Εγκεφαλικός παίκτης, πολύ καλός αμυντικός, πολύ έξυπνος, πολύ εργατικός, πολύ προσαρμοστικός και πολύ καλός γιατρός. Ο «κλέφτης» Διονύσης Ανανιάδης, Νόνη τον ξέρουν οι πιο πολλοί, σταμάτησε το μπάσκετ στα 30 του χρόνια, αλλά πρόλαβε να πάρει ένα πρωτάθλημα με τον ΑΡΗ στην πρώτη παρουσία του με τα χρώματα των κιτρίνων και να παίξει συμπαίκτης με τον μεγάλο Νίκο Γκάλη επί τριετία.
Κατάφερε να συνδυάσει την αγάπη του για το μπάσκετ με την αγάπη του για την επιστήμη της ιατρικής και όσο καλός αθλητής υπήρξε, τόσο καλός γιατρός είναι ακόμα. Με ειδικότητα δερματολόγου. Μπόρεσε δηλαδή να εντάξει στον τρόπο παιχνιδιού του στοιχεία της προσωπικότητας του, όπως αυτοπειθαρχία και προσαρμοστικότητα στα νέα δεδομένα και ταυτόχρονα να αξιοποιεί και τα ατού της ομάδας σε μια εποχή που μεσουρανούσε ο ΑΡΗΣ με τον Γκάλη στη σύνθεση του. Κι όμως αυτός ο σπουδαίος καλαθοσφαιριστής, ξεκίνησε από τη γειτονιά του παίζοντας ποδόσφαιρο, αλλά αγάπησε το μπάσκετ μια που το σπίτι του ήταν κοντά στη ΧΑΝΘ.
– Εσύ ξεκίνησες και είσαι παιδί της ΧΑΝΘ θα έπρεπε να σε συνδέουμε κανονικά με τη ΧΑΝΘ. Ωστόσο το όνομα Διονύσης Ανανιάδης παραπέμπει καθαρά στον ΑΡΗ.
-Κοίταξε οι παλιοί γιατί τώρα εγώ στο ιατρείο που ακόμη εργάζομαι αν και 70 χρόνων έρχονται καμιά φορά άνθρωποι οι οποίοι μου λένε: Γιατρέ Σε θυμάμαι άλλοι με θυμούνται από τον Άρη υπάρχουν όπως μεγάλης ηλικίας άνθρωποι που μου λένε: Σε θυμάμαι από τη Χανθ ή όταν έπαιζες στη Χανθ. Η αλήθεια είναι ότι έπαιξα πιο διακεκριμένο μπάσκετ ήμουνα πιο πρωταγωνιστής στην ομάδα της ΧΑΝΘ, και επίσης ξεκίνησα από πολύ μικρός 10 χρόνια είναι και παραπάνω 12 χρόνια ίσως, αρκεί να σου πω ότι στη Χανθ έπαιξα πέντε χρονιές συνεχόμενες και έχουμε κατακτήσει 5 τίτλους στα παιδικά πρωταθλήματα με την παιδική ομάδα της Χανθ, που στην αρχή ήταν προπονητές διάφοροι παλιοί παίκτες, αλλά όλοι ήταν παιδιά του Ροδόπουλου. Η ομάδα λοιπόν που αργότερα έφτασε να μεγαλουργήσει ως ανδρική ομάδα της Χανθ στη δεκαετία του 1970 κατέκτησε πανελλήνια παιδικά πρωταθλήματα και πανελλήνια εφηβικά. Δεν ήταν μια τυχαία φουρνιά.
-Είχατε πάρει τότε μόρια για τις Πανελλήνιες;
-Εγώ εκείνη την εποχή ήμουν στο μεταίχμιο καθώς θα έδινα εξετάσεις για το πανεπιστήμιο, ευτυχώς θα πω ήμουν ικανός, ήμουν τυχερός δεν ξέρω πέρασα στην Ιατρική μάλιστα δεν θέλω να σε αυτό το σημείο να είμαι και τόσο μετριόφρων η αλήθεια είναι ότι αρίστευσα. Αλλά μόρια τότε δεν δινόντουσαν για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Μόνο η δόξα ήταν η ανταμοιβή όταν έπαιρνες πανελλήνιο πρωτάθλημα. Και τώρα πρέπει να γράψει ένας υποψήφιος άριστα για να μπει στην Ιατρική αλλά ενδεχομένως ένα παιδί που θα πάρει αρκετά μόρια παίζοντας σε κάποιο άθλημα περνάει σε ΑΕΙ χωρίς να αναγκαστεί να ανταγωνιστεί στα ίσια άλλους καλύτερους υποψήφιους. Ωστόσο επειδή η Ιατρική είναι δύσκολη σχολή και οι αθλητές αναγκαστικά έχουν περιορισμένο χρόνο για να ασχοληθούν πραγματικά με τη σχολή τους ώστε να μπορέσουν να τη βγάλουνε επάξια πολλοί δεν την προτιμούν. Αντίθετα με τα μόρια που παίρνουν από τις διακρίσεις τους στον αθλητισμό επιλέγουν άλλες σχολές πιο βατές όπως ΤΕΦΑΑ ή π.χ. Πολιτικών Επιστημών για να μπορέσουν να συνδυάσουν τις σπουδές τους με τις υποχρεώσεις στις αγωνιστικές και ιδιαίτερα του πρωταθλητισμού.
ΜΠΑΣΚΕΤ ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΣΗ
–Μια και μιλάμε για επίπεδο μόρφωσης και για σπουδές, θα έλεγες ότι τα παλιότερα χρόνια, στη δική σου εποχή δεν ήταν και τόσο μορφωμένοι οι παίκτες του ποδοσφαίρου σε σχέση με του μπάσκετ;
-Στον αθλητισμό οι αθλητές, οι αθλούμενοι πρέπει να έχουν παιδεία για να πηγαίνουν καλύτερα να υπάρχει παιδεία και μόρφωση από το σχολείο αυτή εννοώ. Σου επιτρέπει λοιπόν η μόρφωση να βλέπεις το μέλλον σου όχι μονοδιάστατα όπως ήταν το ποδόσφαιρο παραδείγματος χάρη παλιότερα αλλά και καταφέρνει στο διάστημα αυτό να προχωρήσεις και αθλητικά. Αυτή τη δυνατότητα που σου δίνει ότι δεν εξαρτάσαι μόνο από το συγκεκριμένο άθλημα σε κάνει πιο πλήρη ως προσωπικότητα. Από την άλλη αυτοί οι οποίοι ασχολούνται μονοδιάστατα μόνο δηλαδή με το άθλημα που υπηρετούν χωρίς να έχουν περισσότερη μόρφωση μετά το γυμνάσιο και το λύκειο δηλαδή, να πάνε σε ένα πανεπιστήμιο, αυτή η μοναδική ενασχόληση τους κάνει και καλύτερους αθλητές δίνονται αποκλειστικά σε αυτό γιατί ξέρουν ότι αυτή είναι η διέξοδος της ζωής τους. Πραγματικά δεν έχω μία απάντηση που ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις πάντως όταν πρωτοεμφανίστηκε το μπάσκετ σε μαζικό επίπεδο στην Ελλάδα υπήρχε διαφορά επιπέδου από το ποδόσφαιρο έτσι δεν είναι; Ακούγαμε ποδοσφαιριστές να κάνουν δηλώσεις λέγαμε πραγματικά από πού κατέβηκε αυτός; Τα παιδιά που έρχονταν από την επαρχία ήταν αγροτόπαιδα και κουβαλούσαν μαζί τους μία ιδιαίτερη επαρχιακή αγροτική κουλτούρα που αυτό φαίνονταν και στο λόγο τους.
Σήμερα αυτό δεν το βλέπουμε σήμερα ποδοσφαιριστές εκφράζουν λόγο και απόψεις και στέκονται πάρα πολύ ωραία και στο μικρόφωνο και στις συνεντεύξεις τους και είναι προσεκτικοί στο τι θα πουν. Όπως έχει στρώσει πολύ και η εικόνα μέσα στα γήπεδα παλιά γινόντουσαν επεισόδια μέσα στα γήπεδα εννοώ μέσα στον αγωνιστικό χώρο, αυτά τώρα έχουν απομακρυνθεί από τους αγωνιστικούς χώρους σπάνια βλέπουμε τέτοια πράγματα και έχουν μεταφερθεί τα επεισόδια στις κερκίδες και εκτός κερκίδων και μία και μιλάμε για το ποδόσφαιρο το επίπεδο έχει ανέβει πάρα πολύ. Το μπάσκετ πάλι θεωρούνταν εκείνη την εποχή τη δική μου τουλάχιστον πιο ευγενές άθλημα.
