Ο Χάρης Παπαγεωργίου… αποκαλύπτεται πριν τιμηθεί από το Aris Golden Club!

Συνέντευξη για τα χρόνια του στον Άρη και την καριέρα του στο ελληνικό μπάσκετ έδωσε ο Χάρης Παπαγεωργίου με αφορμή την τιμητική εκδήλωση που θα λάβει χώρα στο ημίχρονο του αγώνα του Άρη με τον Ίκαρο Χαλκίδας στο Αλεξάνδρειο το απόγευμα του Σαββάτου με πρωτοβουλία του Aris Golden Club.

Παίζοντας σε εκείνα τα όμορφα και συνάμα δύσκολα χρόνια του μπάσκετ της Θεσσαλονίκης και μιλάμε για την προ-Γκάλη εποχή, τι σας έχει μείνει;

Ηρωικά χρόνια θα τα χαρακτήριζα, ξεκίνησα από τις αλάνες της Θεσσαλονίκης, έπαιξα ποδόσφαιρο από προσχολική ηλικία ακόμη και κάποια στιγμή ξεκίνησα να παρακολουθώ μπάσκετ στο ανοικτό γήπεδο της ΧΑΝΘ, τα πρωινά της Κυριακής που γινόταν χαμός από κόσμο. Εμείς δεν είχαμε άλλες παραστάσεις τότε, δεν υπήρχε τηλεόραση φυσικά και δεν ξέραμε και πολλά από μπάσκετ. Γνώρισα λοιπόν το μπάσκετ στο ανοικτό της ΧΑΝΘ κι εντελώς συμπτωματικά το καλοκαίρι του 1965 στη γειτονιά μου την Αγία Τριάδα στο Φάληρο, δίπλα στην εκκλησία έγινε ένα γήπεδο μπάσκετ κι αρχιμανδρίτης ο πατέρας Κωνσταντίνος Βαμβίνης έκανε μία ομάδα, την Αναγέννηση Αγίας Τριάδος. Το σπίτι μου ήταν σχεδόν μέσα στο γήπεδο.

Απ’όσο γνωρίζω όμως, το μπάσκετ δεν ήταν ο πρώτος αθλητικός σας σταθμός…

Στο ποδόσφαιρο μου είπαν κάποια στιγμή οι φίλοι στο γυμνάσιο να πάω να δοκιμαστώ στον Άρη. Εγώ είχα έφεση στο γκολ, έπαιζα σέντερ φορ. Όταν πήγα στο Χαριλάου, που ήταν καρβουνιάρικο τότε με μία μόνο κερκίδα επί της Παπαναστασίου, οραματίστηκα να φορέσω την κίτρινη φανέλα και να μπω να σκοράρω, να τρυπάω τα δίχτυα! Όμως ο Καλτέκης που ήταν τότε φροντιστής και προπονητής μου λέει «ψηλέ, εσύ σέντερ μπακ»! Μόλις το άκουσα αυτό, κατέρρευσε ο κόσμος μέσα μου, ήθελα να φύγω εκείνη τη στιγμή, έκανα την προπόνηση αλλά αποφάσισα να μην ξαναπάω και από τότε δόθηκα στο μπάσκετ. Παράλληλα ήμουν και σε ομάδες κωπηλασίας, στον Ι.Ο.Θ, όμως συνέπεσαν κάτι ευρωπαϊκοί αγώνες στη Λίμνη των Ιωαννίνων με ένα μπασκετικό τουρνουά στη Γερμανία και κλήθηκα να επιλέξω. Έτσι πήρα το δρόμο μου.

Στον Άρη πήγα πριν κλείσω τα 18 μου χρόνια, μετά από καλές εμφανίσεις με την εθνική ομάδα νέων το 1971 στο τουρνουά της Γιουγκοσλαβίας, όπου ήμουν στους διακριθέντες, μάλιστα ήμουν στους 3 πρώτους σκόρερ. Βέβαια με διεκδικούσε και ο ΠΑΟΚ μέσω του Ορέστη Αγγελίδη, βοηθού τότε του αείμνηστου Φαίδωνα Ματθαίου, αλλά όπως εξήγησα τότε και στον πρόεδρο τον Γιώργο Παντελάκη, εμένα το όνειρο μου ήταν να φορέσω την κίτρινη φανέλα και παρά το γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ μου έδινε περισσότερα χρήματα υπέγραψα στον Άρη και μάλιστα με λεφτά που δεν… πήρα ποτέ!

