Νέα γνωμάτευση “κόλαφος” για την ΑΕΚ και τον τρόπο με το οποίο προσπάθησε να σώσει τα δικά της εγκλήματά, στοχοποιώντας τον Άρη έρχεται από την Αθήνα.
Προέρχεται από τον γραφείο του αθηναίου δικηγόρου και πρώην αθλητικού δικαστή Γιώργου Σφυρή (έχει συμμετάσχει σε σημαντικές νομοτεχνικές και διαιτητικές επιτροπές στο χώρο του αθλητισμού και του Υπουργείου Ανάπτυξης), ο οποίος αναφέρεται εκτενώς στο θέμα με δημοσίευση που έχει σήμερα στο σάιτ sfirislaw.gr.
Αναλυτικά:
Ανατρέχοντας κάποιος στις ιστορικές πηγές και αναφορές των σωματείων των ΠΑΕ ΑΡΗΣ και ΑΕΚ διαπιστώνει με δέος τον ιστορικό τους «δεσμό», στον οποίο απεικονίζεται, ως ιστορική εθνικό–πολιτική «μικρογραφία», η αρχή και το τέλος της τελευταίας Μεγάλης Ιδέας της ρωμιοσύνης.
Ο Άρης Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε ως ποδοσφαιρικό σωματείο στις 25 Μαρτίου (7 Απριλίου με το νέο ημερολόγιο) του 1914 στην Θεσσαλονίκη και υπήρξε το πρώτο ελληνικό σωματείο που ιδρύθηκε στην πόλη μετά την απελευθέρωσή της από τον τουρκικό ζυγό (1912), μέσα στο χαρμόσυνο κλίμα της νίκης του έθνους μας στους Βαλκανικούς Πολέμους. Μάλιστα για να τονισθεί ιδιαιτέρως ο ελληνικός χαρακτήρας του νεοσύστατου (τότε) σωματείου, οι ιδρυτές του επέλεξαν ως ημέρα επίσημης ίδρυσής του την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου.
Την ίδια χρόνια, το 1914, στην Κωνσταντινούπολη της Μικράς Ασίας, ιδρύθηκε από Έλληνες ο Αθλητικός Σύλλογος Πέραν Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος συγχωνεύτηκε με τον Ερμή της περιοχής του Γαλατά, δημιουργώντας τον Αθλητικό Σύλλογο Πέραν ή Πέρα Κλουμπ. Όμως την εποχή του μαζικού διωγμού των Ελλήνων, που ακολούθησε τη μικρασιατική καταστροφή του 1922, εκδιώχθηκαν από την Κωνσταντινούπολη χιλιάδες Έλληνες που εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδος.
Οι Έλληνες Κωνσταντινουπολίτες που εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, μαζί με Έλληνες αθλητές της Πέρα Κλουμπ, αποφάσισαν να δημιουργήσουν την ιδέα της ΑΕΚ και ο ίδιος ο σύλλογος ιδρύθηκε δέκα χρόνια μετά το 1924, ως τρίτος πόλος των μικρασιατικών-προσφυγικών σωματείων στην Αττική, μαζί με τους συλλόγους του Πανιωνίου και του Απόλλωνα Σμύρνης.
Ο αρχικός σκοπός του συλλόγου, ήταν η συνέχιση των αθλητικών εκδηλώσεων της Πόλης, αλλά και η διατήρηση της ιδεολογίας των Κωνσταντινουπολιτών μέσω ενός αθλητικού συλλόγου, που θα κρατά ζωντανές τα ήθη, τις αξίες και τις παραδόσεις, των Ελλήνων προσφύγων. Στο ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα κατέτεινε και η αδελφοποίηση των ομάδων της Πέρα Κλουμπ και της ΑΕΚ.
Η σύντομη αυτή ιστορική αναδρομή των δύο συλλόγων προκαλεί συναισθήματα εθνικής υπερηφάνειας και εθνικού αλυτρωτικού στοχασμού, αφού και οι δύο σύλλογοι αναγεννήθηκαν μέσα από τις φλόγες πολέμων για την απελευθέρωση του έθνους μας και την προσπάθεια επέκτασής του στα όρια της πάλαι ποτέ Βυζαντινής αυτοκρατορίας που όμως κατέληξε σε εθνική τραγωδία. Αν όντως υπάρχει ιστορική συνείδηση στο ποδόσφαιρο θα έπρεπε σήμερα να μιλάμε για δύο «de facto» αδελφοποιημένα σωματεία με κοινές προσδοκίες, χρώματα, και σύμβολα μυθικής υπερ-αξίας.