Τα παιδιά που ασχολούνταν ήτανε πιο μορφωμένα πιο καλλιεργημένα επίσης σαν άθλημα δεν χρειαζόταν να υπάρχει και τόση παλικαριά γιατί στο ποδόσφαιρο όπως είναι εύκολα αντιληπτό τα παιδιά που προέρχονταν από την επαρχία ήταν τα πιο δυνατά και πιο δυναμωμένα σε σχέση με τα παιδιά της πόλης. Υπερτερούσαν δηλαδή στη δύναμη. Εξάλλου και τα γήπεδα ήταν πιο σκληρά χωμάτινα ή με χαλίκι συνεπώς αυτό το παιδί που έπαιζε μπάλα και που προερχόταν από την επαρχία δηλαδή από την αλάνα θα μπορούσε να επικρατήσει σε σχέση με τα παιδιά της πόλης που δεν είχαν τις ευκαιρίες αυτές και επίσης είχε περάσει και ο τσαμπουκάς και η παλικαριά θυμάμαι οι δημοσιογράφοι και παλαιότερων εποχών τόνιζαν πάρα πολύ την παλικαριά και τη δύναμη και τον τσαμπουκά. Άρα χωρίς να έχω μια σαφή απάντηση, πιστεύω πως υπήρχαν κοινωνικοί λόγοι που στο ποδόσφαιρο δεν υπήρχαν και πολλοί μορφωμένοι ποδοσφαιριστές.
-Αλλά αυτά τα στερεότυπα έχουν ξεπεραστεί ε;
-Λίγο-λίγο αυτά ξεπεράστηκαν και τώρα μιλώντας φυσικά για το καλό ποδόσφαιρο φαίνεται ότι με την εξέλιξη που υπάρχει δεν μπορείς να σταθείς στο ποδόσφαιρο σε ένα καλό επίπεδο αν δεν έχεις μία παιδεία δηλαδή να στέκεσαι μες στον αγωνιστικό χώρο να συμπεριφέρεσαι σωστά να συνεργαστείς με τον προπονητή με τα κανάλια που θα έρθουν να σου βάλουν μπροστά σου το μικρόφωνο να σου κάνουνε ερωτήσεις όχι απλώς να μπορείς να συνεργαστείς να στέκεσαι δηλαδή αλλά και μέσα στο γήπεδο. Να φαίνεται ότι έχει τελειώσει πια το μοντέλο του μεγάλου ταλέντου που τα έκανε όλα. Τώρα παίρνεις την μπάλα κι αν δεν ξέρεις πού είναι ο συμπαίκτης σου ποιοι και πού στέκονται και πώς παίρνουν τις θέσεις μες στον αγωνιστικό χώρο δεν μπορείς να σταθείς. Με αυτά και με αυτά βλέπω ότι μιλάμε πολύ για ποδόσφαιρο γιατί και εγώ από το ποδόσφαιρο ξεκίνησα παίζαμε στις γειτονιές ήταν ένα άθλημα που ήταν εύκολο υπήρχαν οι αλάνες. Στις αλάνες ξεκίνησε το πρώτο μας ομαδικό σπορ το ποδόσφαιρο. Εκείνη την εποχή στις αλάνες δεν υπήρχαν καλάθια για να υπάρχει μια άλλη διέξοδος στα παιδιά. Εγώ πάντως είμαι παιδί του κέντρου το σπίτι μου ήταν 50 μέτρα από τη ΧΑΝΘ αλάνες δεν είχαμε τόσες πολλές στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, η μάνα μου έβγαινε στα σκαλιά της αυλής και με φώναζε όταν σκοτείνιαζε πια και έπρεπε να μαζευτώ σπίτι και αν δεν την άκουγα από το σπίτι έμπαινε μέσα στην πλατεία της ΧΑΝΘ που ήταν τότε ένας μεγάλος ανοιχτός χώρος και φώναζε «Διονύση άιντε μαζέψου». Πάντως σαν παιδί είχα τέτοια χαρά και τέτοια τύχη που ήμασταν τόσο κοντά στη Χανθ αφού να φανταστείς ότι το ανοιχτό γήπεδο της Χανθ εκείνη την εποχή θεωρούνταν η Ακρόπολη του μπάσκετ. Όλα τα μπασκετικά γεγονότα της μισής Ελλάδας και κατά καιρούς και ολόκληρης της Ελλάδας γινόταν σε εκείνο το ανοιχτό γήπεδο της ΧΑΝΘ και εμείς ήμασταν οι μικροί που παρακολουθούσαμε τα τεκταινόμενα. Εκεί στο ανοιχτό γήπεδο της ΧΑΝΘ βολευτήκαμε με αυτό και αρχίσαμε δειλά-δειλά να παίζουμε μπάσκετ σε κάτι αυτοσχέδια καλάθια. Είναι ένα στοιχείο ιστορικό να το πω τώρα ότι τα πρώτα καλάθια που χρησιμοποιούσαν οι πρώτοι που έφεραν το μπάσκετ στην Ελλάδα, κάπου το 1919, ήταν δύο ανάποδες καρέκλες.
Με την ανάποδη καρέκλα που χρησιμοποιούσαν για καλάθι για να παίζουνε μπάσκετ υπάρχει τέτοια φωτογραφία στο Μουσείο της ΧΑΝΘ το 1919 . Και σε αυτή τη φωτογραφία όποτε έμπαινε καλάθι είχανε μία σκάλα δίπλα ανέβαινε κάποιος και έβγαζε την μπάλα από την ανάποδη καρέκλα και την έδινε στους παίκτες για να συνεχίσουν. Έτσι παιζόταν τότε δεν υπήρχανε καλάθια αυτά ήταν τα αυτοσχέδια καλάθια.
ΚΑΡΕΚΛΕΣ ΚΑΙ ΚΑΛΑΘΙΑ
-Βρε Διονύση η χρήση του σιδήρου ήταν διαθέσιμη στον άνθρωπο από το 1000 π.Χ. Γιατί δεν έφτιαξαν το 1919 δύο κυκλικά καλάθια από σίδερο και χρησιμοποίησαν τις ανάποδες καρέκλες;
-Ε μιλάμε για τα χρόνια 1919-1925, δεν μιλάμε τώρα για τα δικά μας χρόνια στα χρόνια τα δικά μου όταν ήμουνα μικρός για καλάθι χρησιμοποιούσαμε έναν στρογγυλό σκουπιδοτενεκέ που όμως είχαμε βγάλει τον πάτο ώστε να μην ανεβαίνει κάποιος να βγάζει την μπάλα μέσα από το καλάθι. Επίσης μην ξεχνάς ότι εκείνη την εποχή κάνανε πάρα πολλές δεκαετίες για να αντικατασταθούν τα ξύλινα ταμπλό όλα τα ταμπλό ήταν ξύλινα. Ακόμα και στη δική μας εποχή αρχικά τα ταμπλό ήταν ξύλινα, αντικαταστάθηκαν φυσικά τώρα με πλεξιγκλάς αλλά εκείνη την εποχή ήταν ξύλινα όλα τα ταμπλό .Οπότε οι φίλαθλοι που κάθονταν πίσω από τις μπασκέτες, δεν μπορούσαν να δουν αν έμπαινε ένα καλάθι γιατί δεν είχαν οπτική επαφή. Δεν ήταν διαφανές το ξύλο φυσικά χαμπάρι δεν παίρνανε, Αν έμπαινε καλάθι ή όχι αλλά και πολλές φάσεις τις χάνανε γιατί και ένα τμήμα του γηπέδου λόγω των ξύλινων ταμπλό το χάνανε από το οπτικό τους πεδίο.
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΗ
-Πότε περίπου άρχισες να παίζεις επαγγελματικά να πληρώνεσαι δηλαδή να αμείβεσαι; Από τη ΧΑΝΘ;
-Να λύσουμε λοιπόν και κάποιες παρεξηγήσεις. Από τη ΧΑΝΘ δεν έπαιρνα τίποτα. Μόνο από τον ΑΡΗ έχω πάρει τα πρώτα μου χρήματα ως αθλητής. Ξεκινήσαμε με κάποια μικροποσά όμως από νωρίς – νωρίς είχα
κάνει προσωπική οικογένεια δηλαδή είχα γνωρίσει τη γυναίκα μου και είχα παντρευτεί. Ακόμη και αυτά τα λίγα χρήματα που έπαιρνα από τον Άρη ήταν σημαντικό βοήθημα για μένα. Ήμουν και συμπαίκτης με τον Γκάλη για τρία χρόνια και ήταν αυτός που κατά κάποιο τρόπο έφερε τον επαγγελματισμό στο μπάσκετ.
