Ο Παναγιώτης Γιαννάκης αναφέρθηκε στην απουσία του από την γιορτή για το έπος του 1987, τόνισε πως δεν υπάρχει σεβασμός και επισήμανε ότι ένιωσε πως η πρόσκληση εστάλη εξ’ ανάγκης.
Mιλώντας στον «Realfm 107,1» ο «Δράκος» δήλωσε: «Ο Νίκος (Γκάλης) τα είπε πολύ δηκτικά τα πράγματα, καταλαβαίνει τι γίνεται. Η ομοσπονδία έχει έναν δικό της τρόπο να βλέπει τα πράγματα, αν και δε μου αρέσει να συζητάμε για πράγματα που δε βοηθάνε το μπάσκετ να βρίσκεται στο επίπεδο που πραγματικά εκτοξεύτηκε το 1987» και συμπλήρωσε:
«Για να αλλάξουν τα πράγματα πρέπει να υπάρχει αλληλοσεβασμός άσχετα με το τι έχει προσφέρει ο καθένας στο μπάσκετ. Αν είναι ο κυρ-Βαγγέλης που μου έδωσε τη μπάλα στον Πλάτωνα για να ξεκινήσω με το μπάσκετ, πρέπει να τον σέβομαι απεριόριστα και να τον τιμώ. Το ίδιο ισχύει και για τον οποιοδήποτε, κατά την άποψή μας, κορυφαίο του μπάσκετ. Αυτός ο σεβασμός νομίζω δεν υπάρχει και κυρίως αισθανόμουν εγώ προσωπικά ότι εξ’ ανάγκης εστάλη η πρόσκληση. Όταν έχει ξανασυμβεί να βρεθούμε στην ίδια εκδήλωση για να τιμηθώ για την παρουσία μου στο μπάσκετ, έχει δημιουργηθεί αναταραχή και αναβολή. Οπότε αισθανόμουν λίγο ότι αν ξαναεμφανιστώ, μήπως γίνει πάλι καμιά αναβολή».
Ακόμα, ο Γιαννάκης είπε: «Δε θα ήθελα να συνεχίσω να συζητάω για αυτό, απλά το αναφέρω όσο μπορώ με τη μεγαλύτερη σεμνότητα, γιατί δεν έχω μάθει στη ζωή μου να απαιτώ και να ζητώ κάτι. Αισθάνομαι ότι οι άνθρωποι αυτοί δε το κάνουν γιατί πραγματικά υπάρχει εκτίμηση, αλλά το κάνουν για προσωπικούς λόγους ή εξ ανάγκης. Κι όταν κάτι γίνεται τελευταία στιγμή, νομίζω γίνεται εξ ανάγκης, από πίεση δηλαδή. Ο καθένας όπως το βλέπει, εγώ το αντιμετώπισα με αυτό τον τρόπο. Δε με κάλεσαν οι συμπαίκτες μου αλλά ο πρόεδρος Βασιλακόπουλος στέλνοντας μια πρόσκληση την Παρασκευή. Νομίζω ότι είναι λίγο άκομψο», για να «κλείσει» υπογραμμίζοντας:
«Σε ό,τι αφορά τους συμπαίκτες μου, όσες φορές έχω βρεθεί και έχω ιδρώσει μαζί τους προσπαθώ να τους τιμώ και να τους υπερασπίζομαι και θα ήθελα πάρα πολύ να είμαι μαζί τους κάθε μέρα. Όμως εκείνο το βράδυ δε νομίζω ότι υπήρχε λόγος. Τελικά νομίζω ότι κάτι πρέπει να αλλάξει».