Ο Διονύσης Ανανιάδης ήταν πλέι μέικερ του Άρη το 1979 όταν οι κίτρινοι κατέκτησαν το πρωτάθλημα. Ο Λευτέρης Μποχωρίδης θέλει να κατακτήσει στις 9 Φεβρουαρίου τον πρώτο τίτλο της καριέρας του, στον τελικό κυπέλλου κόντρα στον Παναθηναϊκό. Οι δυο τους φωτογραφήθηκαν και έδωσαν κοινή συνέντευξη στην επίσημη ιστοσελίδα της ΚΑΕ και μίλησαν για την αγαπημένη τους ομάδα.
– Κ. Ανανιάδη, αφηγηθείτε μας την πορεία σας στον αθλητισμό και την έλευσή σας στον Άρη, τις διακρίσεις σας με τον Σύλλογο και την Εθνική ομάδα, έως τότε που σταματήσατε το μπάσκετ.
Δ.ΑΝ. «Ασχολήθηκα με το μπάσκετ επειδή το σπίτι, στο οποίο γεννήθηκα και μεγάλωσα ήταν απέναντι από τη ΧΑΝΘ, που τότε ήταν το κέντρο του μπάσκετ. Μπήκα πολύ μικρός στις παιδικές, εφηβικές και ανδρικές ομάδες της ΧΑΝΘ και είχα την τύχη να είμαι μέλος μιας πολύ καλής φουρνιάς παικτών, που με τον Θόδωρο Ροδόπουλο σαν προπονητή, δουλέψαμε και κατακτήσαμε παιδικά και εφηβικά πρωταθλήματα. Η ομάδα της ΧΑΝΘ είχε πολύ καλή παρουσία στο πρωτάθλημα της τότε Α’ εθνικής και κάποια στιγμή άλλα σωματεία με διεκδίκησαν. Ο Άρης ήταν ο πιο θερμός, ήμουν και Αρειανός, επομένως οι συνθήκες ήταν βολικές. Επιπλέον, δεν ήθελα να φύγω από την Θεσσαλονίκη, γιατί σπούδαζα Ιατρική εδώ στην πόλη. Κατέληξα στον Άρη και ευτύχησα την πρώτη χρονιά παρουσίας μου στον ΑΡΗ να στεφθώ και Πρωταθλητής Ελλάδος. Από τον Άρη σταμάτησα το 1982, μετά από 4 χρόνια παρουσίας. Είχαμε διακρίσεις, παίξαμε στα Κύπελλα της Ευρώπης και στο Πρωταθλητριών και στο Κόρατς μετέπειτα. Την πρώτη χρονιά συνεργάστηκα με τον Γιάννη Ιωαννίδη, μετά με τον Αμερικάνο, Φρέντι Ντέβερλι, στη συνέχεια με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς, με τον οποίο συνεργαστήκαμε για 2 χρόνια. Με τις Εθνικές ομάδες, έχω αγωνιστεί στην Εθνική Νέων, Ελπίδων και Ανδρών. Δεν έχω πολλές παρουσίες στην Εθνική Ανδρών, όπως θα ήθελα με περηφάνια να έχω. Κρατώ, όμως, το ότι δεν αγωνίστηκα όσο θα έπρεπε ή όσο θα άξιζα, γιατί δεν μπορούσα να παρακολουθώ τις υποχρεώσεις της Εθνικής, λόγω σπουδών. Σταμάτησα το μπάσκετ σε ηλικία 30 ετών το 1982».
– Λευτέρη, πώς ξεκίνησε η δική σου ενασχόληση με τον αθλητισμό και πώς ήρθες στον Άρη;
Λ.Μ. «Η ενασχόληση μου με τον Αθλητισμό ξεκίνησε όταν γράφτηκα στο Τάε Κβον Ντο στην περιοχή Χαριλάου. Ταυτόχρονα, ο αδερφός μου έπαιζε μπάσκετ στις ακαδημίες του Άρη. Εγώ τον έβλεπα, μου άρεσε και ζήτησα από τον πατέρα μου να γραφτώ κι εγώ. Στην ηλικία των 7 ετών, ξεκίνησα το μπάσκετ. Μέχρι μια ηλικία, έκανα και τα δύο αθλήματα ταυτόχρονα, μέχρι που πήρα τη μαύρη ζώνη στο Τάε Κβον Ντο και σταμάτησα. Μετά υπερίσχυσε η αγάπη μου για το άθλημα του μπάσκετ αφιερώθηκα σε αυτό. Πέρασα από όλα τα τμήματα του ΑΡΗ, φτάνοντας στο ανδρικό. Ο αδερφός μου, πάντως, ήταν το κίνητρο και μου κόλλησε το μικρόβιο».