Δυστυχώς όμως, ενενήντα εννέα (99) χρόνια μετά τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ. Η αλλοτρίωση έχει πλέον αφανίσει κάθε τι το ωραίο, το εθνικό, το αδελφικό. Οι ιστορικοί δεσμοί των δύο ΠΑΕ έχουν αντικατασταθεί από τον μισαλλόδοξο φανατισμό που κινεί το μηχανισμό του ποδοσφαίρου στη χώρα μας, όχι μόνο σε επίπεδο οπαδικό, αλλά πρωτίστως σε επίπεδο θεσμικό.
Έτσι βρισκόμαστε μπροστά στον κίνδυνο ενός νέου σωματειακού και οπαδικού διχασμού. Η ευγενής άμιλλα, η αξιοσύνη, ο σεβασμός, η μεγαλοσύνη αλλά και η ταπεινότητα έχουν καταστεί «εγκυκλοπαιδικές» συνιστώσες του αθλητικού ιδεώδους. Σε ένα τόσο νοσηρό περιβάλλον κάθε συζήτηση για δικαιοσύνη και ισότητα είναι περιττή, έως επικίνδυνη. Κάθε γνήσια φωνή χαρακτηρίζεται εχθρική και εγκαταλείπεται στο περιθώριο της αθλητικής «οικογένειας». Μιας οικογένειας που λειτουργεί στα πρότυπα της ιταλικής «φαμίλιας», όπου η επιβίωση επιλεγμένων μελών της γίνεται αυτοσκοπός που καθαγιάζει τα μέσα εξόντωσης των άλλων όταν οι εκάστοτε «συγκυρίες» τα κρίνουν ως περιττά. Έτσι, η ιστορία του πολύπαθου ελληνικού ποδοσφαίρου είναι συνυφασμένη με τη μοίρα του. Δεν γράφεται από τα έργα και τα αποτελέσματα, αλλά από παράγοντες και εξωθεσμικά κέντρα παράνομου ή μη στοιχηματισμού. Θα περίμενε όμως κανείς από ομάδες μεγάλης ιστορικής αξίας και συνείδησης, όπως η ΑΕΚ, που, τουλάχιστον, κατά το καταστατικό τους, προτάσσουν τις κλασσικές αθλητικές αξίες ενός γνήσιου ελληνισμού, να αντιστέκονται σε αυτά τα φαινόμενα αθλητικού αμοραλισμού που διακατέχει το σύγχρονο ελληνικό ποδόσφαιρο. Δυστυχώς όμως κάτι τέτοιο δεν επαληθεύεται…
Σήμερα η ΠΑΕ ΑΕΚ, έχοντας υποβιβαστεί αγωνιστικά στη Β’ Εθνική Κατηγορία, έχει εξαπολύσει έναν άδικο αγώνα σε βάρος της αδελφής για τους παραπάνω ιστορικούς λόγους ΠΑΕ ΑΡΗΣ, επιδιώκοντας να την αποκαθηλώσει από την Α’ Εθνική Κατηγορία, (της SUPERLEAGUE), χωρίς να έχει κανένα έννομο συμφέρον ή δίκιο με το μέρος της. Γιατί οι κανονισμοί της Ε.Π.Ο., όσο υπάρχουν και τηρούνται βεβαίως, είναι αμείλικτα σαφείς:
Συγκεκριμένα, «…σύμφωνα με το άρθρο 4, παρ. 2 του Κανονισμού Αγώνων Ποδοσφαίρου (Κ.Α.Π.) της Ε.Π.Ο, “Σε περίπτωση που, για οποιοδήποτε λόγο, η έναρξη των πρωταθλημάτων δεν μπορεί να γίνει με τον προκαθορισμένο αριθμό ομάδων, ο αριθμός τους συμπληρώνεται με ισάριθμες ομάδες από την αμέσως κατώτερη κατηγορία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7, παρ. 3 περ. α’, σε συνδυασμό με τη διάταξη της παρ. 4 περ. β’ του άρθρου 27 του ως άνω Κανονισμού”. Η φράση “για οποιοδήποτε λόγο”, λόγω της ευρείας διατύπωσής της, συμπεριλαμβάνει και την περίπτωση που ο προκαθορισμένος αριθμός ομάδων του πρωταθλήματος μειώνεται, λόγω υποβιβασμού ή αποκλεισμού συμμετοχής κάποιας ΠΑΕ, που εν είδει ποινής δεν έλαβε άδεια συμμετοχής της στο επόμενο πρωτάθλημα.
