Ο Θοδωρής Καρυπίδης μαζί με τον Κωνσταντίνο Διαμαντόπουλο, συναντήθηκαν χθες με τους ιθύνοντες της Ουντινέζε και συζήτησαν για ποδοσφαιριστές. Μάλιστα, είχαν συνομιλία και με τον ιδιοκτήτη των Ιταλών, Τζαμπάολο Πότσο. Η οικογένεια του οποίου, πολύ απλά… επενδύει στο ποδόσφαιρο, έχοντας εκτός από την Ουντινέζε και τις Γουότφορντ και Γρανάδα!
Διαβάστε ένα πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα στην συγκεκριμένη οικογένεια…
Δεν είναι αυτό που σκέφτεστε. Δεν έχει καμία σχέση με τις πολυεθνικές που έχουν εισχωρήσει στο ποδόσφαιρο, με απώτερο σκοπό να ενισχύσουν το brand τους και να σπαταλήσουν αλόγιστα τα εκατομμύρια. Μιλάμε για τους τέλειους επιχειρηματίες, που ναι μεν αποκομίζουν κέρδη από το άθλημα, αλλά χωρίς να ξεπουλούν τη “ψυχή” των συλλόγων τους. Χωρίς να αλλοιώνουν τις ταυτότητές τους. Πάμε όμως να εξηγήσουμε για τι πράγμα μιλάμε και γιατί ο συγκεκριμένος τρόπος λειτουργίας μπορεί να θεωρείται κάλλιστα… υγιέστατος!
Σεζόν 1986-87. Η πρώτη του Τζιαμπάολο Πότσο (πατέρα της οικογενείας σήμερα) στο ποδόσφαιρο. Έχει μόλις αγοράσει την Ουντινέζε, διασώζοντάς την από τη χρεωκοπία και τη διαφθορά που την μάστιζε. Αρκετά χρόνια αργότερα, χάρη σε ένα άρτια δομημένο πλάνο (θα εξηγηθεί παρακάτω περί τίνος μιλάμε), παγιώθηκε στη Serie A και, μάλιστα, κατάφερε να πραγματοποιήσει κάμποσες αξιοπρόσεκτες ευρωπαϊκές πορείες.
Η ισπανική Γρανάδα, αγοράστηκε το 2009 και χάρη στη καθοριστική βοήθεια της έτερης ομάδας των Πότσο, ανασηκώθηκε από τον έναν βαθύ “λήθαργο” 33 ετών, πραγματοποίησε δύο διαδοχικές ανόδους μέχρι την Λα Λίγκα και σήμερα έχει κατορθώσει να παραμείνει εκεί για τέσσερις σεζόν. Τα χρέη της ισπανικής ομάδας, προ της ανάληψης της από τους Ιταλούς, άγγιζαν τα 12 εκατ. ευρώ.
Όταν εξαγοράστηκε η Γρανάδα, οι περισσότεροι θεώρησαν ότι θα αποτελούσε ένα βοηθητικό κλαμπ για τους Ιταλούς. Όπως όμως αποδείχτηκε, κάθε άλλο παρά κακό έκανε η συνεργασία αυτή στην ισπανική ομάδα. Εκμεταλλεύτηκε πλήρως τα πλεονάσματα που της προσφέρθηκαν. Oι διαδοχικές άνοδοι επιτεύχθηκαν -σχεδόν εξ ολοκλήρου- χάρη στους δανεικούς παίκτες που είχε την ευχέρεια να παίρνει από την Ουντινέζε. Στην πρώτη σεζόν της εταιρικής σχέσης, δέκα παίκτες πραγματοποίησαν το δρομολόγιο Ιταλία–Ισπανία.
Φτάνουμε στο 2012. Η Γουότφορντ περνά από τον Λόρενς Μπασίνι, που την είχε πάρει το 2010, στην οικογένεια Πότσο, έναντι 500 χιλ. λιρών. Ο Άντριου Ανδρονίκου, συνεργάτης μια λογιστικής εταιρείας που συμβούλεψε την διοίκηση για την πώληση, είπε: “Η οικογένεια Πότσο έχει αποδεδειγμένα την εμπειρία, μετά από την αναστήλωση δύο ομάδων. Αυτή η συναλλαγή είναι σημαντική, καθώς εισάγει την οικογένεια με μία ασφαλή συνταγή στη Βρετανία για να κάνει γνωστή την επιτυχημένη της φόρμουλα.”
