«Απολύτως αποτρόπαια πράξη», χαρακτήρισε την δολοφονία του 19χρονου Άλκη στη Θεσσαλονίκη, ο επιχειρηματίας, πρώην δήμαρχος της πόλης και πρώην διοικητικός παράγοντας στον Άρη, Γιάννης Μπουτάρης.
Ακόμη υπογράμμισε ότι η βία των γηπέδων είναι παγκόσμιο φαινόμενο – όχι μόνο ελληνικό – και κυρίως δεν είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της συμπρωτεύουσας.
«Μη φτάσουμε στο σημείο να λέμε ότι είναι μια “πόλη της βίας”, όπως φτάσαμε στο σημείο να έχει αποκτήσει το προσωνύμιο ότι είναι “ερωτική πόλη”. Έχει ένα παρελθόν η Θεσσαλονίκη, από το Ολοκαύτωμα και τις διώξεις σε βάρος των Εβραίων για τις οποίες η πόλη έχει τύψεις, μέχρι τις υποθέσεις Πολκ και Λαμπράκη, αλλά αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό της πόλης. Αυτά συμβαίνουν παντού», επισήμανε στο «Πρώτο Πρόγραμμα».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, είπε ότι δεν συμφωνεί με την άποψη ότι το παρελθόν κρατά «όμηρο» την Θεσσαλονίκη, σημειώνοντας ότι υπάρχουν πολλές αλλαγές από τη δεκαετία του ’60 μέχρι σήμερα, καθώς τότε είχε 300.000 κατοίκους ενώ σήμερα ξεπερνούν το 1.000.000 και τα χωριά που υπήρχαν γύρω-γύρω έχουν μετατραπεί σε δήμους. «Οι ίδιοι οι Θεσσαλονικείς δεν έχουν αίσθηση της ιστορίας της πόλης. Αυτό το ανακάτεμα που υπάρχει δημιουργεί μια κατάσταση κατεξοχήν συντηρητική. Αυτός ο συντηρητισμός αναγκαστικά δημιουργεί και μια αντίδραση», ανέφερε.
Για την επίθεση που είχε δεχθεί
Ερωτηθείς για παλαιότερες πράξεις βίας όπως η επίθεση που είχε δεχθεί ο ίδιος με αφορμή τη στάση του στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών, ο κ. Μπουτάρης μίλησε για ακραία πολιτικά στοιχεία που χειροδίκησαν εναντίον του, αλλά διεμήνυσε ότι δεν θέλει να συνδέσει το παρελθόν με τη βία που υπάρχει σήμερα. «Δεν θέλω να συνδέσω την κατάσταση με τις διώξεις των Εβραίων όπου συμμετείχε ουσιαστικά η πόλη. Το Εβραϊκό Νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης, όπου σήμερα είναι το Πανεπιστήμιο, δεν καταστράφηκε από τους Γερμανούς Ναζί. Οι ναζί έδωσαν την άδεια και το κατέστρεψε ο δήμος Θεσσαλονίκης, γιατί ήθελαν να κάνουν εκεί το πανεπιστήμιο λες και δεν υπήρχε άλλος χώρος. Η Θεσσαλονίκη έχει τύψεις για αυτή την ιστορία, αλλά τελείωσε η δεκαετία του ‘60 που είχε και υπόλοιπα από τη δεκαετία του ’40. Τελείωσαν αυτές οι γενιές», υποστήριξε. Αναφορικά με το γεγονός ότι στην ίδια πόλη σημειώθηκε η καταγγελία για τον βιασμό της 24χρονης κοπέλας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς που έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο, αντέτεινε ότι «έχουν γίνει ένα σωρό γυναικοκτονίες τον τελευταίο χρόνο, αλλά δεν έγινε καμία στη Θεσσαλονίκη», αντιθέτως «οι πιο πολλές έγιναν στην Αθήνα».
Σύμφωνα με τον πρώην δήμαρχο της συμπρωτεύουσας, οι ίδιοι οι αθλητικοί σύλλογοι είναι η αιτία του κακού, γιατί συντηρούν τους συνδέσμους των οργανωμένων οπαδών και υπάρχουν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. «Το γνωρίζω καλά γιατί έχω διατελέσει παράγοντας στον Άρη. Τους δίνουν τζάμπα εισιτήρια, χωρίς κάποιο κριτήριο, απλώς “ελάτε μέσα στο γήπεδο και φωνάξτε”», είπε χαρακτηριστικά.
Ο γνωστός επιχειρηματίας επισήμανε ότι τα φαινόμενα χουλιγκανισμού και βίας υπάρχουν και στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις. «Πρέπει να δείτε στα χωριά τι γίνεται. Γειτονικά χωριά μισιούνται και ξεσπάνε στο γήπεδο», πρόσθεσε.
Ο κύριος Μπουτάρης ζήτησε να παρέμβει η Πολιτεία και να απαιτήσει να διαλυθούν όλοι οι σύνδεσμοι οργανωμένων οπαδών, με την απειλή ότι – σε διαφορετική περίπτωση – θα αποβάλλονται οι ομάδες από τις επίσημες διοργανώσεις και θα χάνουν τα έσοδα. «Είναι θέμα του κράτους. Είναι ένα σύμπλεγμα συμφερόντων και πολιτικών σκοπιμοτήτων. Οι ομάδες, και σας το λέω με πλήρη γνώση του τι συμβαίνει, δεν έχουν καθαρά οικονομικά στοιχεία. Οι μεταγραφές είναι σωματεμπορία, αγοράζουν και πουλάνε παίκτες», δήλωσε.
Μίλησε για ζήτημα οικονομικών συμφερόντων και πολιτικής βούλησης, επισημαίνοντας ότι όλοι οι πολιτικοί το ξέρουν το πρόβλημα, «απλώς δεν έχουν τη βούληση και την ικανότητα να το λύσουν, διότι υπάρχουν συμφέροντα».
Τέλος, ο κ. Μπουτάρης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα νέα παιδιά ηλικίας 16-20 ετών, τα οποία «έχουν μια ενέργεια φοβερή. Θέλουν να είναι ενταγμένοι σε μια ομάδα». «Κοιτάξτε το bulling στα σχολεία, είναι ο προάγγελος της βίας που θα προκύψει μετά στην κοινωνία. Βρίσκουν ένα παιδί που είναι λίγο διαφορετικό και το βαράνε. Θέλουν να είναι μέσα σε μια ομάδα η οποία ουσιαστικά τους προστατεύει και πολύ μεγάλη ευθύνη έχουν οι σύλλογοι οι οποίοι ενισχύουν τις θύρες των οργανωμένων οπαδών για να δημιουργούν καταστάσεις μέσα στο γήπεδο, θεωρώντας ότι έτσι επιβάλλουν τη δική τους νίκη», συμπλήρωσε ο ίδιος.