ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ

Ρόι Κάρολ για Ράντο: “Από τους καλύτερους που είχα ποτέ”

Ο άλλοτε τερματοφύλακας του ΟΦΗ και του Ολυμπιακού, Ρόι Κάρολ παραχώρησε συνέντευξη στην Ελλάδα, όπου μίλησε για την καριέρα του, τον αλκοολισμό, αλλά και το παρελθόν του με τον Αλέκο Ράντο, τωρινό προπονητή τερματοφυλάκων του Άρη.

“Για να είμαι ειλικρινής, δεν είχα καταλάβει πόσο μεγάλη ομάδα ήταν. Γνώριζα ότι έχει φοβερό γήπεδο. Έζησα εκπληκτικές στιγμές. Φανταστικοί οπαδοί, φανταστικός προπονητής τερματοφυλάκων. Από τους καλύτερους που είχα ποτέ. Αναφέρομαι στον Αλέκο Ράντο. Εγώ τον έλεγα βέβαια μαλ@@@ (γέλια). Ο Ολυμπιακός είχε όλα όσα χρειαζόταν ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Γεμάτο γήπεδο, νίκες, τίτλους, Champions League”.

Ακολουθεί μέρος της συνέντευξης:

“Λένε ότι μια στιγμή είναι ικανή να σου καταστρέψει τη ζωή. Στην περίπτωση του Ρόι Κάρολ η καταστροφή κράτησε τέσσερα χρόνια, αλλά ο Βορειοιρλανδός βγήκε νικητής. Σε ηλικία 43 ετών πια, ο πρώην γκολκίπερ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, του Ολυμπιακού και του ΟΦΗ έχει πολλά να διηγηθεί. Καλές αλλά και πολύ άσχημες στιγμές.

Η μεταγραφή στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η δίωρη συζήτηση με τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον στο τηλέφωνο και η απίθανη πρώτη γνωριμία με τον Ντέιβιντ Μπέκαμ. Και μετά η πτώση. Ο τραυματισμός που τον άφησε δέκα μήνες εκτός και ο αλκοολισμός που τον βασάνισε τέσσερα χρόνια και πήγε να του διαλύσει τη ζωή.

Ο Κάρολ μίλησε στο Sport24.gr και χωρίς να έχει την παραμικρή ανάγκη να κρύψει πράγματα, έβγαλε από την ψυχή του εκείνες τις καταστάσεις που πήγαν να τον οδηγήσουν στον θάνατο. Το ταξίδι στην Κρήτη για τον ΟΦΗ, η σύζυγός του που του έδωσε δεύτερη ευκαιρία και μετά ο Ολυμπιακός. Ο αγώνας στους -30 με τη Ρουμπίν, η αξέχαστη ρεβάνς, οι τίτλοι και ο Μίτσελ που ποτέ δεν του έδωσε εξηγήσεις. Μια συνέντευξη μάθημα ζωής…

ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΝΑ ΠΕΦΤΩ ΣΤΗ ΛΑΣΠΗ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΡΩΝΟΜΑΙ

– Τι είναι αυτό που σε παρακίνησε να γίνεις τερματοφύλακας; Τυχαία;

“Όταν ήμουν πολύ μικρός, θυμάμαι τον πατέρα μου να παίζει ερασιτεχνικά ως τερματοφύλακας και το απολάμβανα. Εγώ ήμουν πολύ μικρόσωμος και αδύναμος. Επειδή ήμουν γρήγορος και ευκίνητος, με έβαζαν να παίζω στην επίθεση. Μέχρι τα 14 ήμουν και κοντούλης. Δηλαδή ποιος να το πίστευε ότι θα γινόμουν τερματοφύλακας και μάλιστα επαγγελματικά! Από τα 14 και μετά όμως άρχισα να παίρνω πολύ απότομα ύψος. Από την άλλη, μου άρεσε να πετάγομαι για να αποκρούω. Μου άρεσε να πέφτω στη λάσπη και να λερώνομαι”.