Πρώτοι στόχοι; Η άνοδος στην Πρέμιερ Λιγκ και η επίτευξη της καθιέρωσης. Το πρώτο έχει ήδη συμβεί. Στόχοι μετά και την καθιέρωση; Σύντομα, η ομάδα να ξεκινήσει να παράγει ελκυστικό ποδόσφαιρο, ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει, σταδιακά, και μια νέα βάση οπαδών.
Κάπου εδώ, σημειώστε ότι στους λογαριασμούς της Γουότφορντ , για την περίοδο 2013-14, ο σύλλογος είχε ζημία 300 χιλ. λίρες. Το τέταρτο καλύτερο οικονομικό μοντέλο, σε ένα πρωτάθλημα όπου τα περισσότερα σωματεία σημείωσαν απώλεια άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ. Ένα εκ των πρώτων δειγμάτων, του τι είναι ικανοί να προσφέρουν οι Πότσο.
Οι νέοι ορίζοντες που ανοίγονται
Με την εγγύτητα του Λονδίνου και την εισροή ποσών που προκαλούν ίλιγγο από τα τηλεοπτικά δικαιώματα της Πρέμιερ Λιγκ, πλέον επισκιάζονται όλα όσα μπορεί να προσφέρει η Serie A. Η άνοδος της Γουότφορντ στην κορυφαία κατηγορία της Αγγλίας, αντιπροσωπεύει μια ριζική αλλαγή εξουσίας.
Η Γουότφορντ εξελίσσεται στη νέα ναυαρχίδα της οικογένειας των κλαμπ των Πότσο, οι οποίοι βλέπουν την αγγλική ομάδα ως μια ιδανική προοπτική επέκτασης στο χώρο του ποδοσφαίρου. Ως ένα ακόμη τέλειο κομμάτι του επιχειρηματικού τους παζλ.
Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι το γεγονός ότι, τον πρώτο χρόνο της άσκησης του νέου καθεστώτος, οι Πότσο κατηγορήθηκαν ότι είχαν σκοπό να μετατρέψουν τη Γουότφορντ σε ομάδα-αποθήκη. Κάτι το οποίο προφανώς και διαψεύστηκε κατηγορηματικά στην πράξη. Ο κόσμος της Γουότφοντ βλέπει την ομάδα να εκσυγχρονίζεται και να αναπτύσσεται προσεγμένα στον ποδοσφαιρικό χάρτη. Ο σύλλογος έχει αποκτήσει άλλο κύρος.
Η επένδυση στην αγγλική ομάδα αγγίζει μέχρι στιγμής τις 20 εκατομμύρια λίρες, οι οποίες και έχουν αναλωθεί στην κάθαρση των χρεών (ένα ποσό το οποίο ανερχόταν γύρω στις 10 εκατ. λίρες) και σε σταδιακή αναβάθμιση του συλλόγου. Στο ποσό αυτό βεβαίως, δεν περιλαμβάνονται τα -εικονικά, αν θέλετε- έξοδα, τα οποία έχει κάνει για να αποκτήσει παίκτες είτε από τη Γρανάδα, είτε από την Ουντινέζε.
Η μεθοδολογία
Ένα ευρύ παγκόσμιο δίκτυο σκάουτινγκ ήταν το κλειδί για την επιτυχία με την Ουντινέζε και όταν αξιοποιηθεί με τις Γρανάδα και Γουότφορντ, είναι πιθανό να επιτευχθεί κάτι το οποίο θα γιγαντώσει το πρότζεκτ. Σύμφωνα με τους Πότσο, το τμήμα σκάουτινγκ της Ουντινέζε εκμεταλλεύτηκε ιδανικά τους ελεύθερους ποδοσφαιριστές στην Ευρώπη και τις μη προσιτές αγορές, όπως για παράδειγμα αυτή της Γκάνας και της Κολομβίας.
Κορυφαίο επίτευγμα της εξαιρετικής δουλειάς που γίνεται εδώ και αρκετά χρόνια στο “Φράουλι” είναι η περίπτωση του Αλέξις Σάντσεθ, ο οποίος πωλήθηκε στην Μπαρτσελόνα έναντι 30 εκατ. ευρώ και έχει πλέον εξελιχθεί σε έναν παίκτη παγκόσμιας κλάσης. Επιπλέον γνωστά παραδείγματα, αποτελούν οι περιπτώσεις των Κουαδράδο, Χαντάνοβιτς, Μουντάρι, Κουαλιαρέλα.