-Εκείνη την εποχή υπήρχαν θα λέγαμε λεφτά στον ΑΡΗ…
-Ναι αλλά παρόλο που υπήρχαν πολλά χρήματα τα οποία δίνονταν για το μεγάλο αστέρι που λεγόταν και λέγεται ακόμα Νίκος Γκάλης η ομάδα δεν μπορούσε να εξασφαλίσει περισσότερα χρήματα για να δώσει και στους υπόλοιπους παίκτες δηλαδή δεν περίσσευαν εκείνη την εποχή. Και αυτό δεν ήταν θέμα συμφωνίας, εφόσον είχες υπογράψει στο δελτίο ήσουνα ιδιοκτησία
του σωματείου και φοβόσουν να δημιουργήσεις ζήτημα σχετικά με την αμοιβή σου. Σύμφωνα με τα έσοδα που είχε ο Σύλλογος ή με αυτά που θα μπορούσε να σου δώσει το σωματείο πορευόταν και οι παίκτες εκείνης της εποχής.
Ο Γκάλης όταν ήρθε υπέγραψε δελτίο στον ΆΡΗ ήταν δέσμιος του ΆΡΗ αλλά σαν αστέρας που ήταν ειχε και τη μεγαλύτερη δύναμη. Κάθε χρόνο έκανε συζητήσεις με τη Διοίκηση και έπαιρνε χρήματα που όλοι σχεδόν γνωρίζουμε πια το ύψος των ποσών. Εμείς οι υπόλοιποι για να πάρουμε κάποια χρήματα
έπρεπε να πιέσουμε τη διοίκηση αλλά υπήρχε πάντα το ρίσκο εφόσον ο Γκάλης παρέμενε στην ομάδα και ήταν η μεγάλη ατραξιόν να σου πούνε: « Έλα μωρέ Τι ζητάς; Άμα δεν θέλεις μπορείς να φύγεις».
Ο ΓΚΑΛΗΣ
-Ο κόσμος πάντως θεωρεί ότι καλώς αμειβόταν τόσο καλά ο Γκάλης…
-Μα προφανώς και έχουν δίκιο. Ο Γκάλης έφερνε με την παρουσία του τα πολλά χρήματα στο Σύλλογο που στεκόταν επί πολλά χρόνια στην ελίτ του εγχώριου αλλά και του Ευρωπαϊκού μπάσκετ. Και μέσα στην τρέλα εκείνης της περιόδου υπήρχε μια παραζάλη, με προβολείς στραμμένους πάνω στον ΑΡΗ του Γκάλη, με ξεφαντώματα στο Ακρόαμα και με πηχυαίους τίτλους στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, ακόμα και των πολιτικών εφημερίδων, απόλυτα ωστόσο δικαιολογημένα όλα αυτά καθώς ο ΑΡΗΣ αποτελούσε ένα κοινωνικό φαινόμενο. Λοιπόν σε εκείνη τη φάση σε εκείνες τις διοικήσεις δεν επικράτησε η ψυχραιμία, το καθαρό μυαλό και μια σύνεση για την περίοδο μετά από την εποχή των μεγάλων και πασίγνωστων παικτών, με τον πακτωλό των χρημάτων που έρχονταν στο Σύλλογο, αλλά και τη μεγάλη προβολή και την τόσο μεγάλη δύναμη ώστε να σκεφτούν πώς θα πορευόταν ο ΑΡΗΣ όταν θα έσβηναν όλα αυτά. Δεν είχαν προνοήσει για τα σε εισαγωγικά γεράματα… και γι αυτό έχουν εκείνες οι Διοικήσεις ευθύνη.
-Πάντως ο ΑΡΗΣ από εκείνη την εποχή ακόμα είχε μπασκετικό κοινό.
-Σίγουρα ο Σύλλογος κράτησε από τότε μία πολύ μεγάλη μάζα μπασκετικών φιλάθλων κι αυτό φαίνεται από τα τελευταία χρόνια που ο ΑΡΗΣ εκτός από φέτος βρίσκεται πιο κάτω στη βαθμολογία από τον συμπολίτη παρόλα αυτά στο γήπεδο συγκεντρώνει πολύ περισσότερο
κόσμο και χωρίς να έχει δικό του γήπεδο και αυτό έχει να κάνει
κατά τη γνώμη μου με το ότι ο ΆΡΗΣ κατά παράδοση
είναι ένα πιο μπασκετικό σωματείο. Θυμάμαι όταν έπαιζα στη ΧΑΝΘ
ερχότανε στο γήπεδο οι φίλαθλοι του ΠΑΟΚ αλλά προφανώς
δεν γνώριζαν τίποτα για το μπάσκετ οι φίλαθλοι δεν ξέρανε καθόλου το άθλημα το οποίο παρακολουθούσαν και όταν ο παίκτης βρισκόταν μόνος του με το καλάθι και σκόραρε φωνάζανε offsideαλλά αυτό γινόταν κυρίως όπως είπα από τους φιλάθλους του ΠΑΟΚ. Ωστόσο οι φίλαθλοι του ΑΡΗ είχαν καλλιεργήσει το άθλημα περισσότερο και πιο πολύ σε βάθος Ώστε οι φίλαθλοι του να ενδιαφέρονται να μάθουν τους κανονισμούς και να μην μπερδεύουν τα δύο αθλήματα.
ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
-Με το Χάρη Παπαγεωργίου, άλλη μεγάλη δόξα του Συλλόγου υπήρξατε συμπαίκτες…
-Με τον Χάρη Παπαγεωργίου σωστά υπήρξαμε συμπαίκτες και ο Χάρης είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση είναι κοινωνικό φαινόμενο ο Χάρης. Αναδείχθηκε λόγω προσόντων και σκληρής δουλειάς ο Χάρης έχει εκπληκτικά προσόντα ήταν απίθανος περιφερειακός παίκτης με ύψος 1,95 και για περιφερειακός παίκτης είναι πολύ ψηλός αλλά είχε μαγικά δάχτυλα έβαζε πολύ εύκολα τα περιφερειακά σουτ στο καλάθι αλλά το καλλιέργησε κιόλας
δουλεύοντας πάρα πολύ σκληρά στις προπονήσεις. Εγώ τον έβλεπα πολλές φορές που προπονούνταν μόνος του. Τίποτα δεν του είχε χαριστεί. Δεν κοιμόταν στο κρεβάτι του και σηκωνόταν και έστελνε την μπάλα έτσι απλά στο καλάθι. Ωρες επί ωρών δούλευε στις προπονήσεις μόνος του με το καλάθι έπαιρνε την μπάλα και σουτάριζε 500 φορές. Εάν στην εποχή τη δική του υπήρχαν τα τρίποντα ο Χάρης θα ήταν πάρα πολύ ψηλά στον πίνακα των σκόρερ πανελληνίως. Αν και δύο φορές αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα, χωρίς όμως να υπάρχουν τότε τα τρίποντα. Την πρώτη χρονιά που πήραμε το πρωτάθλημα που ήμασταν συμπαίκτες με το Χάρη αυτό που πρωτίστως μας έλεγε ο προπονητής μας, Γιάννης Ιωαννίδης, ήταν η φιλοσοφία του ότι «πάνω από όλα είναι η ομάδα». Δηλαδή εγώ έφυγα από τη Χανθ όπου διακρινόμουν σαν σκόρερ και πήγα στον Άρη αλλά παρόλο που δεν μου έκοψαν ποτέ δεν με φρέναραν ποτέ στο να σουτάρω όταν ήμουν πρόσωπο με το καλάθι ωστόσο η ομάδα συνολικά δούλευε για το Χάρη και εγώ φυσικά συμπορεύτηκα σε αυτό το σκοπό της φιλοσοφίας του Γιάννη Ιωαννίδη «πρώτα η ομάδα». Τότε μάξιμουμ να έβαζα 10-12 πόντους αλλά υπάρχουν και μερικά ματς που ξεπέρασα τους 20 πόντους και να σου πω κάτι που δεν το ξέρει ο κόσμος. Την τελευταία χρονιά μου στον ΑΡΗ παίζαμε μαζί με τον Γκάλη, σε αυτή την τελευταία μου χρονιά στα τελευταία
τέσσερα παιχνίδια που είχαμε να δώσουμε όπως και 1-2 του κυπέλλου ο Γκάλης είχε φύγει στην Αμερική λόγω του ότι υπήρχε μία διάσταση απόψεων με το διοικητικό συμβούλιο. Χωρίς τον Γκάλη ως συμπαίκτη μου σε αυτή τη φάση ήμουν μέσα στους δύο πρώτους σκόρερ της ομάδας. Έλειπε ο Γκάλης σε αυτές τις τέσσερις πέντε αγωνιστικές κι εγώ που είχα σύνθετο ρόλο έβαζα 15 με 20 πόντους. Ενώ όταν παίζαμε μαζί με τον Γκάλη μέσα στην ομάδα έμενα στους τρεις με πέντε το πολύ σε κάθε αγώνα.
ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ
-Αυτή ήταν η οδηγία του προπονητή;
-Κοίτα, ήταν τέτοια η ακτινοβολία αυτού του παίκτη που αφαιρούσε από μένα κάθε επιθετική διάθεση και πρωτοβουλία. Εγώ το μυαλό μου το είχα μέσα στο παιχνίδι πώς θα αξιοποιήσω τον Γκάλη, παίζαμε άμυνα και μόλις κατάφερνα
να πάρω στα χέρια μου την μπάλα, ήξερα πού είναι ο Γκάλης να του πετάξω την μπάλα γρήγορα να παίξει ένας εναντίον ενός γιατί ο Γκάλης είχε τέτοια ικανότητα στο ένας εναντίον ενός, ήταν τόσο καλός παίκτης και τόσο έξυπνος ώστε μπορούσε να ξεφύγει και από δύο ακόμα αντιπάλους.
Όταν λοιπόν ο Γκάλης έπαιρνε την μπάλα και κάνοντας ντρίπλες δεξιά αριστερά προσπαθούσε να διεισδύσει προς το καλάθι δεν ήτανε σίγουρο ότι μπορούσε να το πετύχει αυτό πάντα. Πολλές φορές τον κλείνανε με παγίδες, έπρεπε λοιπόν να είναι κάποιος κοντά του να τον βοηθήσει να σώσει τον Γκάλη από την παγίδα που τον είχαν στήσει. Εγώ δεν κοιτούσα που θα ήμουνα να πάρω την μπάλα να είμαι ελεύθερος να σουτάρω κοιτούσα που θα ήμουνα να πάρω την μπάλα για να βγάλω το Γκάλη από τη δύσκολη θέση, την ομάδα από τη δύσκολη θέση. Γιατί όταν βοηθάς τον καλύτερο παίκτη της ομάδας σου βοηθάς ουσιαστικά την ομάδα.
ΤΙ ΕΛΕΓΑ ΣΤΟΝ ΓΚΑΛΗ
-Μπορούσες να το διαχειριστείς αυτό, δηλαδή να μένεις ηθελημένα σε δεύτερο πλάνο για να προβάλλονται άλλοι συμπαίκτες σου;
-Προφανώς Ο πρωταγωνιστής το μεγάλο αστέρι της ομάδας ήταν ο Νίκος Γκάλης και όταν είσαι παίκτης και μάλιστα σε μεγάλη ομάδα πρέπει να μπορείς να το διαχειριστείς να μένεις εσύ πιο πίσω για να μπορεί να πρωταγωνιστεί ο σούπερ σταρ. Αν δεν μπορείς να συμβιβαστείς με αυτό το πράγμα δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Σε μία μεγάλη ομάδα που έχει πάντοτε υψηλούς στόχους και διαθέτει και ένα μεγάλο αστέρι στη σύνθεση της αν δείχνεις αντίδραση ενώ μπαίνεις μέσα σε βάζει ο προπονητής και ο προπονητής θέλει με έναν τρόπο να σε αξιοποιήσει, αλλά εσύ αντιδράς, τότε δεν μπορείς να ανήκεις στην ομάδα. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς για παράδειγμα, ο προπονητής που είχα στον Άρη για δύο χρόνια με άφηνε και έπαιζα σχεδόν 40 λεπτά και θα σου πω μία κουβέντα μου έλεγε λοιπόν ότι θα μπεις μέσα στο καλάθι θα κάνεις προσπάθεια μόνο αν είσαι 100% βέβαιος ότι αυτό το καλάθι θα επιτευχθεί.
Του έλεγα: «αν βλέπω ένα διάδρομο και μπορώ να περάσω τον αντίπαλο παίκτη και είναι μία σωστή προσπάθεια και τελικά το καλάθι δεν μπει φταίω εγώ που δεν το έβαλα ενώ η επιλογή ήταν η σωστή;»
Μου έλεγε θυμάμαι: «φταις γιατί ξέρεις ότι πίσω στην άμυνα θα το πληρώσουμε και θα φάμε το καλάθι από την αντεπίθεση».
Με θεωρούσε πυλώνα της άμυνας ο δεύτερος κοντός της ομάδας ο Γκάλης δεν ήταν ένας παίκτης που θα έπαιζε άμυνα άρα οι δύο αμυντικοί του ΑΡΗ ο ένας είναι στο πλάι η φύση και το μυαλό του είναι συνέχεια στοχευμένα στο πώς να σουτάρει και να σκοράρει ο άλλος λοιπόν που είναι ο πυλώνας της άμυνας δηλαδή εγώ, αν θα είμαι μπροστά στο καλάθι πίσω δεν θα έχουμε τίποτα. Εγώ μου έλεγε ο Ιβκοβιτς: «δεν σε μαλώνω Διονύση. Προσπαθώ να σε βάλω σε μία λογική».
Ήταν μία λογική λογικότατη αλλά από την άλλη μεριά αφαιρούσε κομμάτια από την προσωπικότητά μου που πρέπει να είσαι αρκετά ικανός για να το διαχειριστείς. Θα έλεγα ότι μία μεγαλογραφία δικιά μου είναι ο Παναγιώτης Γιαννάκης ακριβώς το ίδιο πράγμα συμβιβάστηκε στο παίξιμό του ήταν ένας παίκτης που ανταγωνιζόταν ευθέως τον Γκάλη στον τομέα του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα και όταν ήρθε στον ΑΡΗ έπαιξε τον δεύτερο ρόλο αλλά τον πληρέστερο για την ομάδα ρόλο έβαζε πόντους και μάλιστα χρησιμότατους για την ομάδα, ήταν πρώτος στην άμυνα πρώτος στο να ενθαρρύνει τους παίκτες να βάλει τα στήθια του μπροστά ήταν πρώτος σε όλα αλλά το σκοράρισμα το άφησε στον Γκάλη για να πάει η ομάδα μπροστά και ο ΑΡΗΣ και η Εθνική. Ο Γιαννάκης αγωνίστηκε στον ΑΡΗ με πολύ εξυπνάδα και σοφία σε όλα του και δεν είναι τυχαίο γιατί ήταν ένας πολύ ώριμος παίκτης με πολλά χαρίσματα και μάλιστα δεν αναφέρομαι μόνο στις αγωνιστικές του ικανότητες.