– Πολύ δύσκολη θέση έτσι;

“Όσοι δεν έχουν παίξει δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο δύσκολη θέση είναι. Αν κάνεις ένα λάθος και δεν είσαι πνευματικά δυνατός, δεν το ξεπερνάς εύκολα. Όλοι το λάθος θυμούνται. Και οι τερματοφύλακες άνθρωποι είναι και κάνουν λάθη”.

Από τα παιδικά σου χρόνια τι θυμάσαι περισσότερο; Είχατε οικονομικές δυσκολίες;

“Ήμουν πολύ δραστήριο παιδί. Όλη τη μέρα έκανα αθλητισμό. Έπαιζα ποδόσφαιρο, μπάσκετ, κρίκετ, ράγκμπι. Οτιδήποτε έχει σχέση με σπορ. Δεν είχαμε υπολογιστές και ηλεκτρονικά παιχνίδια. Απολάμβανα τη ζωή μου σε ένα μικρό χωριό, στο Tamlaght, όπου έμεναν λίγοι κάτοικοι. Θυμάμαι επίσης ότι βοηθούσα τους γονείς μου στη φάρμα που είχαμε. Ο πατέρας μου εργαζόταν στον στρατό και η μητέρα μου με το να μας μεγαλώσει. Η πιο δύσκολη δουλειά μπορώ να πω και το κατάλαβα όταν έγινα πατέρας. Δεν πεινάσαμε ποτέ, όχι όμως πως ήμασταν και πλούσιοι. Είχα πολλούς φίλους και παίζαμε όλη τη μέρα. Όταν νύχτωνε, οι γονείς μου μού φώναζαν να πάω στο σπίτι”.

– Έχεις αδέρφια;

“Έχω τρεις αδερφούς και μία αδερφή. Θα ήμασταν έξι αδέρφια, αλλά πέθανε πριν από χρόνια η άλλη μου αδερφή…”.

– Πόσα παιδιά έχεις; Με τι ασχολούνται;

“Έχω έναν γιο 21 ετών και μία κόρη 17 ετών. Με τρομάζει το πόσο γρήγορα πέρασαν τα χρόνια. Η κόρη μου είναι cheerleader, εκπροσωπεί μάλιστα τη χώρα μας σε διεθνείς διαγωνισμούς. Ο γιος μου σπουδάζει media. Δεν του αρέσει καθόλου το ποδόσφαιρο. Πιο μικρός έπαιζε μπάλα, αλλά καθώε μεγάλωνε, έπαψε να ενδιαφέρεται”.

ΜΟΥ ΛΕΕΙ: ΓΕΙΑ, ΕΙΜΑΙ Ο ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΜΠΕΚΑΜ. ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΩ: ΛΕΣ ΝΑ ΜΗ ΣΕ ΞΕΡΩ;

– Αγωνίστηκες σε σημαντικές ομάδες στην Αγγλία; Ποια είναι η πιο δυνατή σου ανάμνηση;

“Θα μπορούσα να σου μιλάω για ώρες. Αυτό που πραγματικά ήθελα κάποια στιγμή στη ζωή μου είναι να γίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Το να παίξεις στην Αγγλία ενώ κατάγεσαι από τη Βόρεια Ιρλανδία ήταν πολύ ιδιαίτερο και δύσκολο τη δεκαετία του ’90. Δεν ήταν πολλοί από τη χώρα μου που πέτυχαν κάτι ανάλογο εκείνο το διάστημα. Εγώ ήμουην τυχερός και είμαι ευγνώμων για ό,τι έζησα. Το ότι πέρασα από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν μεγάλη τιμή. Κατακτήσαμε την Premier League, απίστευτο συναίσθημα. Δεν το περίμενα ποτέ ότι θα μου συνέβαινε. Είναι τόσες πολλές οι σπουδαίες εμπειρίες”.

