Περίπου 300 χιλιόμετρα Βορειοδυτικά του Μπουένος Άιρες, βρίσκεται το Ροσάριο. Παράξενη η ποδοσφαιρική του παράδοση. Θαρρείς κι απ’ τα στενά του ξεπηδούν ατόφια ταλέντα.
Από τον Χόρχε Βαλντάνο στον Λιονέλ Μέσι, από τον Νέστορ Σενσίνι στον Μαουρίτσιο Ποκετίνο, από τον Μάριο Κέμπες στον Μαρσέλο Μπιέλσα. Τα παιδιά του Ροσάριο κατέκτησαν τον κόσμο, μπόλιασαν την Αργεντινή με προσωπικότητες. Κι όλη η πόλη «αναπνέει» ποδόσφαιρο. Στο εσωτερικό της το ντέρμπι Σεντράλ-Νιούελς δεσπόζει, κάνοντας τους πάντες κινούνται στο ρυθμό του. Ο Ρομπέρτο Φονταρόσα, ένας από τους κορυφαίους γελοιογράφους, σχεδιαστές κόμικ και συγγραφείς που γέννησε η Αργεντινή, κάποτε απέρριψε την πρόταση να γίνει Γενικός Γραμματέας Πολιτισμού του Ροσάριο, τονίζοντας πως «Ας υποθέσουμε ότι γίνονται τα εγκαίνια μιας μεγάλης έκθεσης και την ίδια ώρα παίζει η Σεντράλ. Θα είναι κρίμα, αλλά εγώ θα βρίσκομαι στο γήπεδο».
Ο «Τσε» του ποδοσφαίρου
Στο Ροσάριο γενήθηκε κι ο Τομάς «Τρίντσε» Κάρλοβιτς. Γιος Κροάτη μετανάστη, έγινε ο μεγαλύτερος ίσως ποδοσφαιρικός μύθος στη χώρα της Λατινικής Αμερικής, με δυναμική που αγγίζει εκείνη του Τσε Γκεβάρα, ενός ακόμα θρύλου του Ροσάριο. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν εικόνες και βίντεο, ίσως τον κάνει ακόμα μεγαλύτερο. Ο Ντιέγκο Μαραντόνα είχε πει πως Κάρλοβιτς ήταν ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που έχει δει ποτέ στη ζωή του. Κάποτε, όταν ήταν στην Κόρντομπα, ένας οπαδός του είχε ζητήσει να δοκιμάσει διπλή «ποδιά». Δηλαδή να περάσει τη μπάλα κάτω από τα πόδια του αμυντικού, να αλλάξει κατεύθυνση και να την ξαναπεράσει. Φυσικά, τα κατάφερε. «Ηταν ένας θρύλος του ρομαντικού ποδοσφαίρου, που δεν υπάρχει πια», είχε πει ο Χόρχε Βαλντάνο. «Με συγκινούσε να τον βλέπω με την μπάλα», έλεγε ο Χοσέ Πέκερμαν.
Όταν η Εθνική Αργεντινής έπαιξε στο πλαίσιο της προετοιμασίας της για το Μουντιάλ του 1974 με μια μεικτή ομάδα από το Ροσάριο, οι εφημερίδες αναρωτιούνταν σύσσωμες γιατί ο Κάρλοβιτς δεν θα ταξιδέψει στο Μουντιάλ. Η ομάδα του Ροσάριο νίκησε 3-1 κι οι φήμες έλεγαν πως άνθρωποι της εθνικής παρακαλούσαν τον προπονητή να βγάλει τον τύπο με την χαίτη, που σμπαράλιαζε το ηθικό των παιδιών που εκπροσωπούσαν τη χώρα. Την απάντηση την έδωσε ο Σέσαρ Λουίς Μενότι: ««Υπήρξε ένας ήρωας που έκανε πιο όμορφη την πιο άσχημη εποχή της χώρας, αλλά ποτέ του δεν θυσίασε τίποτα για την ομάδα και τους στόχους της». Λίγα χρόνια μετά, ήταν εκείνος που τον είχε καλέσει στην εθνική. Ο Κάρλοβιτς δεν εμφανίστηκε ποτέ. Φέρεται να απάντησε πως είχε πάει για ψάρεμα, γιατί ήθελε να προλάβει την άμπωτη. Μια από τις αμέτρητες ιστορίες που κυκλοφορούν αναφέρει πως ένας διαιτητής κάποτε τον απέβαλε κι έπειτα τον ικέτευε να επιστρέψει, φοβούμενος πως ο κόσμος θα τον λυντσάρει. Είχε βγάλει από τον αγωνιστικό χώρο τον λόγο που τους είχε φέρει στο γήπεδο. Ο θρύλος του περνά από στόμα σε στόμα, καθώς ένα ντοκιμαντέρ κι ένα βιβλίο είναι ό,τι υπάρχει επίσημα καταγεγραμμένο. Γιγαντώνεται συνεχώς, για έναν πραγματικό εραστή της μπάλας, χωρίς κανένα ενδιαφέρον για το χρήμα ή την καριέρα. Έναν καταραμένο καλλιτέχνη, με μοναδική κληρονομιά την ανυπέρβλητη υστεροφημία του.