Να σου πω ένα άλλο παράδειγμα που δεν ξέρω αν θα μπορούσα να κάνω αυτό που έκανε ο για ένα χρόνο συμπαίκτης μου Γιώργος Δοξάκης ο οποίος έβγαλε όλη του την αγωνιστική πορεία ευρισκόμενος στη σκιά των δύο μεγάλων γιγάντων αγωνίστηκε ελάχιστα, ήταν ικανότατος παίκτης αλλά συμβιβάστηκε γιατί είναι σίγουρος συμβιβασμός το να είναι σε μία μεγάλη ομάδα που κερδίζει τίτλους αλλά να είναι στον πάγκο. Εγώ δεν το έζησα αυτό γιατί εγώ ήθελα να παίζω και την πρώτη χρονιά που ήρθα στον ΑΡΗ και ταυτόχρονα πήραμε (1979) το πρωτάθλημα ήμουνα βασικός. Δεν ήμουνα ρεζέρβα, ούτε στο περιθώριο. Αλλά κανένας δεν αναρωτήθηκε τι απέγινε η ομάδα που πήρε τότε το πρωτάθλημα. Δεν ήταν καμιά γερασμένη ομάδα δημιουργήθηκε ενθουσιασμός στον κόσμο, αλλά επειδή την επομένη αμέσως χρονιά ήρθε ο Γκάλης στον Άρη τα φώτα όλα έπεσαν πάνω στον Γκάλη που κάνεις δεν αναρωτήθηκε: Τι απέγινε η πρωταθλήτρια ομάδα τι έγιναν εκείνοι οι παίκτες… Αυτοί που είχαν πάρει το πρωτάθλημα…
ΤΙ ΕΓΙΝΑΝ ΟΙ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ
-Αναρωτιέμαι εγώ και σε ρωτάω, αλήθεια τι απέγινε εκείνη η ομάδα;
Η ομάδα λοιπόν, η πρωταθλήτρια ομάδα του Άρη ουσιαστικά σιγά-σιγά απαξιώθηκε. Από τη στιγμή που ήρθε αυτό το μεγάλο αστέρι όλα τα φώτα έπεσαν πάνω του ο Παπαγεωργίου για παράδειγμα που ήτανε κι αυτός ένα μεγάλο αστέρι της ομάδας που πήρε το πρωτάθλημα συνέχισε και με τον Γκάλη μετά να παίζει στην ομάδα αλλά δεν έπαιζε το μπάσκετ που έπαιζε πριν. Ο Αλεξανδρής επίσης στέλεχος εκείνης της ομάδας που πήραμε το πρωτάθλημα αρχηγός της ομάδας και διεθνής ο Αλεξανδρής λοιπόν έπαιξε για ένα χρόνο- εκεί είναι που εγώ ενώ ήμουν βασικός της πεντάδας στο πρωτάθλημα που κατακτήσαμε έχασα τη θέση μου την οποία ξαναβρήκα αργότερα. Ο Αλεξανδρής έπαιξε ένα χρόνο μαζί με τον Γκάλη και μετά έφυγε ο Σκόνδρας, ο Καλαντίδης, ο Χωλόπουλος, ο Σπάρταλης. Μόνο ο Παραμανιδης έπαιξε και μετά. Αλλά θέλω να σου πω ότι άλλαξε άρδην όλη η ομάδα, αυτή η ομάδα η οποία την προηγούμενη χρονιά πήρε το πρωτάθλημα και η πορεία που μπορεί πιθανότατα να είχε διακόπηκε γιατί ήρθε ένα αστέρι τεράστιο. Μέχρι τότε στην αγωνιστική φιλοσοφία της κάθε ομάδας εμείς ξέραμε ότι όταν πηγαίναμε στον αιφνιδιασμό τρεις εναντίον τριών, τρεις εναντίον δύο αυτός που είχε την μπάλα τη μοίραζε στους παίκτες που ήταν πιο κεντρικά για να κάνουνε το καλάθι στην αρχή παραξενευτήκαμε που δεν έδινε ο Γκάλης την μπάλα. Δεν την μοίραζε δηλαδή αλλά μετά όμως βλέποντας την δεινότητα του στο σκοράρισμα είδαμε με άλλο μάτι κάθε αιφνιδιασμό. Γιατί μετά όταν άρχισε γκάπα-γκούπα, γκάπα-γκούπα να βομβαρδίζει τα καλάθια και το σκοράρισμα να ανεβαίνει ήταν κατανοητό όλο αυτό. Γιατί και σε εκείνη την εποχή το σκοράρισμα ήταν συνυφασμένο και με τα συμβόλαια που μπορούσε να πάρει ένας παίκτης άλλο ήτανε να έβαζε σε ένα παιχνίδι ένας παίκτης 35 πόντους και άλλο να έβαζε 28.
-Η ομάδα ήταν πρωταθλήτρια και αποφασίζει να αποκτήσει και τον Γκάλη.
-Άκου όταν αποφάσισε ο Νίκος να έρθει στην Ελλάδα, έπρεπε να αποφασίσει και σε ποια ομάδα θα αγωνιστεί .Τον διεκδικούσαν ταυτόχρονα ο ΑΡΗΣ και ο Παναθηναϊκός. Έτσι ρώτησε ποιά ομάδα πήρε το πρωτάθλημα φέτος και όταν του απάντησαν ο ΆΡΗ. Όταν ήρθε, εμείς περιμέναμε να δούμε έναν εντυπωσιακό ψηλό μπασκετμπολίστα από την Αμερική, και όταν μπήκε κοιτάξαμε ένα μέτριο σε ύψος παιδί με περίεργο μαλλί, όπως ήταν τότε και η μόδα, καθόλου εντυπωσιακός. Και συζητούσαμε γιατί έγινε τόσος ντόρος. Δεν ξέραμε τον τρόπο με τον οποίο έπαιζε μέχρι τον πρώτο αγώνα με τον Ηρακλή και η αλήθεια είναι πως δεν έδειχνε πολλά στις προπονήσεις, ήταν ομαδικός έπαιζε συμβατικά και έκανε οικονομία δυνάμεων, στους αγώνες όμως τον κοιτούσες εκστασιασμένος και ήταν προσηλωμένος σε αυτό που έκανε. Τον χαιρόμασταν ακόμα και εμείς σαν φίλαθλοι μέσα στα παιχνίδια και ήμουν ακόμα πιο χαρούμενος που δεν τον είχα ποτέ αντίπαλο.
-Έπαιξες με τον Γκάλη 3 χρόνια και ξαφνικά στα 30 σου χρόνια σταμάτησες το μπάσκετ…
–Με τον Νίκο ήμασταν 3 χρόνια συμπαίκτες και ήταν τιμή μου που έπαιξα μαζί του ακόμα και τώρα που λέω ότι ήμασταν συμπαίκτες, με κοιτάζουν με έκπληξη, ο Νίκος ήταν ένας ημίθεος, εγώ ήμουν απλά ένας κοινός θνητός.
Αλλά σταμάτησα στα 30 μου ναι. Ημουνα πολύ δοσμένος στο μπάσκετ η πραγματικότητα μου ήταν το μπάσκετ. Θεωρούσα ότι ήταν η ζωή μου αλλά ταυτόχρονα είχα και άλλα στο κεφάλι μου ποτέ δεν φανταζόμουν ότι τόσο απότομα θα σταματήσω το μπάσκετ. Αλλά για να φτάσω σε αυτή την απόφαση την οριστική στα 30 μου δηλαδή σε μία ηλικία που μπορούσα ακόμη παραγωγικά να δώσω πολλά στο άθλημα να σταματήσω υπήρχαν και κάποιοι λόγοι κυρίως σε σχέση με τη διοίκηση κάποιοι λόγοι που με πίκραναν. Τυπικά και αυτοί οι λόγοι διάστασης απόψεων με τη διοίκηση με έκαναν να απομακρυνθώ από το άθλημα όμως στη συνέχεια όταν ξεπεράστηκαν αυτά ήρθαν και μου είπαν να ξαναγυρίσω να παίξω αλλά είχαν γίνει πολλά χωρίς να μπαίνω σε λεπτομέρειες και πλέον δεν είχα τα ψυχικά αποθέματα να γυρίσω πίσω γιατί εμένα που φρόντιζα κυρίως για το καλό της ομάδας, πολλά πράγματα έγιναν μπούμερανγκ και στράφηκαν εναντίον μου. Εν τω μεταξύ όμως είχα ανοίξει το ιατρείο μου, ήμουν οικογενειάρχης δεν ήμουνα εξαρτώμενος από το μπάσκετ οπότε πιο ομαλά έφυγα. Δεν πήγα σε άλλη ομάδα παρόλο που με ζήτησαν. Και από τον Άρη πάντως μου πρότειναν εφόσον ήθελα να συνεχίσω να πάω στη Λάρισα που ήταν Α΄ Εθνική, εγώ δεν δέχτηκα. Έπρεπε να ολοκληρώσω την ειδικότητά μου στην ιατρική δεν ήταν εύκολο καθόλου για μένα να επιστρέψω σε κάτι που λάτρευα μεν, αλλά όχι στην ομάδα που ήθελα να είμαι.
Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
-Ποια ήταν η βάση της διάστασης που επήλθε με τη διοίκηση τότε του ΑΡΗ και αναγκάστηκες να σταματήσεις ξαφνικά το μπάσκετ;
-Και τότε και πάντα το οικονομικό. Εκείνη την περίοδο η ομάδα δεν πλήρωνε κανέναν παίκτη, πλην φυσικά του Γκάλη. Ήμασταν όλοι απλήρωτοι 8-10 μήνες και οι υπόλοιποι συμπαίκτες μου επέμεναν να κάνουμε αποχή. Εγώ που ήμουν και αρχηγός τους ζητούσα να κάνουν υπομονή γιατί διεκδικούσαμε το πρωτάθλημα. Τελικά βγήκαμε στη 2η θέση, οπότε πήγαμε στη Διοίκηση να διεκδικήσουμε όσα μας όφειλαν. Το αίτημα μας ήταν να μας δώσουν σε 10 μέρες τα μισά οφειλόμενα και σε ένα μήνα τα υπόλοιπα. Μετέφερα το αίτημα αυτό στο Γενικό Αρχηγό Α.Πεταλίδη αλλά υπήρξε πλήρης αδιαφορία από τη Διοίκηση και πλήρης εγκατάλειψη. Έτσι νιώθαμε. Όταν ήταν να ξεκινήσει το πρωτάθλημα κάποιοι νεαροί παίκτες πείσθηκαν να επιστρέψουν και επέστρεψαν και η διοίκηση φόρτωσε σε μένα την ευθύνη της προηγούμενης κατάστασης κάτι που δεν μπορούσα να το διαχειριστώ και αποφάσισα να σταματήσω γιατί ένιωθα εξαπατημένος.
