Την Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2022 θα γραφτεί και τυπικά ο οδυνηρός επίλογος μιας επιχείρησης που ξεκίνησε ως το απόλυτο ελληνικό success story, αλλά πολύ σύντομα βρέθηκε στο ναδίρ. Εκείνη τη μέρα βλέπετε θα χτυπήσει ένα σφυρί με μεγάλη ιστορία. Το εργοστάσιο της «Χατζηιωάννου ΑΒΕΕ» στην Ξάνθη, όπου βρισκόταν η βασική παραγωγική μονάδα της αλυσίδας ένδυσης Sprider Stores, των αδελφών Σάκη και Σάββα Χατζηιωάννου βγαίνει σε πλειστηριασμό.
Η ιστορία των ελληνικών ZARA
Υπήρχε κάποτε – όχι παλιά – μία ελληνική επιχείρηση που μπορούσε να καμαρώνει για τη δυνατότητά της να θεωρεί εαυτόν σχεδόν ισότιμο με τις επιτυχημένες πολυεθνικές αλυσίδες καταστημάτων ένδυσης και υπόδησης στην ελληνική αγορά.
Η αναφορά στην επίσημη ιστοσελίδα της ακουγόταν υπερβολική, αλλά ήταν πραγματικότητα. Επρόκειτο για τη «μεγαλύτερη ελληνική πολυεθνική αλυσίδα Οικονομικής Μόδας».
Όπως αναφέρει το menshouse.gr ξεκινώντας από μια μικρή βιοτεχνία ρούχων στην Ξάνθη, ο Σάκης και ο Σάββας Χατζηιωάννου έβαλαν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 στο μάτι τη Sprider Stores, θέλοντας να δημιουργήσουν τα ελληνικά «Zara». Η Sprider ιδρύθηκε το 1978 από τον Θανάση Αργυρό με κύριο αντικείμενο την εμπορία μαγιό και αθλητικών ειδών.
Η εταιρία ανελίχθηκε με ταχείς ρυθμούς, φτάνοντας το 1999 να διαθέτει 11 καταστήματα, τέσσερα εκ των οποίων στην επαρχία (Ηράκλειο, Πάτρα, Καλαμάτα, Χαλκίδα). Χαρακτηριστικό της φίρμας ήταν η πολύ καλή σχέση ποιότητας – τιμής. Ο ίδιος ο Σάκης Χατζηιωάννου, που μαζί με τον αδελφό του εξαγόρασαν το 80% της επιχείρησης το ’99, ήταν η ζωντανή διαφήμιση των προϊόντων της Sprider, καθώς δεν φορούσε ποτέ τίποτε άλλο. Συνήθιζε μάλιστα να καμαρώνει, χωρίς κανένα κόμπλεξ, ακόμα και σε κοινωνικά σουαρέ, λέγοντας ότι τα κοστούμια του κοστίζουν το πολύ 300 ευρώ.
Οι νέοι ιδιοκτήτες της εταιρίας ακολούθησαν πολύ επιθετική πολιτική, εδραιώνοντας το μύθο μιας κλασικής ελληνικής εκδοχής εταιρείας – «σταχτοπούτας», που ξεκίνησε δειλά-δειλά την πορεία της ως οικογενειακή επιχείρηση και κατάφερε να εδραιωθεί στην κορυφή του ελληνικού λιανεμπορίου.
Οι κύκλοι εργασιών, οι ρυθμοί ανάπτυξης και ο αριθμός των καταστημάτων πολλαπλασιάστηκαν με γεωμετρική πρόοδο. Η εξωστρέφεια ήταν η πρώτη στρατηγική απόφαση των αδελφών Χατζηιωάννου. Το 2000 ιδρύθηκε η SPRIDER Bulgaria, με στόχο το μπάσιμο στην αγορά των Βαλκανίων. Παράλληλα εξαγοράστηκε η MEGATHLON HELLAS Α.Ε., με την οποία η εταιρία εισήλθε στον κλάδο της χονδρικής πώλησης.
