Υπάρχει Ελληνας ποδοσφαιριστής που έχει αγωνιστεί σε τρεις διαφορετικές ηπείρους; Την απάντηση δίνει το βιογραφικό του Βασίλη Ψηφίδη, βετεράνου παίκτη του Αρη, που προσφάτως τιμήθηκε από τον σύλλογο στο πλαίσιο του εορτασμού των 98 ετών από την ίδρυσή του, αλλά και τίμησε ο ίδιος τον σύλλογο που τον ανέδειξε, παραδίδοντας πλακέτα στον πρόεδρο του Α.Σ. Αρη, Νίκο Παπαδόπουλο. Στις 25 Μαρτίου είχε δηλώσει: «Πάσχω από… αρειανίτιδα και προσπαθώ να μεταδώσω την “ασθένεια” και στο Χιούστον».
1,90 πληρώνει ο «άσος» του Άρη κόντρα στον Αστέρα. Πόνταρε στην expekt.com, με Bonus εγγραφής 125 €!
Κάτοικος της πόλης του Τέξας εδώ και δεκαετίες, ο Βασίλης Ψηφίδης ξεκίνησε την καριέρα του στον Αρη, αναδείχτηκε ως ένας από τους κορυφαίους αριστεροπόδαρους χαφ της δεκαετίας του ’60 και του ’70 και είχε την ευκαιρία να αγωνιστεί και στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Νότιο Αφρική! «Ακουσα τη λέξη Αρης όταν ήμουν 11,5 ετών. Τότε εντάχθηκα στην ομάδα, υπογράφοντας δελτίο. Τις φωτογραφίες για το δελτίο τις έβγαλα στην Κάτω Τούμπα σε φωτογράφο με κουκούλα και τις πλήρωσε η μάνα μου. Ο Αρης με πέρασε από κόσκινο. Ο Διονύσης Καλτέκης δεν έπαιρνε όποιον κι όποιον. Σε όσους δεν του άρεσαν, τους έλεγε ότι δεν είχε παπούτσια! Εμένα τέσσερις φορές μου είπε “εσύ θα ξανάρθεις μεθαύριο”. Επειτα από τέσσερις φορές που ανέβηκα και κατέβηκα τις κερκίδες, αποφάσισε να με πάρει. Μιλάμε για τον Φεβρουάριο του 1956!», θυμάται ο Βασίλης Ψηφίδης.
Από τον Αρη… δραπέτευσε το 1966 για να βρει δουλειά! «Επαιξα ώς το 1966, επτά συνεχόμενα χρόνια. Αφού απολύθηκα από τον στρατό και έδωσα στον Αρη τρεις μήνες πριν και τρεις μήνες μετά περιθώριο να μου βρει δουλειά και δεν έγινε τίποτα τελικά, δραπέτευσα. Δεν το ήξερε κανείς ότι φεύγω. Πήρα τη μάνα μου τηλέφωνο από την Αθήνα και της είπα “πάω στη Νέα Υόρκη κι αν δεν μ’ αρέσει θα γυρίσω!”. Είχα παρέα μου τον Χρήστο Καπουρλάζο, δεξί μπακ στον Aρη», διηγείται ο 68χρονος Ψηφίδης, που έμαθε εκεί να ράβει γούνες και να βγάζει τα πρώτα του χρήματα.
Από τη Νέα Υόρκη, πήρε μεταγραφή σε επαγγελματική ομάδα του Χιούστον, έπαιξε ώς το 1968 και τότε αποφάσισε να επιστρέψει προσωρινά «γιατί είχα αποθυμήσει τους γονείς μου». Η χούντα όμως είχε αλλάξει τους κανονισμούς και «ο Νίκος Καμπάνης μου είπε ότι απαγορεύεται η έξοδός μου. Δεν είχα επιλογή και έπαιξα με την επάνοδό μου το πρώτο μου ματς εναντίον του Ερυθρού Αστέρα. Κερδίσαμε και έκανα εμφάνιση που δεν την περίμενα ούτε εγώ! Ο κόσμος με δέχθηκε και με σήκωσε ψηλά…».
Στον τελικό του 1970, όπου ο Αρης στέφθηκε κυπελλούχος Ελλάδας κερδίζοντας τον ΠΑΟΚ με 1-0 αγωνίστηκε για 32 λεπτά ως αλλαγή του Σεμερτζή. «Δεν το κέρδισαν 11 ή 12 το κύπελλο, αλλά 18 παίκτες. Για να φτάσεις στον τελικό έπρεπε να περάσεις τέσσερα εμπόδια. Τα περάσαμε με διαφορετικές συνθέσεις. Ολοι αυτοί οι 18 που έπαιξαν, δικαιούνται να λένε ότι σήκωσαν το κύπελλο. Ο πιο άτυχος λέγεται Γιώργος Κωνσταντινίδης, γιατί έπαιξε και στα τέσσερα πριν από τον τελικό, αλλά όχι στον τελικό».
Σχεδόν δύο χρόνια μετά ζήτησε από τον Καμπάνη να τον αποδεσμεύσει για να παίξει στη Νότιο Αφρική. Είχε πρόταση για δοκιμή από την Hellenic Cape Town. Αγωνίστηκε έξι μήνες. Δεν άντεξε άλλο. «Εφυγα γιατί δεν άντεχα τις φυλετικές διακρίσεις, το Απαρτχάιντ! Οι Ελληνες δεν είμαστε συνηθισμένοι να παίρνουμε λεωφορεία μόνο για λευκούς! Τα έβλεπα αυτά και έλεγα “πού ήρθα;”. Μου εξήγησαν πως αν έβρισκα μια κοπέλα και δεν ήταν τελείως λευκή, κινδύνευα να μπω φυλακή και να τιμωρηθώ και με 100 βουρδουλιές! Ηθελα να γυρίσω στον Αρη, αλλά ο Μενέλαος Χατζηγεωργίου μου είπε ότι δεν ήθελε το συμβούλιο να επιστρέψω».
Αγωνίστηκε κόντρα στον Αρη μόλις μία φορά, ως παίκτης της Καβάλας. «Ο Αρης κέρδισε 0-1 με γκολ του Αλεξιάδη. Οταν έγινα αλλαγή, ανακουφίστηκα», είπε.
Η φιλία με τον Σπανούλη
Ο Ψηφίδης ήταν από τις καλύτερες παρέες του Βασίλη Σπανούλη στο Χιούστον την περίοδο 2006-07, όταν ο αρχηγός του Ολυμπιακού αγωνιζόταν στους Ρόκετς! «Ο Σπανούλης και εγώ κάναμε παρέα πέντε ώρες τη μέρα μαζί! Εγώ είμαι συνταξιούχος και ο Σπανούλης δεν ξέρει πώς να περάσει τη μέρα του, μέχρι να έρθει η ώρα για προπόνηση. Είχαμε μια ελληνική καφετερία και μαζευόμασταν. Πήρε λεφτά, αλλά έπεσε σε έναν… αυγουλομάτη (Ράφερ Αλστον), που έδινε την μπάλα όπου ήθελε και όποτε ήθελε. Τον Σπανούλη του έδιναν την μπάλα μόνο όταν ήταν μαρκαρισμένος! Τι να έκανε το παιδί; Να σουτάρει τρίποντο; Δεν του έδωσαν ευκαιρίες. Ο Βασίλης είναι χρυσό παιδί».
* Η συνέντευξη δόθηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή»
Θυμηθείτε τη συγκλονιστική στιγμή με το κεράκι του τελικού του 1970 στο στούντιο της ΕΤ3