Πρωταθλητής Κατάρ είναι ο Ζήσης Σαρικόπουλος. Ο πρώην σέντερ του Άρη σήκωσε το τρόπαιο με την ομάδα της Αλ Σαντ υπό τις οδηγίες ενός ακόμη Έλληνα, του πρώην προπονητή της Κύμης, Βασίλη Μπρατσιάκου.
Οι δύο τους φαίνεται να βρήκαν την “Ιθάκη” τους στο Κατάρ με αποκορύφωμα φυσικά την κατάκτηση του τίτλου.
Μάλιστα όταν ρωτήθηκε για το αν χρειάστηκε να φύγει από την Ελλάδα προκειμένου να βιώσει την αναγνώριση, ο Βασίλης Μπρατσιάκος ήταν σαφής: «Από μια άποψη, ναι. Από την άλλη, όμως, είναι τόσο μεγάλη η υπερηφάνεια που φτάσαμε στην κορυφή και διαφημίσαμε τη χώρα μας και το ελληνικό μπάσκετ, ώστε το όποιο παράπονο μπαίνει στην άκρη. Έστω κι αν παραμένει στο βάθος.
Όσο για την αναγνώριση που λέτε; Επειδή είμαι Έλληνας, έχω μάθει διαφορετικά, όπως όλοι οι συμπατριώτες μας: Την αναγνώριση δεν την εξασφαλίζεις αλλά τη διεκδικείς. Η αναγνώριση, κατά την ταπεινή μου άποψη, έχει να κάνει με το σεβασμό που απολαμβάνει η δουλειά σου. Κι αυτό, ευτυχώς, το έχω».
Μάλιστα ο Μπρατσιάκος ανέλυσε και το σκεπτικό του σε ό,τι αφορά στη φιλοσοφία του: «Η προπονητική όπως και το μπάσκετ είναι σύνθετες έννοιες. Έχεις να κάνεις με ένα ζωντανό Οργανισμό, αφού αποτελείται από ανθρώπους, άρα διαφορετικούς χαρακτήρες. Κι αν είσαι σε ξένη χώρα είναι περισσότερο πολύπλοκο αφού υπάρχει και η κουλτούρα.
Φανταστείτε, σε ξένη χώρα, με διαφορετικούς χαρακτήρες που μιλούν άλλες γλώσσες! Μια πολυπολιτισμική κατάσταση στην οποία πρέπει ν’ ανταπεξέλθεις, να συνδυάσεις την τεχνογνωσία και να αναπτύξεις σχέσεις εμπιστοσύνης και σεβασμού. Χαίρομαι που τα καταφέραμε».
Από την πλευρά του ο Ζήσης Σαρικόπουλος μίλησε στο WebRadio της ΕΟΚ γι’ αυτή τη μεγάλη επιτυχία που είχε στο Κατάρ.
Χαρακτηριστικά είπε:
Για την απόφαση τού να πάει στο Κατάρ: «Κύριος γνώμονας για την απόφασή μου ήταν το αγωνιστικό κομμάτι. Ερχόμουν από μια χρονιά που έκανα αποκατάσταση από ένα χειρουργείο. Έπεσε μαζί και το lockdown και στο θέμα της αποθεραπείας με πήγε πίσω. Όταν τελείωσα την αποθεραπεία,πήγα στον Ηρακλή, εκεί όπου δεν έπαιξα όσο θα ήθελα, και όταν έφτασε το καλοκαίρι ήθελα να κάνω ένα restart και να παίξω όσο περισσότερο γίνεται για να βρω τον ρυθμό που ήθελα.
Επειδή ένιωθα καλά και χωρίς προβλήματα, ήθελα να πάω κάπου που θα μπορώ να παίζω πολύ και μου παρουσιάστηκε η ευκαιρία εδώ με τον κόουτς Μπρατσιάκο. Ήταν οι συνθήκες τέτοιες που πήρα αυτήν την απόφαση. Υπήρχαν προτάσεις από την Ελλάδα, ωστόσο με ενδιέφερε το εξωτερικό, δε με ενδιέφερε τόσο η Ελλάδα. Συζητώντας με τον κόουτς Μπρατσιάκο για το αγωνιστικό κομμάτι,κατάλαβα ότι μπορούσε να μου δώσει αυτά που θέλω».
Για το αν γνώριζε την ομάδα: «Παρακολουθούσα και την πορεία της ομάδας, κυρίως λόγω των παιδιών που βρισκόντουσαν εκεί, του Κώστα (σ.σ. Βασιλειάδη) και του Φώτη (σ.σ. Λαμπρόπουλου).
Όταν ήρθα σε πρώτη επαφή μαζί τους, μου έδωσαν πληροφορίες για την ομάδα, το πρωτάθλημα και την κατάσταση εκεί γενικότερα. Ήξερα κάποια πράγματα δηλαδή. Για πιο αναλυτικά και σχετικά με το αγωνιστικό πλάνο μίλησα με τον κόουτς. Αν οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές δε με ενδιέφερε το μέρος που θα πάω. Με ένοιαζε να μπορώ να παίξω, να είναι η ομάδα ανταγωνιστική και να είναι τα αγωνιστικά κριτήρια που θα καλύπτουν τα «θέλω» μου».
Για τυχόν δεύτερες σκέψεις πριν πάει στην Αλ-Σαντ: «Θα το είχα ενδεχομένως στο μυαλό μου αν ήξερα ότι η προσπάθεια του Βασίλη Μπρατσιάκου και της ομάδας δεν θα ήταν σοβαρή.
Επειδή είδα και γνωρίζω λίγο τη δουλειά που γίνεται εδώ, ξεκαθάρισα ότι ήθελα να είχαμε καλύτερη χρονιά απ’ την πέρυσι. Δε σκέφτηκα την προβολή που έχει το πρωτάθλημα. Βήμα-βήμα σκέφτεσαι. Πρέπει να πηγαίνεις με μικρούς στόχους. Αν παίζεις, σκέφτεσαι και νιώθεις καλά, τα υπόλοιπα έρχονται».