Το 2004, η εισαγωγή της εταιρείας στο Χρηματιστήριο Αθηνών σηματοδότησε μια νέα επιχειρηματική τροχιά. Η αλυσίδα εξαπλώνεται περισσότερο στην επαρχία με την ίδρυση καταστημάτων στην Κοζάνη, στα Τρίκαλα, στην Αλεξανδρούπολη και στην Κόρινθο. Τα καταστήματα ξεφυτρώνουν σε όλη την ελληνική επικράτεια (και όχι μόνο) σαν τα μανιτάρια. Το 2005 ανοίγει το κατάστημα στην Ερμού και σε οχτώ νέες πόλεις (Ρόδος, Σέρρες, Χανιά, Μυτιλήνη, Κέρκυρα, Λαμία, Σπάρτη, Αγρίνιο), ενώ το 2006 η αλυσίδα επεκτείνεται σε Άρτα, Χίο, αλλά κυρίως στη βαλκανική αγορά, με «δορυφόρους» σε Σόφια και σε Σκόπια. Ένα χρόνο αργότερα ακολουθεί η Ρουμανία με πέντε καταστήματα (!), ανοίγει δεύτερο στη Σόφια και εγκαινιάζεται το πρώτο στην κυπριακή αγορά, στην πόλη της Λεμεσού.
Στην Ελλάδα εγκαινιάζονται το 2007 επιπλέον 14 καταστήματα (!), ενώ ολοκληρώνεται η κολοσσιαίου κόστους επένδυση στον τομέα logistics και η έναρξη λειτουργίας της υπερσύγχρονης αποθήκης του Ομίλου, συνολικής επιφάνειας 21.000 τ.μ., στην Ανθούσα Αττικής. Εκεί χτυπά πια η καρδιά της εφοδιαστικής αλυσίδας της SPRIDERSTORES.
Είναι ακόμα η περίοδος των παχιών αγελάδων εντός συνόρων και η διοίκηση της εταιρίας δεν ζυγίζει καθόλου καλά τα ιδιαίτερα ανησυχητικά μηνύματα από το εξωτερικό σε οικονομικό επίπεδο. Συνεχίζει έτσι με αμείωτη ένταση τις επενδύσεις (και φυσικά βαθαίνει το δανεισμό της), ανοίγοντας 35 νέα σημεία πώλησης το 2008! Τα 21 εξ’ αυτών στην Ελλάδα, εννέα στη Ρουμανία, τρία στη Βουλγαρία και ένα στην Κύπρο. Παράλληλα η Sprider διεισδύει και στην αγορά της Πολωνίας, με την έναρξη λειτουργίας καταστήματος στην πόλη Πόζναν.
Έως το 2011 και παρότι η οικονομική κρίση έχει χτυπήσει ήδη για τα καλά την ελληνική πόρτα, ανοίγουν άλλα εφτά καταστήματα. Ένα από αυτά το υπερσύγχρονο στο εμπορικό κέντρο Capitol της 3ης Σεπτεμβρίου και το τελευταίο, το 2001, στην Ξάνθη.
Στόχος της διοίκησης της εταιρείας ήταν τα 100 σημεία στην Ελλάδα και τα 30 καταστήματα στο εξωτερικό μέχρι το 2013. Ο στόχος έμοιαζε να είναι κοντά, στην πραγματικότητα όμως απείχε έτη φωτός. Η εταιρία είχε εκτεθεί τόσο πολύ σε τράπεζες, προμηθευτές και κόστος λειτουργίας και εργασιών που έσκασε σαν «φούσκα» περίπου όπως η ελληνική οικονομία. Το 2013 η μαύρη τρύπα των ιδίων κεφαλαίων της διαμορφωνόταν στα 43 εκατ. ευρώ, ενώ η εταιρεία είχε καταστεί ζημιογόνος από το 2009. Αυτό μετά από μια εξαιρετικά προσοδοφόρο πενταετία (2004-2008) όταν και η Sprider Stores κατάφερε να υπερδιπλασιάσει τον κύκλο εργασιών της από τα 65 εκατ. ευρώ στα 163 εκατ. ευρώ και να παραγάγει προς όφελος των μετόχων της συνολικά κέρδη 55 εκατ. ευρώ.