-Και μετά πώς αντέδρασες, πώς κατάφερες να ξεπεράσεις όλη αυτή την κατάσταση;
-Δεν τα κατάφερα. Είχα μέσα μου πολύ θυμό και για να το αντιμετωπίσω σταμάτησα να πηγαίνω στο γήπεδο. Δεν έβλεπα πια τον ΑΡΗ σε ζωντανό παιχνίδι εκτός φυσικά από την τηλεόραση που εκεί δεν έχανα αγώνα. Μετά από 5 χρόνια όμως το 1987, Ιανουάριος ήταν ερχόταν ο Ολυμπιακός στο Παλέ, όλη η πόλη ζούσε γι αυτό το γεγονός και υπήρχε μεγάλος ξεσηκωμός. Μου είπε τότε η σύζυγος μου, μέχρι πότε θα κρατήσει αυτή η κολόνια; Άντε πάρε το γιο σου και πηγαίνετε να δείτε το παιχνίδι. Εσύ που έφαγες όλη τη ζωή σου στα γήπεδα δεν μπορείς να απέχεις. Και πήγαμε. Στο Παλέ δεν έπεφτε καρφίτσα. Μου έδωσαν θέση στα επίσημα, ο γιος μου έβλεπε ότι όλοι με χαιρετούσαν και με ξέρανε ήμουν πολύ γνωστός και σε πολλούς και αυτό που έβλεπε του άρεσε. Ήταν τότε 9 χρονών παιδί. Για την ιστορία αναφέρω πως ο ΑΡΗΣ τότε κέρδισε τον Ολυμπιακό 112-89 και ο Γκάλης με τον Σούμποντιτς έκαναν μαγικά. Ο Γκάλης είχε βάλει 35 πόντους και ο Σούμποντιτς 30. Ε, μετά από αυτό έσπασε ο πάγος μαλάκωσε και μέσα μου η οργή για την αδικία που είχε γίνει εις βάρος μου και συνέχισα στα επόμενα χρόνια όποτε μπορούσα να πηγαίνω να βλέπω τους αγώνες του ΑΡΗ που εκείνη την περίοδο μεσουρανούσε.
ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΓΙΝΑ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ
-Εντύπωση μου κάνει πώς δεν έγινες προπονητής.
-Στο τσακ δεν έγινα προπονητής. Μου έγινε πρόταση από τον Πανσερραϊκό. Είχανε τότε ανεβεί οι Σέρρες στην Α΄ Εθνική τότε επειδή η πρόταση ήταν κολακευτική τη συζητούσα. Θυμάμαι λοιπόν ότι τους είχα πει ένα υπερβολικά μεγάλο ποσό, να ξέρεις ότι όσο αγωνιζόμουν ο τρόπος παιχνιδιού μου ήτανε και λίγο προπονητικός έπαιζα playmaker τα τελευταία χρόνια ο τρόπος με τον οποίον έμπαινα και κινιόμουν μέσα στα παιχνίδια με χαρακτήριζε σαν έναν ιδιαίτερα εγκεφαλικό παίκτη. Αυτό το εκτίμησαν αρκετοί ότι θα μπορούσα να είμαι καλός προπονητής αφότου έληξε η καριέρα μου ως καλαθοσφαιριστής. Αλλά για πρωτοεμφανιζόμενο προπονητή τα χρήματα που είχα ζητήσει ήταν υπερβολικά. Παραδόξως όχι μόνο δεν πτοήθηκαν από το νούμερο που τους ζήτησα αλλά μου τα δώσανε. Ωστόσο δεν πήγα γιατί στην τελική κουβέντα της συζήτησης μας, (διότι εγώ δεν θα έμενα στις Σέρρες θα πηγαινοερχόμουν από τη Θεσσαλονίκη) και μου λένε τα βράδια όταν τελειώνει η προπόνηση θα σε βγάζει ένας δικός μας επάνω, δεν είχανε γίνει αυτοί οι καινούργιοι δρόμοι που είναι μία ευθεία για να πας στις Σέρρες τότε υπήρχε ένας δρόμος που ήταν γεμάτος στροφές. Και μου είπαν λοιπόν θα σε βγάζει ένας δικός μας μέχρι πάνω γιατί αν είσαι μόνος και χαλάσει το αυτοκίνητό σου θα σε φάνε οι λύκοι. Αυτομάτως λειτούργησε το αίσθημα της αυτοσυντήρησης το οποίο με συγκράτησε από τον αποδεχτώ αυτή την τιμητική οικονομικά πρόταση. Γιατί ναι μεν οι άνθρωποι μιλούσαν για 3 προπονήσεις εβδομαδιαίως, όμως γνωρίζοντας τον εαυτό μου ήξερα ότι καθημερινά θα επεδίωκα να προπονώ την ομάδα. Ειδικά γιατί ήταν νεοφώτιστη. Η απόφαση που τελικά πήρα να αρνηθώ την πρόταση των ανθρώπων ήταν πάρα πολύ δύσκολη για μένα γιατί ήταν η μόνη φορά στη ζωή μου που φάνηκα ανακόλουθος.
-Επειδή λες ο ίδιος ότι ήσουν εγκεφαλικός παίκτης, πόσο εγκεφαλικός δηλαδή;
-Αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ ακόμα να το ξεπεράσω. Ήμασταν στην Αθήνα με προπονητή τον Ιβκοβιτς το 1981 γιατί τότε παίζαμε και Σάββατο και Κυριακή κάθε εβδομάδα. Και καθώς ήταν Κυριακή και ξεκουραζόμασταν στο ξενοδοχείο Golden Age όπως αράζαμε στο καφέ στο ξενοδοχείο εκεί στην Αθήνα έρχεται ο Ιβκοβιτς και μας λέει «Άντε μπρε σηκωθείτε και βγείτε λίγο έξω έλα αρχηγέ εσύ μαζί μου μια βόλτα» Περπατώντας φτάσαμε λίγο πιο κάτω στο Holiday Inn όπου είχε καταλύσει η ομάδα ποδοσφαίρου του Αρη η οποία Κυριακή απόγευμα είχε παιχνίδι με το που μπαίνω στο ξενοδοχείο και αυτοί καθόντουσαν στο λόμπι αραχτοί έρχονται και μας πλησιάζουν η αλήθεια είναι ότι μας υποδέχτηκαν πολύ θερμά ειδικά τον Ιβκοβιτς έναν μεγάλο προπονητή τον αντιμετωπίζανε με μεγάλο σεβασμό όπως του άρμοζε και ιδιαιτέρως μας υποδέχθηκε ο Λάκης Ιωαννίδης που ήταν πρόεδρος τότε του Άρη τον οποίο γνώριζα και όταν έπαιζα στη Χανθ γιατί πάντα ήμασταν Άρης μία οικογένεια είμαστε εξάλλου και καθώς συζητούσαμε περί ανέμων και υδάτων κάποια στιγμή ο κύριος Ιωαννίδης λέει «ρε Διονύση δεν έρχεσαι να παίξεις ποδόσφαιρο;». Εμείς νομίζαμε ότι ήταν ένα αστειάκι μέσα στην κουβέντα και δεν σταθήκαμε σε αυτό το ξεπεράσαμε αλλά ο ίδιος μου ξαναέκανε την πρόταση και μου λέει «έλα να δοκιμάσεις να παίξεις» με αυτή την πρόταση όταν κατάλαβε ο Ντούσαν ότι ήταν σοβαρή αμέσως διαμαρτυρήθηκε και του είπε «Άντε μπρε εγώ τον παίκτη μου εγώ τον έχω αρχηγό εκεί στην ομάδα θέλεις να μου τον πάρεις και να τον κάνεις ποδοσφαιριστή εμείς εδώ πέρα τον έχουμε ανάγκη».