Αυτό το περίφημο σουτ, το «μαγικό» χέρι, ήταν απλά χάρισμα από όταν ξεκινήσατε ή εντολή κάποιου προπονητή;

Όχι, από την πρώτη στιγμή που μπήκα σε γήπεδο του μπάσκετ, πήρα την μπάλα, την πέταξα και μπήκε μέσα. Αυτό το στοιχείο με συνέδεσε με το άθλημα, αφού δεν είχα τηλεόραση, δεν είχα παραστάσεις. Μετά ακολούθησε σκληρή δουλειά, όμως άμα δεν προϋπάρχει ταλέντο δεν μπορείς να πετύχεις τίποτα.

Μια που το αναφέρατε αυτό, από το μπάσκετ κερδίσατε χρήματα;

Κοίταξε, όπως είπα ήταν μια ηρωική εποχή, έπαιζα σε ανοιχτά γήπεδα σε όλη την Ελλάδα, ακόμα και με την εθνική ομάδα, σε συνθήκες που μπορούν να χαρακτηριστούν πρωτόγονες. Κάτι τέτοιο συνέβαινε και στο οικονομικό κομμάτι, αφού δεν είχαμε απαιτήσεις, αγαπούσα το μπάσκετ, τον αθλητισμό, τον Άρη, οπότε ήμουν ευτυχής. Κάποια λίγα χρήματα υπήρχαν, που μάλιστα ονομάζονταν «οδοιπορικά και βελτίωση διατροφής» και ουσιαστικά αυτό ακριβώς ήταν, τα έξοδα σίτισης και μετακινήσεων. Βέβαια οι αθηναϊκοί σύλλογοι, ΠΑΟ και Ολυμπιακός είχαν άλλες παροχές για τους παίκτες και διαφορετικά οικονομικά μεγέθη.

Είστε ένας αθλητής που μέσω ταλέντου και σκληρής δουλειάς οδηγείτε την ομάδα σας στην κορυφή της Ελλάδας το 1979, ένα επίτευγμα ιστορικό για τον Άρη και τη Θεσσαλονίκη. Πάνω όμως στο απόγειο της δόξας έρχεται και η μεγαλύτερη ατυχία που μπορεί να υποστεί ένας επαγγελματίας αθλητής, ένας μακροχρόνιος τραυματισμός…

Το 1979, στο τελευταίο αγωνιστικό σαββατοκύριακο και στο κορυφαίο σημείο της καριέρας μου, όταν κατακτήσαμε μετά από 49 χρόνια το πρωτάθλημα για τον Άρη, έπαθα ρήξη αχιλλείου τένοντα. Ταλαιπωρήθηκα αρκετά, έκανα δύο επεμβάσεις κι έχασα 2 πρωταθλήματα λόγω υποτροπών, γιατί έμπαινα άκαιρα μέσα χωρίς να είμαι έτοιμος. Ουσιαστικά μετά από κάτι τέτοιο δεν γίνεται να επανέλθεις πλήρως, γιατί «τραυματίζονται» το μυαλό σου και η ψυχολογία σου. Με πιέζαν και οι παράγοντες της ομάδας, ενώ είχα συγκεκριμένο πρόγραμμα από τη Φινλανδία και τελικά ήρθε η υποτροπή ξαναταξίδεψα εκεί και το αποτέλεσμα ήταν να μείνω δύο ολόκληρα χρόνια εκτός γηπέδων. Από τότε δεν μπόρεσα ποτέ να πατήσω καλά και να διατηρήσω τους μέσους όρους μου, όμως κατάφερα να επιστρέψω και να αγωνίζομαι μέχρι το 1987.