– Στη Γιουνάιτεντ έπαιξες από το 2001 μέχρι το 2005. Πώς ήταν η συνεργασία σου με παίκτες όπως ο Μπέκαμ, ο Ρόι Κιν, ο Γκιγκς, ο Φέργκιουσον και τόσοι άλλοι; Θυμάσαι κάποια ιδιαίτερη ιστορία να διηγηθείς;

“Να σου πω αρχικά πώς βρέθηκα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, μια από τις μεγαλύτερες ομάδες του πλανήτη. Ήμουν νωρίτερα πολύ κοντά στη Λέστερ, προερχόμενος από τη Γουίγκαν. Είχαν συμφωνηθεί τα πάντα. Το προηγούμενο βράδυ είχαμε συναντηθεί ξανά οι εμπλεκόμενες πλευρές και την επομένη θα υπέγραφα. Μου είπαν όμως τελικά πως χρειάζονταν έναν τερματοφύλακα πιο έμπειρο. Με είχε πάρει τότε ο προπονητής Πίτερ Τέιλορ να μου πει τα νέα. Επέλεξαν τελικά τον Ίαν Γουόκερ. Όπως καταλαβαίνεις στεναχωρήθηκα πολύ, αλλά αυτά συμβαίνουν στο ποδόσφαιρο. Δεν πέρασαν λίγες μέρες και ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον κάλεσε τον μάνατζέρ μου.

Μετά με πήρε ο ίδιος τηλέφωνο. Δεν το πίστευα. Μιλούσαμε δύο ώρες στο τηλέφωνο. Μου είπε ότι με παρακολουθούσαν την τελευταία διετία. Ήμουν πολύ νευρικός εκείνη την ώρα, αλλά και τόσο χαρούμενος, στα 23 μου. Μιλούσα με τον καλύτερο προπονητή του κόσμου. Αφού συμφώνησα, θα συναντούσα τους νέους μου συμπαίκτες τρεις εβδομάδες μετά. Μέχρι να φτάσει αυτή η μέρα, δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Θα ήμουν συμπαίκτης με τον Μπέκαμ, τον Ρόι Κιν, τον Γκάρι Νέβιλ…”.

– Τι θυμάσαι από την πρώτη φορά που τους συνάντησες;

“Επειδή ήμουν αγχωμένος, είχα φτάσει στο προπονητικό πρώτος από όλους. Είχα πάει πολύ νωρίς. Ο πρώτος που συνάντησα ήταν ο Μπέκαμ. Με πλησιάζει και μου λέει: «Γεια, είμαι ο Ντέιβιντ Μπέκαμ». Του απάντησα χαμογελαστά: «Λες να μη σε ξέρω; Εγώ λέγομαι Ρόι Κάρολ και είμαι ο νέος τερματοφύλακας της Γιουνάιτεντ. Δεν υπήρχε λόγος, αλλά ήμουν νευρικός. Με έκαναν όλοι όμως να νιώσω πολύ ευχάριστα. Πέρασα φανταστικά χρόνια. Είναι όνειρο πολλών να παίξουν στη Γιουνάιτεντ. Πήραμε τίτλους, είχαμε 70.000 θεατές σε κάθε παιχνίδι. Δεν έφυγα όμως με την καλύτερη ανάμνηση, γιατί χάσαμε τον τελικό του FA Cup από την Άρσεναλ το 2005”.

ΤΟ ΠΟΤΟ ΕΙΧΕ ΚΥΡΙΕΥΣΕΙ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ. ΝΤΡΕΠΟΜΟΥΝ ΝΑ ΠΑΩ ΣΕ ΚΛΙΝΙΚΗ ΑΠΟΤΟΞΙΝΩΣΗΣ

-Πέρασες ένα πολύ δύσκολο διάστημα στη ζωή σου. Χρειάστηκες να αντιμετωπίσεις τον αλκοολισμό και τελικά βγήκες νικητής. Πώς βίωσες αυτή την κατάσταση;