Η συνάντηση δύο θρύλων κι η επίθεση για μια μηχανή
Τον περασμένο Φλεβάρη, ο Μαραντόνα επέστρεψε στο Ροσάριο, την ποδοσφαιρική παράδοση του οποίο είχε τιμήσει φορώντας για ένα διάστημα τη φανέλα Νιούελς. Όταν είχε πάει να υπογράψει, ένας δημοσιογράφος τον είχε αποκαλέσει κορυφαίο όλων. Ο Ντιεγκίτο είχε απαντήσει: «Ο καλύτερος ποδοσφαιριστής έχει ήδη παίξει στο Ροσάριο. Το όνομά του είναι Κάρλοβιτς». Αυτή τη φορά, ο Μαραντόνα ήταν στο πόστο του προπονητή της Χιμνάσια ι Εσγρίμα Λα Πλάτα. Oι διοικούντες της Ροσάριο έπεισαν τον Τρίντσε να πάει στο ξενοδοχείο για μια συνάντηση που αν γινόταν στο γήπεδο, ίσως άλλαζε την ιστορία. Όπως αποκάλυψε ο ίδιος αργότερα σε τοπικό ραδιόφωνο, οι άνδρες ασφαλείας του ξενοδοχείου ήθελαν να τον πετάξουν έξω, όταν εμφανίστηκε στη ρεσεψιόν ο Μαραντόνα. Έτρεξε και τον αγκάλιασε, του μίλησε στ’ αυτί και του χάρισε μια υπογεγραμμένη φανέλα που έγραφε: «Τρίντσε, ήσουν καλύτερος από ό,τι εγώ». Εκείνος του απάντησε: «Ντιέγκο, είσαι ο σπουδαιότερος που έχω δει στη ζωή μου. Τώρα μπορώ να φύγω” ήρεμος». Αργότερα, δήλωσε πως θα έδινε τα πάντα για να συνυπάρξει με τον Μαραντόνα στο γήπεδο. «Θα έδινα τη ζωή μου για να μοιραστώ τον αγωνιστικό χώρο με τον Ντιέγκο».
Τότε, φυσικά, δεν μπορούσε να ξέρει πως τον Μάιο του 2020, κοντά στο σπίτι που γεννήθηκε και συνέχιζε να ζει, δύο πιτσιρικάδες θα τον χτυπούσαν με λοστό στο κεφάλι για να του κλέψουν τη μηχανή. Ο 74χρονος έπεσε θύμα ενέδρας κι έμεινε παρατημένος στον δρόμο. Μάλλον δεν είχαν ιδέα ότι χτυπούσαν την ίδια την ιστορία της πόλης τους. Για μια μηχανή, την πέμπτη που του κλέβουν στη γειτονιά που επέλεξε να μην αποχωριστεί ποτέ. Ένας περαστικός τον εντόπισε και κάλεσε το ασθενοφόρο. Ο γιος του δήλωσε την Πέμπτη (07/05) πως ο Κάρλοβιτς βρίσκεται στην εντατική διασωληνωμένος, με αιμάτωμα στο κεφάλι, το οποίο οι γιατροί προσπαθούν να περιορίσουν. Ζήτησε από τον κόσμο να «έχει πίστη», για ένα σύμβολο που δεν σβήνει. Για ένα σύμβολο, που όπως είχε πει ο Μενότι: «ήταν το υπέρτατο ενός ρομαντικού ποδοσφαίρου. Και στο Ροσάριο, που αποτελεί έναν ακραίο τρόπο για να είσαι Αργεντινός, αυτό μετράει μέχρι τέλους…». Η πίστη δεν ήταν αρκετή. O Τρίντσε «έφυγε», όμως ο θρύλος του θα ζει για πάντα.