– Κ. Ανανιάδη, πόσο σημαντική είναι η σκληρή δουλειά για έναν αθλητή, ώστε να καθιερωθεί με τη φανέλα του Άρη;
Δ.ΑΝ. «Για να καθιερωθεί ένας παίκτης σε οποιαδήποτε ομάδα, χρειάζεται να δουλέψει αρκετά. Όσο ανεβαίνει το επίπεδο και οι κατηγορίες, απαιτείται περισσότερη δουλειά και μεγαλύτερο ταλέντο. Για να καθιερωθεί κάποιος στην ομάδα του Άρη, πρέπει να έχει και ταλέντο και να δουλέψει σκληρά. Αυτοί που βασίζονται μόνο στο ταλέντο, θα έχουν μικρή αγωνιστική παρουσία και δεν θα καταφέρουν να καθιερωθούν. Μπορεί στην αρχή το ταλέντο να βοηθήσει, αλλά αυτοί που θα καθιερωθούν σε υψηλό επίπεδο θα είναι αυτοί που θα έχουν υπομονή, όρεξη για δουλειά και το μυαλό μέσα στο κεφάλι. Στον Άρη τα πράγματα είναι και πιο δύσκολα και πιο εύκολα ταυτόχρονα. Πιο δύσκολα, γιατί έχει μακρά παρουσία διακρίσεων, συνεπώς οι απαιτήσεις, είναι πολύ περισσότερες. Από την άλλη, είναι εύκολα, γιατί ο Άρης έχει την τύχη –και όσοι αγωνίζονται στην ομάδα το νιώθουν- να έχει ένα καθαρά μπασκετικό κοινό, το οποίο μπορεί και εκτιμά τους νεαρούς αθλητές και τους βοηθά επίσης. Τα τελευταία 1-2 χρόνια που η ομάδα εκ των πραγμάτων είναι αναγκασμένη να βασιστεί σε Έλληνες παίκτες, έχουν μεγάλη βοήθεια και κατανόηση από το κοινό του Άρη. Ο κόσμος του Άρη ξέρει μπάσκετ, ξέρει πόσο δύσκολο είναι να διακριθείς σε υψηλό επίπεδο, αγαπάει το ταλέντο, τη δουλειά, αγαπάει τις διακρίσεις, αλλά επειδή πατάει στα πόδια του, αγαπάει και εκτιμάει τους αθλητές».
Λ.Μ. «Η σκληρή δουλειά είναι καθοριστικός παράγοντας, ίσως ο πιο σημαντικός. Δεν αρκεί για έναν αθλητή να διαθέτει μόνο ταλέντο. Χρειάζεται να δουλεύει καθημερινά σκληρά μέσα στο γήπεδο, ώστε να βελτιώνεται συνεχώς και να φτάσει όσο ψηλότερα μπορεί. Πρέπει να κάνει θυσίες για τον Αθλητισμό. Δεν αρκεί μόνο το ταλέντο, μεγαλύτερη σημασία έχει η δουλειά που κάνει ένας αθλητής μέσα στο γήπεδο».