Πέρα από την κατάκτηση του πρωταθλήματος όμως, μαζί με εκείνη τη σπουδαία ομάδα του Άρη το 1979 αφήσατε στην ιστορία μεγάλα ρεκόρ, ομαδικά κι ατομικά…

Εκείνη η ομάδα έγραψε ιστορία και μάλιστα έχουμε το ρεκόρ σε κατοστάρες, ακατάρριπτο και στην εποχή του Γκάλη και του Γιαννάκη, χωρίς τρίποντα. Και το δικό μου το προσωπικό ρεκόρ είναι χωρίς τρίποντα, μια επίδοση που θα ταν ακόμα καλύτερη, αν δεν είχα δύο …εμπόδια. Το πρώτο ήταν ένα ματς στην Αθήνα με τον Ολυμπιακό, που 10-12 λεπτά πρίν τη λήξη είχα πάνω από 30 πόντους, αλλά ο Ολυμπιακός μηδενίστηκε και η στατιστική έγραψε μηδέν, ενώ το δεύτερο ήταν ένας αγώνας με τον ήδη υποβιβασμένο Έσπερο, που προφυλάχθηκα λόγω τροφικής δηλητηρίασης. Ήδη πρωταθλητές εμείς, το ματς θεωρήθηκε εύκολο, όμως δυόμιση λεπτά πριν τη λήξη ήμασταν πόντο-πόντο και ο Ιωαννίδης μου λέει «Μπες, μην ξεφτιλιστούμε». Τελικά έβαλα 6 πόντους κάτι που έριξε το σύνολο. Αυτά τα δύο παιχνίδια δεν με άφησαν να ξεπεράσω το όριο των 40 πόντων ανά αγώνα.

Χρονιά-ορόσημο για σας το 1979, αφού συντελούνται τρία γεγονότα ιδιαίτερης σημασίας. Το πρωτάθλημα, ο τραυματισμός και η έλευση του Νίκου Γκάλη…

Με τον Γκάλη δεν συνέπεσα πολύ αγωνιστικά, αν και όταν έπεσε το όνομα του στο τραπέζι αμέσως συναίνεσα να έρθει, γιατί ήμουν… σολίστας στην επίθεση, οι άμυνες ήταν εξουθενωτικές και η ομάδα επρόκειτο να αγωνιστεί στο Κύπελλο Πρωταθλητριών εκείνη τη χρονιά. Τότε φέραμε δύο Αμερικάνους, τον Τζόις και τον Τέιλορ, ενώ το δελτίο του Γκάλη ήρθε αργά και δεν πρόλαβε να κάνει συμμετοχή. Μάλιστα ο Νίκος ήρθε με την προοπτική να αποτελέσουμε ένα ασυναγώνιστο δίδυμο στην επίθεση, όμως έτυχαν οι τραυματισμοί μου σε εκείνο το σημείο και δεν μπόρεσα να βοηθήσω την ομάδα στα τρια χαμένα πρωταθλήματα της περιόδου 1980-82. Με την επιστροφή μου το 1982-83 κατακτήσαμε το πρωτάθλημα μαζί με τον Νίκο και στη συνέχεια έφυγα για τον Φαίακα Κέρκυρας, στη Β’Εθνική τότε, αρνούμενος προτάσεις ΠΑΟΚ, Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού για να μην αναγκαστώ να αγωνιστώ απέναντι στην αγαπημένη μου ομάδα.

Αγωνίζεστε λοιπόν σε δύο διαφορετικές εποχές του ελληνικού μπάσκετ, με την έννοια πως με την έλευση του Γκάλη άλλαξαν όλα. Τα χρόνια περνούν, ο Άρης κερδίζει και Θεσσαλονίκη γίνεται το κέντρο του ελληνικού μπάσκετ. Πως άλλαξαν οι υποδομές και οι συνθήκες στη «χρυσή» δεκαετία του 1980;

