Μετά τα μεσάνυκτα της Πέμπτης το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών έχει προειδοποιήσει ότι δεν θα έχει ικανότητα δανεισμού και ότι κινδυνεύει να μην είναι σε θέση να εξασφαλίσει τις πληρωμές. Ενα μονοσέλιδο κείμενο νόμου, το οποίο θα ψηφισθεί από το αμερικανικό Κονγκρέσο, αρκεί για να αυξήσει το ανώτατο όριο του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ και να αποτρέψει τη στάση πληρωμών.
Οι διεθνείς αγορές περιμένουν σήμερα με νευρικότητα τις εξελίξεις στην Ουάσινγκτον, καθώς πλησιάζει η 17η Οκτωβρίου.
Η τύχη του δολαρίου και των αμερικανικών ομολόγων, που θεωρούνται τα ασφαλέστερα στον πλανήτη, εξαρτάται από τις συνομιλίες ανάμεσα σε λίγα μέλη του Κονγκρέσου, και κυρίως της αμερικανικής Γερουσίας, όπου οι προς το παρόν άκαρπες διαπραγματεύσεις άρχισαν το Σάββατο ανάμεσα σε Ρεπουμπλικανούς και Δημοκρατικούς.
Ολοι συμφωνούν ότι μία στάση πληρωμών θα είναι καταστροφική. Ωστόσο, οι Ρεπουμπλικανοί θέλουν να εκμεταλλευθούν την “ευκαιρία” για να επιβάλουν δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις , κυρίως επί τους συστήματος συνταξιοδότησης (Social security) και των προγραμμάτων ασφάλισης υγείας για τους άνω των 65 ετών και τους οικονομικά ασθενέστερους (Medicare και Medicaid). Τα προγράμματα αυτά καταναλώνουν το 43% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού.
Ο Μπαράκ Ομπάμα αρνείται να διαπραγματευθεί “με το πιστόλι στον κρόταφο” και κατηγορεί τους πολιτικούς του αντιπάλους για ανευθυνότητα.
Οι Ρεπουμπλικανοί απαντούν από την πλευρά τους ότι χάρις σε μία αντίστοιχη στρατηγική ο Μπιλ Κλίντον οδηγήθηκε σε δημοσιονομικές υποχωρήσεις. Ο ίδιος ο Μπαράκ Ομπάμα αναγκάσθηκε τον Αύγουστο 2011 να αποδεχθεί τον προγραμματισμό ετήσιων περικοπών στον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό μέχρι το 2021.
“Οι συνομιλίες μας ήταν σημαντικές και θα τις συνεχίσουμε”, δήλωσε χθες ο δημοκρατικός γερουσιαστής Χάρι Ριντ, επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας του κόμματός του. “Είμαι αισιόδοξος για τις προοπτικές θετικής κατάληξης”.
Το ανώτατο όριο χρέους είναι μία ανώτατη “γραμμή πίστωσης” που δίδεται από το 1917 από το αμερικανικό Κονγκρέσο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, όριο που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ξεπερασθεί. Ωστόσο το ομοσπονδιακό κράτος λειτουργεί με ελλείμματα (3,9% του ΑΕΠ το 2013) και είναι υποχρεωμένο να συνεχίσει να δανείζεται για να ανανεώσει το χρέος και να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες του, είτε πρόκειται για πληρωμή ομολόγων ή καταβολή συντάξεων
Τα μέλη του Κονγκρέσουν επιχειρούν να επιλύσουν συγχρόνως δύο θέματα: να αυξήσουν το ανώτατο όριο χρέους και να υιοθετήσουν έναν νόμο για το ομοσπονδιακό προϋπολογισμό που θα επιτρέψει την επαναλειτουργία των ομοσποδιακών υπηρεσιών, που έχουν διακόψει μερικώς τη λειτουργία τους από την 1η Οκτωβρίου.
Για ποιον λόγο η Γερουσία ανέλαβε ξαφνικά την πρωτοβουλία; Οι ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές έχασαν την υπομονή τους με τον διάλογο κωφών της Βουλής των Αντιπροσώπων, οι οποίοι απέτυχαν να φθάσουν σε συμφωνία με τον Μπαράκ Ομπάμα την περασμένη εβδομάδα. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η Βουλή θα πρέπει να ψηφίσει επί οποιουδήποτε συμβιβασμού προτείνει η Γερουσία.
“Οτιδήποτε στείλουμε (στη Βουλή), αν στείλουμε κάτι, μπορεί να μην αντιστοιχεί ακριβώς σε αυτό που θα θέλει η Βουλή και άρα μπορεί να αναπεμφθεί”, εξήγησε ο ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Μπομπ Κόρκερ.
Το ανώτατο όριο χρέους είναι μία ανώτατη “γραμμή πίστωσης” που δίδεται από το 1917 από το αμερικανικό Κονγκρέσο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, όριο που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ξεπερασθεί. Ωστόσο το ομοσπονδιακό κράτος λειτουργεί με ελλείμματα (3,9% του ΑΕΠ το 2013) και είναι υποχρεωμένο να συνεχίσει να δανείζεται για να ανανεώσει το χρέος και να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες του, είτε πρόκειται για πληρωμή ομολόγων ή καταβολή συντάξεων.
Κανείς δεν γνωρίζει την ακριβή ημερομηνία κατά την οποία το ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομικών δεν θα είναι σε θέση να διασφαλίσει τις πληρωμές. Μπορεί να συμβεί οποτεδήποτε μετά τις 17 Οκτωβρίου. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Προϋπολογισμού του Κονγκρέσου, η “ημερομηνία Χ” μπορεί να τοποθετηθεί ανάμεσα στις 22 και τις 31 Οκτωβρίου.
Η στάση πληρωμών του αμερικανικού κράτους θα προκαλούσε διεθνές χάος με πολύ σοβαρές συνέπειες που είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Από την Κίνα μέχρι την Ευρώπη, οι πολιτικές ηγεσίες παρακολουθούν με ανησυχία την αμερικανική διελκυστίνδα.
Σε συνέντευξή της στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο NBC, η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ έκανε λόγο για επιπτώσεις καταστροφικότερες της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, ενώ από την πλευρά ο ΟΟΣΑ προέβλεψε ότι οι ανεπτυγμένες χώρες θα ξαναβυθιστούν στην ύφεση το 2014.
πηγή: newsit.gr