Η χαριστική βολή δόθηκε με τη μεγάλη πυρκαγιά του Φεβρουαρίου του 2012 στις εγκαταστάσεις της Ανθούσας. Η καταστροφική πυρκαγιά εκδηλώθηκε τα ξημερώματα της 13ης Φεβρουαρίου 2012 και αποδόθηκε σε «κουκουλοφόρους ταραξίες», που είχαν προκαλέσει επεισόδια ως αντίδραση στην ψήφιση του μνημονίου. Οι πρώτες πληροφορίες για το περιστατικό είχαν αναφέρει ότι οι «κουκουλοφόροι», αφού χτύπησαν και έδεσαν το φύλακα του χώρου, προκάλεσαν εστίες φωτιάς, που κατέστρεψε ολοσχερώς το κτίριο των 20.000 τ.μ.
Βάσει των στοιχείων της δικογραφίας ωστόσο, ο εισαγγελέας θεώρησε ότι στόχος της όλης καταστροφικής επιχείρησης εμπρησμού, ήταν η είσπραξη ασφαλιζόμενου ποσού ύψους 16 εκατομμυρίων ευρώ εκ μέρους των ιδιοκτητών.
Η έρευνα των Αρχών έφθασε στο σημείο να στοιχειοθετήσει κατηγορίες εις βάρος της διοικητικής ομάδας αξιοποιώντας και το υλικό της Πυροσβεστικής που ήγειρε ερωτηματικά για τις κινήσεις των υψηλόβαθμων στελεχών. Πολύ περισσότερο υποψίες κινήθηκαν από το γεγονός πως η πυρκαγιά στο κτίριο της Ανθούσας ήταν η τέταρτη που είχε σημειωθεί σε εγκαταστάσεις της Sprider Stores. Είχαν προηγηθεί η φωτιά, το 2004, σε αποθήκη της εταιρίας στον Άλιμο, και το 2008 στα καταστήματα Λυκόβρυσης και Ερμού (τότε βέβαια είχαν καεί πολλά καταστήματα μετά τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου).
Η διοίκηση της εταιρείας είχε αρνηθεί τα πάντα, υποστηρίζοντας ότι ακόμα και στην περίπτωση που εισέπραττε όλο το ποσό της αποζημίωσης – κάτι που χαρακτήριζε απίθανο να συμβεί – η ζημιά θα παρέμενε πολύ μεγάλη.
Την Τρίτη, 1η Οκτωβρίου του 2013, έπεσαν οι τίτλοι τέλους στη Sprider. Στην ανακοίνωση της η εταιρία περιέγραψε ως βασικό λόγο της θλιβερής εξέλιξης την αδιάλλακτη στάση και άρνηση των τραπεζών, να συνεχίσουν την υφιστάμενη έως τώρα χρηματοδότηση. «Παράλληλα, η παρατεταμένη ύφεση της ελληνικής οικονομίας η οποία έχει πλήξει σημαντικότατα και τον κλάδο μας, ο περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών, η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης, οι καταστροφικές συνέπειες της πυρκαγιάς στις κεντρικές αποθήκες και εγκαταστάσεις της εταιρείας, η άρνηση των ασφαλιστικών εταιρειών να μας αποζημιώσουν έστω και μερικώς, αλλά και η αίτηση πτώχευσης που κατέθεσε προμηθευτής της Sprider Stores, επιδείνωσαν επιπρόσθετα την κατάσταση και οδήγησαν την εταιρεία στην συγκεκριμένη απόφαση».
Η αλυσίδα των σπουδαίων ελληνικών επιχειρήσεων, που είτε η κακοδιαχείρηση, είτε ο συνδιλικασμός, είτε η οικονομική κρίση οδήγησαν σε πτώχευση απαρτίζεται από δεκάδες κρίκους. Η περίπτωση της Sprider είναι μάλλον η μοναδική που μια εταιρία βρέθηκε απ’ το (πλασματικό) ζενίθ στο ερεβώδες ναδίρ χωρίς κανένα μεσοδιάστημα.