχε για τον Άρη και το πέρασε και σε εμένα αυτό. Όταν παίζουμε αντίπαλοι, μετά το τέλος του αγώνα πάντα σκέφτομαι ότι παίζω κόντρα σε έναν τύπο που μεγαλώσαμε μαζί. Τον βλέπω και τον χαίρομαι και πάντα θα θυμάμαι όλα αυτά που έχουμε περάσει».
