Ο Άλβαρο Μοράτα μίλησε ανοικτά σε συνέντευξή του για τη μάχη που έδωσε με την κατάθλιψη, με τον Ισπανό στράικερ της Μίλαν να αποκαλύπτει πως πέρασε αρκετές κρίσεις πανικού κατά την περίοδο της θητείας του στην Ατλέτικο Μαδρίτης, λόγω της οξείας κριτικής που δεχόταν για τις επιδόσεις του στα γήπεδα.
Ο έμπειρος επιθετικός αποκάλυψε μάλιστα πως φοβόταν να κυκλοφορήσει με τα παιδιά του στους δρόμους της Μαδρίτης εξαιτίας αυτών των συνθηκών, καθώς και πως ο ίδιος επηρεάστηκε σε τέτοιο μεγάλο βαθμό που δεν μπορούσε να δέσει τα κορδόνια των παπουτσιών του για να πάει για προπόνηση.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του Μοράτα:
“Όταν περνάς δύσκολες στιγμές, κατάθλιψη, κρίσεις πανικού, δεν έχει σημασία τι δουλειά κάνεις, σε ποια κατάσταση βρίσκεσαι στη ζωή σου. Έχεις έναν άλλον άνθρωπο μέσα σου που πρέπει να παλεύεις κάθε μέρα και κάθε νύχτα. Για μένα το καλύτερο πράγμα ήταν να φύγω από την Ισπανία, δεν το άντεχα άλλο.
Περνούσα πραγματικά άσχημα. Πίστευα πως δεν θα ξαναφορούσα τα παπούτσια μου και δεν θα ξαναέβγαινα στον αγωνιστικό χώρο. Αλλά με βοήθησαν πολλοί άνθρωποι, από τον Σιμεόνε, στον Κόκε, τον CEO της Ατλέτικο Μιγκέλ Άνχελ Χιλ, τον ψυχίατρό μου, τον γυμναστή μου… Για εσάς είμαστε αυτό που βλέπετε στην τηλεόραση και τα social media αλλά συχνά αυτό δεν είναι αλήθεια. Πρέπει να δίνεις μια συγκεκριμένη εικόνα διότι είναι η δουλειά σου. Περνούσα άσχημα, έφτασα στο αποκορύφωμα να μην μπορώ να δέσω καν τα κορδόνια μου κι όταν το πετύχαινα και πήγαινα στο γήπεδο, γυρνούσα πάλι πίσω διότι έκλεινε ο λαιμός μου και θόλωνε η όρασή μου, αποκάλυψε ο 31χρονος.
Τρεις μήνες πριν το EURO αναρωτιόμουν αν θα μπορούσα να ξαναπαίξω. Δεν ήξερα τι μου συνέβαινε, είναι πολύ περίπλοκο και ευαίσθητο θέμα. Είναι εκείνη η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι αυτό που αγαπάς πιο πολύ στον κόσμο είναι κι αυτό που μισείς περισσότερο.
Ντρεπόμουν να κυκλοφορώ με τα παιδιά μου στους δρόμους. Κάθε φορά που έβγαινα μαζί τους πάντα θα είχα κάποιο επεισόδιο, χωρίς κάποια ένταση, με κόσμο για κάτι που είχε συμβεί στα προηγούμενα παιχνίδια. Και στο τέλος δεν ήθελα να πηγαίνω για ψώνια μαζί τους, όπως κάνει συχνά ένας πατέρας με τα παιδιά του. Ντρεπόμουν, ήμουν ένα εύκολο αστείο που το έλεγε το ένα άτομο στον διπλανό του για να γελάσει”.