“Εμείς εκτελούμε μια λειτουργία σε παγκόσμια κλίμακα, μια καλολαδωμένη, άκρως επαγγελματική ομάδα (σκάουτινγκ), χρησιμοποιώντας πολλούς πρώην ποδοσφαιριστές. Έχουμε καλύψει όλα τα ανταγωνιστικά περιφερειακά πρωταθλήματα σε όλο τον κόσμο σε κάθε επίπεδο από κάτω των 17, έως κάτω των 21. Σε όλα υπάρχουν ίσως 25 ή 30 από εμάς. Είμαστε σε συνεχές ψάξιμο. Οι φιλοδοξίες μας δεν έχουν κανένα όριο.” λέει ο επικεφαλής σκάουτινγκ των τριών ομάδων, Κάρνιβαλ, στην εφημερίδα Guardian.
“Το μυστικό μας στη διεθνή αγορά είναι απλό, ή τουλάχιστον ακούγεται απλό. Πρέπει να φτάσουμε εκεί πριν από όλους τους άλλους.”
Δουλειά του Κάρνιβαλ είναι να καταρτίσουν καταλόγους με ενδεχόμενους μεταγραφικούς στόχους, αλλά ο Τζίνο Πότσο (γιος της οικογενείας και ιδιοκτήτης της Γουότφορντ) είναι αυτός που παίρνει τις τελικές αποφάσεις. Στην Ουντινέζε πλέον λαμβάνουν έως και 300 εκθέσεις το χρόνο.
Οι παίκτες παρακολουθούνται στενά από τους σκάουτερ και η τελική λίστα αποστέλνεται στον Τζίνο. Εκείνος έχει, πλέον, αποκτήσει τόσο μεγάλη εμπειρία στο εν λόγω κομμάτι, που σπανίως οδηγείται σε λάθος απόφαση.
“Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερος ιδιοκτήτης στον κόσμο από τον Τζίνο Πότσο,” λέει ο Κάρνιβαλ. “Είναι πολύ επαγγελματίας, αλλά καταλαβαίνει επίσης πολύ το ποδόσφαιρο. Γνωρίζουμε ο ένας τον άλλον για περισσότερο από 30 χρόνια.”
Ποια ακριβώς είναι η σχέση των τριών κλαμπ
Μολονότι οι τρεις σύλλογοι ισχυρίζονται ότι λειτουργούν ανεξάρτητα, σύμφωνα με φήμες, μοιράζονται τους πόρους και τη βάση δεδομένων τους. Έχουν τρεις σκάουτερ που εργάζονται σε καθεμιά από τις χώρες-στόχους τους και μια διεθνή επιτροπή, όπου οι ανώτερου βαθμού σκάουτερ των τριών συλλόγων συναντώνται τακτικά για να μοιραστούν τις γνώσεις τους, να συζητήσουν εποικοδομητικά και να συνεργαστούν με γνώμονα το συμφέρον των τριών συλλόγων. Τρία κλαμπ, που παρά τις μεγάλες διαφορές νοοτροπίας τους, επιτυγχάνουν μια αρμονική συνεργασία.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι ομάδες αυτές δανείζονται μεταξύ τους ποδοσφαιριστές τους (πιθανώς να θυμάστε την χαρακτηριστική περίπτωση του “δικού μας”, Ορέστη Καρνέζη), ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, τους πουλούν -αναμεταξύ τους- μισοτιμής, με σκοπό να αποφευχθούν τυχόν προβλήματα με τους οικονομικούς περιορισμούς που επιβάλλει στις ευρωπαϊκούς συλλόγους η ΟΥΕΦΑ (γνωστό ως F.F.P.).
Με τις τρεις ομάδες στην κατοχή τους, σήμερα υπάρχουν καταγεγραμμένες περισσότερες από 50μεταβιβάσεις και δάνεια, “χτυπημένα” εντός του οικογενειακού κύκλου. Βεβαίως, υπάρχουν και περιπτώσεις παικτών, οι οποίοι δεν συμβιβάζονται με τις πολιτικές της διοίκησης, επικαλούμενοι ηθικούς λόγους.
