Η αθλητική φυσικοθεραπεία είναι ένα κεφάλαιο αρκετά ιδιαίτερο, για ποικίλους λόγους.
Αρχικά, ένας αθλητής ο οποίος εκτελεί μια άσκηση σε καθημερινό επίπεδο, καταπονεί συγχρόνως και το μυοσκελετικό του σύστημα συγκριτικά με έναν άνθρωπο, ο οποίος απλά ασκείται. Το μυοσκελετικό σύστημα ενός αθλητή δέχεται καθημερινά μεγάλη πίεση, το φορτίο της προπόνησης σε συνδυασμό με την ψυχολογική πίεση και την ανάγκη για μεγάλες επιδόσεις, είναι παράγοντες οι οποίοι μπορεί να οδηγήσουν σε μυοσκελετικές κακώσεις.
Ως αθλητική κάκωση, ορίζεται ο τραυματισμός ο οποίος λαμβάνει χώρα στον αθλητικό χώρο και αποτρέπει την συμμετοχή του αθλητή από την αγωνιστική μονάδα. Φυσικά, πολλοί παράγοντες μπορούν να οδηγήσουν σε μια αθλητική κάκωση, όπως, ενδογενείς αλλά και εξωγενείς, κυρίως, το φύλο, η ηλικία, ανατομικές αλλά και μυϊκές ασυμμετρίες, ψυχολογικοί παράγοντες, προπονητικά σφάλματα και χρήση μη ειδικού εξοπλισμού.
Στον χώρο του ποδοσφαίρου, σε έρευνα η οποία μελετάει την πορεία των τραυματισμών του ποδοσφαίρου στο επίσημο UEFA Champions League σε διάστημα 11 χρόνων, αναφέρει πως υπήρχε μία σχετικά μεγάλη αύξηση των κακώσεων με λιγότερο από 4 μέρες αποκατάσταση, όπως και αυτές με λιγότερο από 6 μέρες αποκατάσταση. (Bengtsson et al, 2013). Αναλυτικά, στους πιο συχνούς τραυματισμούς που λαμβάνουν χώρα στον αθλητικό χώρο κατατάσσονται, οι μυϊκές θλάσεις, τα διαστρέμματα καθώς και οι τενοντίτιδες.
Ωστόσο, αρκετές είναι οι φορές που οι αθλητικές κακώσεις, είτε πρόκειται για πρώτου βαθμού κάκωσης, είτε για υψηλότερου όπως τρίτου βαθμού, αψηφούνται σε μεγάλο επίπεδο. Ο αγώνας ποδοσφαίρου πλησιάζει και ο αθλητής τραυματίζεται. Πώς αντιδρούμε; Πολλές είναι οι στιγμές που τα άτομα που απαρτίζουν την προπονητική μονάδα σκέφτονται με επιπολαιότητα, καθώς υπάρχει η ανάγκη συμμετοχής του αθλητή στον αγώνα. Και σε αυτό το σημείο, ο φυσικοθεραπευτής κρίνεται απαραίτητος για την αποκατάσταση αλλά και για την πρόληψη τραυματισμών. Μετά από έναν τραυματισμό, ο αθλητής θέλει να επιστρέψει στην αγωνιστική δραστηριότητα το συντομότερο δυνατό, με απουσία κυρίως συμπτωμάτων και στο υψηλό επίπεδο απόδοσης που είχε πριν τραυματιστεί.
Πιο συγκεκριμένα, ο φυσικοθεραπευτής συμμετέχει ενεργά αξιολογώντας την παθολογία και περιορίζοντας την επιδείνωσή της. Όταν ο ασθενής έχει ιστορικό ενός συγκεκριμένου τραυματισμού, ο αθλητικός φυσιοθεραπευτής πραγματοποιεί πλήρη αξιολόγηση των ικανοτήτων του αθλητή (δύναμη, αντοχή κ.λπ.). Η γνώση αυτών των παραμέτρων είναι απαραίτητη για την εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης θεραπείας. Όσον αφορά στο μετεγχειρητικό επίπεδο, ο φυσιοθεραπευτής καταρτισμένος με τις κατάλληλες γνώσεις θα οδηγήσει στην πλήρη αποκατάσταση κυρίως με την εφαρμογή θεραπευτικών ασκήσεων, προκειμένου να επιτευχθεί αύξηση της δύναμης, σταθεροποίησης των αρθρώσεων, συνεπώς, μείωση του ποσοστού εκ νέου τραυματισμού στο μέλλον.
Όταν αναφερόμαστε λοιπόν σε αθλητισμό υψηλού επιπέδου, νοείται επιπλέον ο ανταγωνισμός. Η φυσικοθεραπεία θα παρέμβει για να εγγυηθεί καλύτερη απόδοση, να προλάβει τους τραυματισμούς μέσω της αξιολόγησης και να εξασφαλίσει ταχεία αποκατάσταση. Συμπερασματικά, ο φυσιοθεραπευτής βοηθά τον αθλητή να προβλέψει τους κινδύνους σοβαρού τραυματισμού και να αναρρώσει αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια και μετά τον αγώνα. Η αποκατάσταση των νευρολογικών και μυοσκελετικών τραυματισμών αποτελεί τον πέτρινο λίθο της αθλητικής φυσικοθεραπείας.
*Άρθρο της φυσικοθεραπεύτριας, Στέλλας Ζωγράφου