Σε μια τέτοια περίπτωση, ο προκαθορισμένος αυτός αριθμός πρέπει κατά τη ρητή και ανεπιφύλακτη διατύπωση του ως άνω Κανονισμού να συμπληρωθεί από ομάδες της αμέσως κατώτερης κατηγορίας, εν προκειμένω της FootballLeague. Η κρίση αυτή επιρρωνύεται και από το γεγονός ότι η εν λόγω διάταξη σαφώς καλύπτει καθολικά τις περιπτώσεις που ο αριθμός των εναπομεινάντων στην Κατηγορία ομάδων υπολείπεται του αναγκαίου, χωρίς να θέτει διαφοροποιήσεις ως προς την ρύθμιση των καταστάσεων από τις οποίες μπορεί το γεγονός αυτό να προκύψει, τουτέστιν βαθμολογικώς ή άλλως. Ο ισχυρισμός δε περί υπάρξεως νομοθετικού κενού δεν γίνεται δεκτός…
Εν προκειμένω, όμως, ούτε οι διαδικασίες αδειοδότησης ήταν άγνωστες στο κανονιστικό νομοθέτη κατά το χρόνο θέσπισης των κανόνων του εφαρμοστέου Κανονισμού, πολλώ δε μάλλον όταν αυτός τροποποιήθηκε, κωδικοποιήθηκε και εγκρίθηκε στις 17/05/2010 με απόφαση του Δ.Σ. της Ε.Π.Ο. και επικυρώθηκε από τη Γενική της Συνέλευση στις 05/06/2010, ώστε να δύναται να γίνει λόγος για “αρρύθμιστη κατάσταση”, ούτε βεβαίως υφίσταται “κενό”, εφόσον πασίδηλα ο ισχύον Κανονισμός στην εν λόγω διάταξη καταλαμβάνει ρυθμιστικά όλες εκείνες τις περιπτώσεις που όταν συντρέξουν συνεπάγονται τη ρυθμιστέα περίπτωση, δηλαδή την έναρξη των πρωταθλημάτων χωρίς τον προκαθορισμένο αριθμό ομάδων.
Το ίδιο συμπέρασμα συνεπάγεται mutatis mutandis και το άρθρο 27, παρ. 4 β’ του Κ.Α.Π., στο οποίο ορίζεται ότι: “Οι ομάδες που υποβιβάζονται είτε βάσει προκήρυξης είτε βάσει άλλης απόφασης, δεν έχουν δικαίωμα προαγωγής σε καμιά περίπτωση για την περίοδο που υποβιβάστηκαν. Η κατάληψη της πρώτης θέσης στην αμέσως κατώτερη κατηγορία νοείται πάντα μετά την επέλευση οποιουδήποτε προβιβασμού.
Στην περίπτωση αύξησης των ομάδων οποιασδήποτε κατηγορίας ή προαγωγής στην αμέσως ανώτερη κατηγορία περισσότερων ομάδων απ’ αυτές που προβλέπεται από τη σχετική προκήρυξη, οι προαγόμενες ομάδες προέρχονται από τον πίνακα κατάταξης του πρωταθλήματος που έληξε της αμέσως κατώτερης κατηγορίας και με τη σειρά κατάταξής τους”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει σαφώς ότι, σε περίπτωση που προκύψει θέμα αναπλήρωσης ομάδων, λόγω υποβιβασμού, αυτές θα αντικατασταθούν από ομάδες της κατώτερης κατηγορίας…».
Όλα τα ανωτέρω δεν αποτελούν απόψεις του γράφοντος, αλλά συνθέτουν, μεταξύ άλλων, το δικανικό συλλογισμό της υπ’ αρίθμ. 100/2011 Απόφασης του Διαιτητικού Δικαστηρίου της ΕΠΟ, όπου έλυσε σχετική διαφωνία ανάμεσα στην Ε.Π.Ο. και την SUPERLEAGUE, την άνοιξη του 2011.
Συνεπώς, ακόμα και αν ήθελε γίνει, καθ’ υπόθεση εργασίας, δεκτό ότι η ΠΑΕ ΑΡΗΣ παραβίασε το άρθρο 35 του ΚΑΠ και εξ αυτού του λόγου δεν λάβει την απαραίτητη αδειοδότηση για τη συμμετοχή της στο προσεχές πρωτάθλημα από την Ε.Π.Ο., ή της επιβληθεί πειθαρχική ποινή υποβιβασμού, δεν ωφελείται σε καμία περίπτωση η ΠΑΕ ΑΕΚ, αλλά η όποια ομάδα της Β’ Εθνικής Κατηγορίας κριθεί προάξιμη.
Ως προς δε το ερώτημα, αν η προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια για τους συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους προσέφυγε η ΠΑΕ ΑΡΗΣ συνιστούν παραβίαση του άρθρου 35 του ΚΑΠ η απάντηση που προσήκει είναι αρνητική, (βλ. σχετική Γνωμοδότησή μου) :
Ακόμα όμως και υπό το πρίσμα ή στο πλαίσιο του από 20/02/2013 Μνημονίου Κατανόησης – Πρακτικού Συμφωνίας που εγκρίθηκε από το ΔΣ της ΕΠΟ στις 26/02/2013, προβλέπεται ρητώς η εξαίρεση από την υπαγωγή στις ευεργετικές ρυθμίσεις και διακανονισμό οφειλών και μόνον, όσων ΠΑΕ έχουν ήδη προσφύγει στην προπτωχευτική διαδικασία των άρθρων 99 επ., χωρίς να προβλέπεται άλλη πειθαρχική ποινή σε βάρος τους.