Ωστόσο ο Λάκης ο Ιωαννίδης επέμεινε και είπε «Κοίταξε Διονυση δεν σου κάνω πλάκα. Στα ματς που ερχόμαστε στο μπάσκετ και σε βλέπουμε είναι μαζί μας και ο Τσατσέφσκι ο προπονητής μας που είναι θιασώτης της ιδιαίτερα σκληρής προπόνησης και της φυσικής κατάστασης, λοιπόν όταν σε είδε πώς παίζεις στο μπάσκετ μου είπε αυτόν τον παίκτη με το 5 (τότε φορούσα το 5) που παίζει εδώ στην ομάδα μπάσκετ δεν μπορούμε να τον πάρουμε στο ποδόσφαιρο;» Αμέσως του αντέτεινε ο Λ.Ιωαννίδης «κόουτς πού ξέρεις αν ξέρει να κλωτσάει μπάλα και ο λέει ο Τσατσέφσκι στον Ιωαννίδη «Δεν χρειάζεται να ξέρει να κλωτσάει την μπάλα. Άμα τον βάλω αυτόν μέσα στην ομάδα αμυντικό χαφ, δεν θα περνάει ούτε μύγα…».
Ένα από τα ερωτήματα που το χω μέσα μου και με βασανίζει γιατί σε μισό με ένα χρόνο μετά από αυτό σταμάτησα το μπάσκετ και θα μπορούσα μία και ήμουνα λεπτό σκαρί προπονημένος και δυνατός αν έκανα αυτή τη στροφή στο ποδόσφαιρο τότε βρε το ποδόσφαιρο δεν το είχαμε σε εκτίμηση «σκοτώνονταν» οι παίκτες μέσα στα γήπεδα υπήρχαν περισσότερο σκληρές καταστάσεις εμείς ήμασταν στο σαλονιών…
Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΙΒΚΟΒΙΤΣ
-Με τον Ίβκοβιτς επειδή τον ανέφερες πολλές φορές ποια σχέση είχες;
-Εγώ ήμουν από τους τυχερούς που τον γνώρισα όταν ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα για λογαριασμό του Άρη. Συνεργαστήκαμε δυο χρόνια μαζί. Στην αρχή ήμουν επιφυλακτικός με την έλευσή του, καθώς έλεγα γιατί ξένο προπονητή κι όχι Έλληνα. Όμως έκανα λάθος και ο ίδιος μας κέρδισε με τις γνώσεις του και με την δουλειά του. Τότε ο Άρης δεν ήταν η μεγάλη δύναμη του μπάσκετ. Είχε κατακτήσει ένα Πρωτάθλημα. Αυτό που μας είχε κάνει εντύπωση ήταν ότι από τις πρώτες μέρες του στον σύλλογο έριξε το βάρος στα νέα παιδιά και ενδεικτικό είναι ότι στο πρώτο επίσημο παιχνίδι με αντίπαλο τον Ολυμπιακό ξεκίνησε βασικό τον 15χρονο τότε Μιχάλη Ρωμανίδη. Τελικά, κερδίσαμε τον Ολυμπιακό και μετά το τέλος του αγώνα κλαίγαμε από την ένταση. Ο Ίβκοβιτς ήταν πολύ μπροστά για το μπάσκετ εκείνης της εποχής. Είχαμε εξαιρετικές σχέσεις και ανέβασε επίπεδο τον Άρη. Αυτά που είχε δηλώσει τότε ότι δεν είχε την στήριξη της διοίκησης δυστυχώς και σε αυτή την περίπτωση ισχύει σε μεγάλο βαθμό
-Υπάρχουν κάποια περιστατικά που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσεις;
-Ναι υπάρχουν τρεις στιγμές που πάντοτε θυμάμαι. Και ήταν όλες σε αγώνες με τον Ολυμπιακό. Πρώτον, είναι η χρονιά που πήραμε το πρωτάθλημα. Ο Άρης ήρθε από το πουθενά, γιατί την προηγούμενη χρονιά, είχε βγει 8ος και από εκείνη τη θέση ξαφνικά βγήκε πρωταθλητής. Σαν μια δεύτερη αγωνιστική στιγμή, μού έρχεται στο μυαλό το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό, εκείνη τη χρονιά στο Παπαστράτειο. Προηγούμασταν σε όλο το παιχνίδι και στα μέσα του δευτέρου ημιχρόνου, ενώ ήμασταν μπροστά στο σκορ και φαινόταν ότι θα κερδίζαμε το παιχνίδι, έγιναν κάποια επεισόδια, ο αγώνας διεκόπη και όχι μόνο κερδίσαμε εκτός έδρας τον Ολυμπιακό, αλλά ήρθε και ο μηδενισμός του. Άρα, εμείς είχαμε ένα προβάδισμα στη βαθμολογία. Η τρίτη στιγμή που έχει απαθανατιστεί και σε φωτογραφία, είναι από το δεύτερο παιχνίδι εκείνης της χρονιάς στο δεύτερο γύρο με τον Ολυμπιακό στο Παλέ ντε Σπορ, που ενώ ήμασταν συνέχεια πίσω στο σκορ, χάρη σε ένα κλέψιμο που έκανα, κατάφερα να φύγω μόνος μου μπροστά, έγινε φάουλ, έβαλα τη βολή και το καλάθι και ήταν η πρώτη στιγμή που προηγηθήκαμε στο παιχνίδι.
Ο “ΚΛΕΦΤΗΣ”
-Και μια και είπες για το κλέψιμο, μάλλον το παρατσούκλι «κλέφτης» σε χαρακτήριζε ως παίκτη ε;
-Με χαρακτήριζε και μάλιστα κάποια στιγμή έγραψαν για μένα ο σύγχρονος Αρσέν Λουπέν. Κοίτα δεν ήταν καθόλου εύκολο να κλέψεις μπάλες από την αντίπαλη ομάδα. Αλλά ούτε και τώρα είναι εύκολο. Εγώ βέβαια να πω ότι είχα μια φυσική ταχύτητα και στις κινήσεις και στην αντίληψη και στην λήψη της απόφασης, για το πώς θα ενεργήσω κάθε φορά εννοώ. Και επειδή εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν τα σκάουτιγκ ούτε βλέπαμε τον προηγούμενο αγώνα της εκάστοτε αντίπαλης ομάδας για να ξέρουμε τις κινήσεις των αντιπάλων, το μόνο που έκανα ήταν να παρατηρώ τους αντιπάλους μας στο ζέσταμα. Από αυτές τις κινήσεις ταχύτατα ανέπτυσσα στο μυαλό μου τι έπρεπε να κάνω για να τους κλέβω την μπάλα. Ακόμα και η παραμικρή λεπτομέρεια μου ήταν πολύτιμη. Για παράδειγμα ο Γιατζόγλου σούταρε πάντα από πλάγια με ταμπλό, άρα ήμουν πολύ κοντά του, ο τάδε ψηλός π.χ. πριν σουτάρει χτυπούσε μια φορά κάτω την μπάλα. Εκεί όποτε πήγαινε να το κάνει βρισκόταν πριν πάει η μπάλα το χέρι μου. Πριν από κάθε έναρξη της εβδομάδας διαβάζαμε τα στατιστικά μας του προηγούμενου αγώνα που τα κρατούσε συνήθως ο 12ος παίκτης που ήταν στον πάγκο κι εγώ στην κατηγορία κλεψίματα ήμουν πάντα πρώτος. Δεν είναι και λίγα 5-6 κλεψίματα σε κάθε παιχνίδι, είναι σχεδόν όσα έχει όλη η ομάδα μαζί υπό φυσιολογικά πλαίσια.
Ο ΤΣΙΛΙΓΚΑΡΙΔΗΣ ΚΑΙ Ο ΓΚΑΛΗΣ
-Τελικά τον Γκάλη τον έφερε στον ΑΡΗ ο Τσιλιγκαρίδης;
-Ο συγχωρεμένος ο Τσιλιγκαρίδης ήταν ένας αγνός Αρειανός και ένας από τους σπουδαιότερους παράγοντες του μπασκετικού Άρη. Μάλιστα, πριν έρθει στο μπάσκετ ασχολούταν με το ποδόσφαιρο. Μπορεί στην αρχή να μην ήξερε από μπάσκετ, αλλά είχε καρδιά, πήγε στην Αμερική και επηρέασε τον Γκάλη να έρθει. Είχε έναν αυθορμητισμό που μπορούσε να αγγίξει την καρδιά των γονέων του Γκάλη αλλά να πείσει και τον ίδιο. Και τον έφερε. Τόσο απλά. Μάλιστα έδωσε και μια εικόνα στη μητέρα του Γκάλη για να την προστατεύει.
-Τελικά ο κόσμος σε φωνάζει Νόνη, αλλά απότι κατάλαβα έχεις προτίμηση στο Διονύσης.