Ήταν μια μεταβατική περίοδος, άλλα σύντομη. Η πρώτη, ερασιτεχνική περίοδος ξεκινάει από το 1971 μέχρι την εκπλήρωση του μεγάλου μας στόχου με την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1979. Με την έλευση του Γκάλη οι παράγοντες αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν, γιατί ο Νίκος ήταν ψυχρός επαγγελματίας κι έλεγε «ήρθα από την Αμερική, θέλω 1η του μηνός τα λεφτά». Με μας είχαν …καλομάθει και καθυστερούσαν για μήνες τις πληρωμές. Πηγαίναμε στη διοίκηση, μας λέγαν «Χάρη δεν έχει» και φεύγαμε, τόσο απλά! Ήρθε όμως στην ελληνική πραγματικότητα ο Γκάλης που έμαθε σε όλους μας το «No pay, no play» κι άλλαξαν τα πάντα, για μας κάτι αδιανόητο τότε, αναγκάζοντας και τους παράγοντες να προσαρμοστούν σε νέα δεδομένα. Κάπως έτσι άλλαξε η εποχή, από ερασιτεχνική σε επαγγελματική, δεν ήταν τόσο το ότι υπήρχαν τα μεγάλα ταλέντα, ταλέντα υπάρχουν πάντα, αλλά το γεγονός πως ο Γκάλης δημιούργησε ένα νέο καθεστώς, μια νέα πραγματικότητα στο ελληνικό μπάσκετ.Με τη σειρά του ο ΠΑΟΚ για παράδειγμα, έπρεπε να προσαρμοστεί για να αντιμετωπίσει τον αντίπαλο, οπότε έφερε τον Πρέλεβιτς, τον έναν, τον άλλον κι όλα άλλαξαν. Μέσα σε όλα ήρθε η τηλεόραση, μπήκαν διαφημίσεις παντού, στις φανέλες, στο γήπεδο και το μπάσκετ του ’80 γέμισε λεφτά, με τη Θεσσαλονίκη στο κέντρο και την Αθήνα σε καθίζηση.

Όμως οι ρόλοι άλλαξαν γρήγορα, έφτασε και η πτώση της Θεσσαλονίκης και πλέον φτάσαμε στο σημείο να παρακολουθούμε μονάχα δύο ομάδες…

Ακριβώς, ξαναγυρίσαμε πίσω στη δική μου εποχή  και ξαναβλέπουμε Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός πάλι όπως το ’70 με την εξαίρεση του άθλου του Άρη. Σαν το μπάσκετ να έκανε έναν κύκλο και να ξαναγυρίσαμε στο ίδιο σημείο.

Γίνεται μεγάλος λόγος για τις ευρωπαϊκές πορείες του Άρη της «χρυσής εποχής» όμως η ομάδα δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει στο ψηλότερο σημείο της Ευρώπης κάτι που στη συνέχεια κατάφεραν πολλές φορές οι «μεγάλοι» της Αθήνας. Υπήρχε κάτι που έλειπε τελικά τότε ή μήπως ο ανταγωνισμός απλά ήταν εντονότερος;

Πάντα υπάρχουν καλές ομάδες, δηλαδή όπως τότε υπήρχαν η Μπαρτσελόνα, η Μακάμπι, η Φίλιπς Τρέισερ και η Γιουγκοπλάστικα σήμερα υπάρχουν δυνατά σύνολα και το μπάσκετ έχει επεκταθεί. Ένα σφάλμα πάντως που έκανε η διοίκηση του Άρη είναι πως ποτέ δεν έφερε πρωτοκλασάτους ξένους για να ενισχύσουν τον ελληνικό «κορμό» της ομάδας.

Μιλήσαμε για τις χειρότερες στιγμές πιστεύω, τις χαμένες χρονιές λόγω του τραυματισμού. Ποιες όμως ήταν οι καλύτερες στιγμές και ποια τα οφέλη που σας κάνουν να νιώθετε ευτυχισμένος που ασχοληθήκατε με το άθλημα;

Δύσκολα χρόνια εκείνα, ψυχικά και σωματικά. Αλλά τα οφέλη είναι τεράστια, το κοινωνικό κεφάλαιο μέχρι σήμερα είναι ανεκτίμητο, δηλαδή να μαθαίνω ως ο κόσμος δείχνει σεβασμό κι αγάπη στην αθλητική διαδρομή μου. Ελπίζω πως σε αυτό παίζει ρόλο και το ήθος που προσπάθησα να προβάλλω όλα αυτά τα χρόνια, για να αποτελέσω πρότυπο για νεότερες γενιές.Μπορεί να ακούγεται ίσως εγωιστικό και υπερφίαλο, όμως πέρα από τις αγωνιστικές διακρίσεις, ήθελα να μνημονεύομαι ως ένας αθλητής με ήθος.