Όσο περισσότερο ανεβαίνει επίπεδο ο αγγλικός σύλλογος (τονίσαμε παραπάνω ότι, πλέον, οι Πότσοδίνουν βάση σε αυτόν), τόσο περισσότερο αναμειγνύεται η ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική ομοσπονδία στα σχέδιά τους, δημιουργώντας εμπόδια και διεξάγοντας έρευνες σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του κλαμπ, ενώ αυτή η άνεση συναλλαγών δεν αρέσει σε μερίδα αντιπάλων, οι οποίοι, περιστασιακά, ασκούν κριτική, θεωρώντας ότι προσφέρεται ένα αθέμιτο πλεονέκτημα στις ομάδες των Πότσο.
Υπάρχει ωστόσο και η αντίθετη άποψη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί μία δήλωση του Ιαν Χόλοουει (πρώην προπονητή της Κρίσταλ Πάλας) το 2013: “Δεν υπάρχει έλλειψη σεβασμού, νομίζω ότι η δουλειά του Τζιαμπάολο είναι λαμπρή. Η επιτυχία δεν έχει επιτευχθεί μέσω εφαρμογής ενός προτύπου σχεδίου, με δαπάνες ογκωδών χρηματικών ποσών σε μισθοφόρους, αλλά με επενδύσεις οι οποίες αποδίδουν καρπούς σε βάθος χρόνου.”
Η αποτυχημένη απόπειρα
Το μοντέλο των Πότσο, έχει δοκιμαστεί ξανά στο παρελθόν. Η ENIC, μια αγγλική εταιρεία επενδύσεωνπου εδρεύει στις Μπαχάμες, αγόρασε μερίδια σε μια σειρά από συλλόγους, στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Μεταξύ τους και η “δική μας” ΑΕΚ.
Μετά από τρία χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων με την ΟΥΕΦΑ, εν τέλει αποφασίστηκε ότι, για την προστασία της ακεραιότητας των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, δύο ομάδες που είχαν οι ίδιοι μέτοχοι, δεν θα μπορούν να συμμετάσχουν στην ίδια ευρωπαϊκή διοργάνωση.
Μετά από αυτό, η ENIC αναγκάστηκε να αποχωριστεί όλες τις ομάδες της, προκειμένου να εξυπηρετήσει το συμφέρον της, και επέλεξε να μην εγκαταλείψει μόνο μία. Την Τότεναμ.
“H μακροζωία είναι το κλειδί της επιτυχίας”
Ο 74χρονος πλέον, Τζιαμπάολο, αγόρασε την Ουντινέζε το 1986, χρησιμοποιώντας χρήματα απ’ τα έσοδα των επιχειρήσεων της οικογένειάς του, οι οποίες πωλήθηκαν το 2008, επιτρέποντάς του να στρέψει πλήρως την προσοχή του στο ποδόσφαιρο. Αυτή ήταν και η στιγμή από την οποία ξεκίνησε και η διεθνή επέκταση της οικογένειας.
Η παρουσία στην Ισπανία επιτρέπει στους Πότσο να φέρνουν στην Ευρώπη παίκτες που δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν άδεια εργασίας στην Ιταλία, ενώ η επιτυχία στην Αγγλία, όπως προαναφέραμε, προσδίδει το οικονομικό όφελος.
Ο γιος του Τζιαμπάολο, Τζίνο, ο οποίος υπήρξε ο μοναδικός ιδιοκτήτης του αγγλικού συλλόγου από το 2012, έχει πει: “Αυτό δεν είναι μια περίπτωση αλλοδαπού ιδιοκτήτη, που με μια ένεση χρημάτων αναζητεί μια πολύ γρήγορη επιστροφή. Θέλουμε να κάνουμε την Γουότφορντ αυτάρκη, με την πάροδο του χρόνου. Η Μακροζωία είναι το κλειδί της επιτυχίας.”
Ο Τζίνο έχει μετακομίσει με την οικογένειά του στην περιοχή του Λονδίνου, δίνοντας συνεχώς το παρών στο προπονητικό κέντρο, όπου έχει εγκαταστήσει πέντε νέα γήπεδα με συνολικό κόστος 2 εκατ. λίρες.
Ο κόσμος της ομάδας στέκεται περήφανος. Για κάθε τομέα. Όλα λειτουργούν μεθοδικά και το μοντέλο διατηρείται στα πλαίσια του -άτυπου, αν θέλετε- fair play. Η αυτοκρατορία των Πότσο, φαίνεται πως έχει καταφτάσει για να μείνει.