-Δεν με πειράζει καθόλου όπως θέλει ο καθένας από το Διονύσης υποθέτω αντί να με πουν Νιόνιο που θυμίζει και λίγο Επτάνησα από μικρό παιδί θυμάμαι οι πολύ δικοί μου άνθρωποι με φώναζαν Νόνη και μάλιστα παραλίγο να χαθεί το Διονύσης γιατί κανένας δεν με φωνάζει πια Διονύση. Βέβαια η γυναίκα μου με φωνάζει Διονύση και μάλιστα είπα και πριν δεν έχω καταγωγή από τα Επτάνησα, οι γονείς μου ήταν μικρασιάτες γιορτάζω 17 Δεκεμβρίου που είναι του Διονυσίου του εκ Ζακύνθου από μικρό παιδί.
-Πάντως ο πιο γνωστός Διονύσης είναι ο Σολωμός ο εθνικός μας ποιητής και είναι από τα Επτάνησα θα μπορούσες να το αφήσεις να υπονοείται ότι μπορεί να έχεις και καταγωγή από εκεί
-Δεν νομίζω ότι είχα να κερδίσω κάτι . Πάντως τα τελευταία χρόνια το Διονύσης ακούγεται πολύ το βλέπουμε και σε διαφήμιση στην τηλεόραση μεγάλου Σούπερ Μάρκετ επίσης πριν από μερικά χρόνια υπήρχε μια διαφήμιση όπου στο Σύνταγμα κάποιος φώναζε Διονύση πιάσε δύο καφέδες. Βλέπω ότι τουλάχιστον στις διαφημίσεις ακούγεται τα τελευταία χρόνια.
Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ
-Εχεις μάλλον υποθέτω εγγόνια γιατί παντρεύτηκες και μικρός…
-Ναι έχω δύο εγγόνια η μεγάλη μας η Αννούλα πάει πρώτη γυμνασίου και ο μικρός ο Διονύσης έχω τη χαρά να ακούω από τον εγγονό μου Διονύση το όνομά μου, μάλιστα αυτός εμένα με αποκαλεί παππού Νόνη και για τον εαυτό του κρατάει το Διονύσης, ο εγγονός μου είναι 5 χρόνων πήρε το όνομά μου και η εγγονή μου πήρε πάλι το όνομα της γυναίκας μου παραδοσιακοί εμείς.
-Πώς καταφέρατε η δώσατε και οι δύο εσύ και η σύζυγος σου στα παιδιά του γιου σου τα δικά σας ονόματα. Δεν είχαν διαφορετική προτίμηση οι συμπέθεροι;
-Όχι, απεναντίας μπορώ να πω ότι οι ίδιοι το ζήτησαν. Όταν μάλιστα μου το ανακοίνωσαν ότι θα δώσουνε το όνομά μου στον μικρό Διονύση, η αλήθεια είναι ότι και τους ευχαρίστησα και συγκινήθηκα πάρα πολύ παρόλο που από την αρχή όταν γεννιέται το εγγόνι λες δεν με ενδιαφέρει εγώ είμαι έξω από αυτά και κάντε ότι θέλετε και δική σας είναι επιλογή εν τούτοις αυτό που συνέβη ήταν κάτι πολύ συγκινητικό ειδικά όταν και το επίθετο είναι το ίδιο Δηλαδή αυτή τη στιγμή ο εγγονός μου είναι Διονύσιος Ανανιάδης του Προδρόμου όπως και εγώ είμαι Διόνυσος Ανανιάδης του Προδρόμου. Κι εγώ έδωσα στο γιο μου το όνομα του πατέρα μου που ήταν Πρόδρομος και ο γιος μου έδωσε το όνομα το δικό μου στο γιο του οπότε ο κύκλος έκλεισε. Τώρα αυτός ο πιτσιρίκος και σαν παιδάκι νομίζω ότι μου μοιάζει στα χαρακτηριστικά αφού προς ώρας όπως μεγαλώνει είναι δραστήριος, ζωντανός, αεικίνητος και σιγά-σιγά πέντε χρονών είναι μόλις θα αρχίσει να ξεπετάγεται θα ασχοληθεί και με κάποιο άθλημα όπως όλα τα παιδάκια ασχολούνται από τη μικρή ηλικία με κάποιο σπορ για να κοινωνικοποιούνται και να αναπτύσσονται πιο φυσιολογικά. Εγώ προσωπικά αν με ρωτήσεις προτιμώ ένα μικρό αγοράκι όταν ξεκινά να ασχολείται, να επιλέξει το ποδόσφαιρο. Αλλά και το κολυμβητήριο βοηθάει πολύ γιατί το κολυμβητήριο διαπλάθει και σωματικά. Τα παιδιά που ασχολούνται από μικρά με την κολύμβηση ακόμα κι αν εν τέλει σταματήσουν έχουν αποκτήσει ήδη πολύ σωστή σωματική διάπλαση η οποία πολύ βοηθάει ειδικά σε ταχυδυναμικά αθλήματα αν κάνει το παιδί αργότερα μια άλλη επιλογή λόγω προτίμησης.
Βιογραφικό
Ο Διονύσης Ανανιάδης ξεκίνησε το μπάσκετ από τα μικρά τμήματα υποδομής της ιστορικής ομάδας της ΧΑΝΘ στη Θεσσαλονίκη την δεκαετία του 60, με κόουτς το Θόδωρο Ροδοπουλο και φυσικά πρωταγωνίστησε στην ανδρική ομάδα του συλλόγου συμμετέχοντας σε Ευρωπαϊκά παιχνίδια της Χανθ, ενώ παράλληλα στο πρωτάθλημα πήρε την 3η θέση για τη σεζόν 71-72 με μεγάλο προσόν την εκπληκτική αμυντική της λειτουργία.
Ενδεικτικό της μεγάλης του αξίας ως σκόρερ αναφέρεται ότι τη σεζόν 1973-74 σε ματς εναντίον του ΠΑΟΚ στο Αλεξάνδρειο ο Ανανιαδης σκόραρε 25 πόντους και εναντίον του Ολυμπιακού 29 πόντους και οδήγησε πανηγυρικά την ΧΑΝΘ στο Κύπελλο Κόρατς αφού η ομάδα κατέλαβε την 5η θέση στο πρωτάθλημα πίσω απ όλους τους μεγάλους της εποχής.
Τη σεζόν 75-76, μετά την αποχώρηση του κόουτς Ροδόπουλου άρχισε μία πτωτική πορεία για την ομάδα με αποκορύφωμα τον υποβιβασμό της και την επάνοδο της στη μεγάλη κατηγορία τη σεζόν 1977-78.
Η ομάδα της ΧΑΝΘ έχασε όμως πλέον την αρχική της αίγλη και ο Ανανιάδης πήρε μεταγραφή στον ΑΡΗ το καλοκαίρι του 1978.
Με κόουτς τον ” Ξανθό ” Γιάννη Ιωαννίδη, ο Άρης κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας και ο Ανανιάδης αποτέλεσε στυλοβάτη και βασικότατο πόιντ γκαρντ της ομάδας με μεγάλη ικανότητα στην οργάνωση του παιχνιδιού.
Εκείνη τη σεζόν έπαιξε σε 22 αγώνες με μέσο όρο 11 πόντους και την επόμενη σεζόν συμμετείχε με την ομάδα στο Πρωταθλητριών.
Τις δύο επόμενες σεζόν 81-82 και 82-83, ο Άρης με νέο κόουτς πλέον, τον συγχωρεμένο Ντούσαν Ίβκοβιτς, προσπάθησε πολύ για τον τίτλο, αλλά δεν τα κατάφερε καταλαμβάνοντας τελικά την 3η και 2η θέση με τον Ανανιάδη να είναι έντιμος στα οργανωτικά καθήκοντα του με χαμηλότερους βέβαια μέσους όρους γύρω στους 6 πόντους.
ΕΘΝΙΚΗ
Ο Ανανιάδης αγωνίστηκε σε επτά αγώνες με την εθνική εφήβων και σε επτά με την Εθνική ανδρών για μια πενταετία από τις αρχές του 70.
Κρέμασε αρκετά νωρίς τα αθλητικά του παπούτσια στα 30 του για να ασχοληθεί με την επιστήμη του ως γιατρός στην Θεσσαλονίκη.
Παράλληλα είναι και Πρόεδρος του Μουσείου της ΧΑΝΘ.
- Πρωταθλητής Ελλάδας: 1979
- Δευτεραθλητής Ελλάδας: 1982
- Τριταθλητής Ελλάδας: 1972, 1980, 1981