Πέρα από αυτό θεωρώ πως ένας λόγος που παραμένετε αξέχαστος στις συνειδήσεις του κοινού είναι το ότι αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τα κοινά, διαθέτοντας ήδη αξιοζήλευτη κοινωνική και πολιτική δράση…

Πολιτική με την ευρύτερη έννοια να σημειώσουμε, αφού σε κόμματα δεν υπήρξα ποτέ μέλος και περιορίστηκα σε συνεργασίες σε αυτοδιοικητικό επίπεδο, με εξειδίκευση σε θέματα βεβαίως πολιτισμού κι αθλητισμού. Ναι αυτή η δράση μου σε πολιτικοκοινωνικό επίπεδο με βοήθησε να παραμείνω κοντά στον κόσμο. Ασχολήθηκα με βοήθεια σε άτομα με αναπηρία, με τη νεολαία που έχει προβλήματα από εξαρτησιογόνες ουσίες, δύο τομείς στους οποίους έχω αφιερώσει σημαντικό μέρος της ζωής μου και θεωρώ πως ο αθλητισμός αποτελεί όχημα για την επίτευξη τέτοιων στόχων γιατί ξεφεύγει από τα στενά όρια των τεσσάρων γραμμών κι αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο.

Έχοντας λοιπόν την εμπειρία μέσω των πολλών συνεργασιών κι έχοντας την δικιά σας πολιτική κίνηση, πιστεύετε πως έρχεται η ώρα να περάσετε στην «πρώτη γραμμή»;

Περισσότερο είμαι περήφανος για δράσεις κοινωνικού χαρακτήρα και πέρα των στενών ορίων του δήμου Θεσσαλονίκης, μέσω και της Ανεξάρτητης Κίνησης Ενεργών Πολιτών, που ιδρύθηκε το 2006. Τα κόμματα δεν αφήνουν περιθώριο σε καμιά κοινωνική δραστηριότητα, γιατί εμπλέκονται στην τοπική αυτοδιοίκηση και επιβάλουν δικούς τους ανθρώπους, ενώ θα έπρεπε οι τοπικές κοινωνίες να προωθούν δικούς του ανθρώπους γνωστούς ως οι πιο άξιοι κι έντιμοι.Αυτό δεν έγινε ποτέ όμως στις αυτοδιοικητικές εκλογές για με την εμπλοκή τους τα κόμματα προβάλλουν κομματικά στελέχη, θέλοντας παράλληλα να καταγράψουν τη δικιά τους εμπλοκή σε επίπεδο αυτοδιοίκησης.

Για την κεντρική πολιτική σκηνή και την επικρατούσα κατάσταση η άποψη σας;

Είμαι πάρα πολύ επιφυλακτικός, γιατί έχω παρακολουθήσει από κοντά πως ξεκίνησε η προσπάθεια της μεταπολιτευτικής ελληνικής δημοκρατίας, τι όνειρα είχαμε όλοι μας το 1974 και που καταλήξαμε μετά από περίπου 40 χρόνια. Πιστεύω πως τη μερίδα του λέοντος έχουν τα δύο μεγάλα κόμματα που κυβέρνησαν. Η ασχημη κατάσταση δεν αφορά μόνο τα οικονομικά μεγέθη, αλλά η εξαθλίωση είναι και κοινωνική, σε επίπεδο πολιτισμού ειδικά. Τα προβλήματα είναι γνωστά ,τα βιώνουμε καθημερινά και βασικούς υπευθύνους θεωρώ τα δύο μεγάλα κόμματα που είχαν και τη μεγαλύτερη υποστήριξη του λαού. Να τονίσουμε επίσης πως την προηγούμενη περίοδο πέρα από την πλασματική οικονομική ανάπτυξη, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ διαχειρίστηκαν και τρία ευρωπαϊκά πακέτα στήριξης με εισροή κεφαλαίων αξίας δισεκατομμυρίων. Ασφαλώς οι διαχειριστές πρέπει να θεωρηθούν υπεύθυνοι και τα πρόσωπα που συμμετείχαν στη κακοδιαχείριση οφείλουν να κάνουν την αυτοκριτική τους και να αποσυρθούν.

 

To Top