Μάλιστα, ειδικά για τις περιπτώσεις αυτές, δεν απειλείται η επιβολή ποινής υποβιβασμού, αλλά αντίθετα επαναφέρεται μόνο για τις ΠΑΕ αυτές, ή όσες ΠΑΕ προσφύγουν μεταγενέστερα στις σχετικές προπτωχευτικές διαδικασίες, η εφαρμογή των προηγούμενων ευμενέστερων ρυθμίσεων της από 9.4.2008 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και των σχετικών Κανονισμών.
Είναι προφανές ότι με τον τρόπο αυτό, η SUPERLEAGUE και η Ε.Π.Ο., έστω και εμμέσως, πλην σαφώς έχουν απο-ενοχοποιήσει πειθαρχικά την προσφυγή των ΠΑΕ στις ανωτέρω δημοσίας τάξεως διατάξεις της προπτωχευτικής διαδικασίας, επιφυλάσσοντας μόνο για τις τελευταίες, ως απλή συνέπεια, την αδυναμία τους επίκλησης υπέρ εαυτών των ευεργετικότερων ρυθμίσεων του παραπάνω Μνημονίου, (βλ. άρθρο 4.2. του από 20/02/2013 Μνημονίου Κατανόησης – Πρακτικού Συμφωνίας SUPERLEAGUE-ΠΣΑΠ).
Συνεπώς, δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι στην περίπτωση της ΠΑΕ ΑΡΗΣ, ή όποιας άλλης ΠΑΕ έχει προσφύγει ή τυχόν προσφύγει στο μέλλον σε προπτωχευτικές διαδικασίες των άρθρων 99 επ. ΠτΚ δεν μπορεί να γίνει λόγος για παραβίαση του άρθρου 35 του ΚΑΠ, όπως επίσης δεν έγινε όταν η ΠΑΕ ΑΕΚ προσέφυγε στην διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης (του άρθρου 46Α του ν. 1892/1990) το 2004 μειώνοντας τις σε βάρος της απαιτήσεις κατά 95% (εκτός από αυτές των ποδοσφαιριστών και των ΠΑΕ). Προς τι λοιπόν η επίθεση της ΠΑΕ ΑΕΚ σε βάρος της ΠΑΕ ΑΡΗΣ;
Ποια συμφεροντα και ποιοι «στρατηγοί» ή «κατάσκοποι» κρύβονται πίσω από μια τέτοια απόφαση; Πως θα συγκρατηθούν οι στρατοί των οπαδών όταν κληθούν να «υπερασπιστούν» τα λάβαρα των ομάδων τους; Και, εν τέλει, ποια είναι η κοινωνική ευθύνη της Ε.Π.Ο. και της SUPERLEAGUE μπροστά σ’ ένα τέτοιο κίνδυνο;
Όμως, ανεξαρτήτως των όποιων νομικών ερεισμάτων των καταγγελιών της ΠΑΕ ΑΕΚ κατά της ΠΑΕ ΑΡΗΣ, ή της τύχης τους από τα θεσμοθετημένα όργανα της SUPERLEAGUE ή/και της Ε.Π.Ο., η ΑΕΚ θα πρέπει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να τιμήσει την ιστορία της όπως της αξίζει.
Ο υποβιβασμός στην Β’ Εθνικής Κατηγορία, ή σε κατώτερη κατηγορία, δεν πρέπει να αποτελέσει για την ΠΑΕ ΑΕΚ ιστορικό σημείο καταστροφής της, αλλά παλιγγενεσίας της, ακκολουθώντας τα πρότυπα αναγέννησης που έχουν ήδη χαράξει άλλες ευρωπαϊκες ομάδες, όπως, (ενδεικτικά) της Μπορούσια Ντόρτμουντ (BV Borussia Dortmund), της ομάδας των Ρέιντζερς (Rangers F.C.), της Σκωτίας, κ.α. Η ΑΕΚ ως ιδέα, ως ιστορία και συμβολισμός θα είναι πάντα στις καρδιές των απανταχού Ελλήνων.
Είναι αυτή η απρόσωπη δύναμη των φίλων και οπαδών της που θα την φέρει ξανά στα ελληνικά και ευρωπαϊκά ποδοσφαιρικά σαλόνια. Το μόνο που χρειάζεται προς το παρόν είναι να βρει τον «αυτοκράτορά» της… “