“Έπαιξα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, εκπροσωπούσα την εθνική μου ομάδα. Ήμουν στο κορυφαίο επίπεδο. Ήμουν συνηθισμένος στην πίεση. Όλη μου η ζωή ήταν η μπάλα. Όταν έπαιζα στη Γουέστ Χαμ, τραυματίστηκα σοβαρά. Έμεινα δέκα μήνες εκτός. Μελαγχόλησα. Το πρώτο διάστημα ήταν καλά, γιατί είχαν πέσει όλοι πάνω μου. Με τον καιρό όμως δεν άντεχα. Είχα πέσει σε κατάθλιψη. Έχασα την αγάπη για το ποδόσφαιρο. Με το αλκοόλ ένιωθα στην αρχή ότι είμαι καλύτερα, άφηνα στην άκρη το συναίσθημα της κατάθλιψης και της μελαγχολίας. Μέρα με τη μέρα η κατάσταση χειροτέρευε. Το ποτό είχε κυριεύσει τη ζωή μου. Δεν νοιαζόμουν για κανέναν και δεν έλεγα και σε κανέναν το πρόβλημά μου. Το μόνο που με απασχολούσε είναι ποιο θα είναι το επόμενο ποτό. Θα έχανα τη σύζυγό μου και τα παιδιά μου”.

-Εκείνοι πώς βίωσαν την περιπέτειά σου;

“Στην αρχή η σύζυγός μου ήθελε να πάω σε κλινική αποτοξίνωσης. Εγώ δεν ήθελα να πάω, ντρεπόμουνα. Δεν ήθελα να ξέρουν για την προσωπική μου ζωή. Τελικά πείστηκα να πάω. Θυμάμαι όταν μας άφηναν να βγούμε έξω στον προαύλιο χώρο για περπάτημα, έρχονταν να τραβήξουν φωτογραφία μου για να την δημοσιεύσουν στα ΜΜΕ.

Έγραφαν πάρα πολλά για εμένα. Καταλαβαίνω πως είναι η δουλειά τους, αλλά σε τέτοιες στιγμές πρέπει ένας δημοσιογράφος να είναι προσεκτικός στο τι γράφει. Αν αυτός που αντιμετωπίζει το πρόβλημα δεν είναι δυνατός χαρακτήρας και όλος ο Τύπος πέσει επάνω του, δεν ξέρεις πώς θα αντιδράσει και πού θα οδηγηθεί”.

– Πόσο καιρό κράτησε αυτή η ιστορία;

“Περίπου τέσσερα χρόνια. Όταν ήμουν στη Ρέιντζερς, στη Ντέρμπι Κάουντι και στην Οντένσε, η οικογένειά μου δεν ήταν μαζί μου. Και ήταν πολύ δύσκολα για εμένα. Έπινα κάθε μέρα όλο και πιο πολύ. Είχα απομακρυνθεί από όλους”.

– Τι έπινες;

“Όταν είσαι αλκοολικός, δεν διαλέγεις. Έπινα τα πάντα”.

ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ; ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΑΝ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙΣ

– Πώς κατάφερες να τα αφήσεις όλα πίσω και να επιστρέψεις σε αυτό που ήσουν νωρίτερα;

“Μετά το τέλος της θητείας μου στη Δανία σηκώθηκα ένα πρωί σε ένα διαμέρισμα και κοίταξα τον εαυτό μου στον καθρέπτη. Είπα στον εαυτό μου: «Τι κάνεις; Θα πεθάνεις αν συνεχίσεις έτσι». Από εκείνη την ημέρα άλλαξαν όλα. Πήγα σε ένα ξενοδοχείο να μείνω και έμεινα μακριά από το αλκοόλ. Ήταν τρομακτικό όλο αυτό όσο το σκέφτομαι. Ήταν και ένα διάστημα που δεν είχα ομάδα και αυτό έκανε τα πράγματα πιο δύσκολα.

Είχα πραγματοποιήσει το όνειρό μου να γίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, είχα αυτή την προνομιούχα θέση και την πετούσα. Μετά από όλα αυτά μπορώ να σου πω ότι δεν μου λείπει καθόλου αυτή η περίοδος”.

 

To Top