– Κ. Ανανιάδη, ποιος είναι ο παίκτης που σας έχει δυσκολέψει περισσότερο στην καριέρα σας;
Δ.ΑΝ. «Τα χρόνια που έπαιξα στον Άρη, ήμουν πολύ καλός αμυντικός και αυτό έγινε υποχρεωτικά, γιατί τον πρώτο χρόνο παρουσίας μου στην ομάδα, είχα δίπλα μου τον Χάρη Παπαγεωργίου και ενώ ήμουν ένας πολύ καλός σκόρερ στην προηγούμενη ομάδα μου, έπρεπε να ταιριάξω με τον Χάρη που ήταν ένας εξαιρετικός επιθετικός παίκτης. Αργότερα, αυτό έγινε σε μέγιστο βαθμό με την έλευση του Νίκου Γκάλη, ο οποίος και λόγω ύψους και θέσης, έπαιζε σχεδόν στη θέση μου. Ανεπιφύλακτα θα πω ότι ο παίκτης που με δυσκόλεψε περισσότερο ήταν ο Νίκος Γκάλης, τον οποίο δεν έτυχε να τον έχω ποτέ αντίπαλο σε επίσημο παιχνίδι, πλην ενός φιλικού που είχε δώσει παίξει η ομάδα του Άρη με αντιπροσωπεία της Εθνικής ομάδας, όπου έτυχε να μαρκάρω τον Γκάλη που αγωνιζόταν με τη φανέλα της Εθνικής. Για να πω την αλήθεια, δε ζορίστηκα και πολύ, για έναν παίκτη με τον οποίο παίζαμε μαζί καθημερινά σε προπονήσεις και αγώνες, να τον κυνηγάω, για να μην πάρει την μπάλα ή να μη βάλει καλάθι και στο τέλος, να είμαι και αποτυχημένος! Τον αντιμετώπισα και τον μάρκαρα πολύ φιλικά. Ακόμη και στα διπλά που κάνουν οι ομάδες, ήταν μια απογοήτευση. Αν ήθελε να βάλει το καλάθι, ήταν σαν να είναι ένα αυτοκίνητο που απλά άλλαζε ταχύτητα και σε περνούσε χωρίς να καταλάβεις τι γίνεται! Είμαι πολύ τυχερός που δεν τον είχα αντίπαλο. Υπήρχαν, όμως, άλλοι πολύ καλοί παίκτες, τους οποίους έπρεπε να μαρκάρω, όπως ο Βαγγέλης Αλεξανδρής, για όσο καιρό παίξαμε ως αντίπαλοι και πριν να έρθω στον Άρη, ο Σωτήρης Σακελλαρίου, ο Μάκης Δενδρινός, ο Τάκης Κορωναίου, ο Μηνάς Γκέκος».
– Λευτέρη, πόσο σημαντικά είναι τα λάθη και οι ήττες στη διαμόρφωση του χαρακτήρα ενός νέου αθλητή;
Λ.Μ. «Στον Αθλητισμό και δη στον Πρωταθλητισμό, υπάρχουν και οι χαρές και οι λύπες, υπάρχουν νίκες, αλλά και ήττες. Όλα παίζουν το ρόλο τους στη διαμόρφωση ενός αθλητή και όλα χρειάζονται, γιατί κερδίζει εμπειρίες. Το πιο σημαντικό είναι μετά από κάποιο παιχνίδι, να κερδίζεις κάτι. Δεν πρέπει να σε παίρνει από κάτω το εκάστοτε λάθος. Πρέπει να το ξεχνάς και εφόσον το καταλάβεις, να μην το ξανακάνεις, να προσπαθείς να το ξεχάσεις και να συνεχίζεις. Οι νεαροί παίκτες παίρνουν βοήθεια από τους μεγαλύτερους. Εμένα προσωπικά, στο παρελθόν με βοήθησαν πολύ οι συμπαίκτες μου και ειδικά οι πιο έμπειροι, παλιότερα για παράδειγμα με βοήθησε ο Ταπούτος και ο Χατζηβρέττας και πάντα βοηθούσαν όλους τους μικρότερους σε ηλικία παίκτες».
– Κ. Ανανιάδη, ποια είναι η πιο έντονη ανάμνησή σας με τη φανέλα του Άρη, εκείνη που σας έχει σημαδέψει;
Δ.ΑΝ. «Υπάρχουν τρεις στιγμές που πάντοτε θυμάμαι. Πρώτον, είναι η χρονιά που πήραμε το Πρωτάθλημα. Ο Άρης ήρθε από το πουθενά, γιατί την προηγούμενη χρονιά, είχε βγει 8ος και από εκείνη τη θέση ξαφνικά βγήκε Πρωταθλητής. Αυτό ήταν απίθανο να γίνει, γιατί δεν είχε αλλάξει τίποτα, δεν είχε έρθει κάποιος με οικονομική άνεση για ενισχύσει την ομάδα και να φέρει ξένους. Ουσιαστικά, δύο αλλαγές είχαν γίνει. Στην ομάδα ήρθε ο Γιάννης Ιωαννίδης, που από παίκτης έγινε προπονητής και με τη σοβαρότητα και το όραμά του, κράτησε την ομάδα και την έβαλε σε ένα στόχο. Επιπλέον, έπαιξαν ρόλο και οι άλλες μεταγραφικές ενισχύσεις, ο Στράτος Βαμβακούδης και εγώ. Σαν μια δεύτερη αγωνιστική στιγμή, μού έρχεται στο μυαλό, το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό, εκείνη τη χρονιά στο Παπαστράτειο. Προηγούμασταν σε όλο το παιχνίδι και στα μέσα του δευτέρου ημιχρόνου, ενώ ήμασταν μπροστά στο σκορ και φαινόταν ότι θα κερδίζαμε το παιχνίδι, έγιναν κάποια επεισόδια, ο αγώνας διεκόπη και όχι μόνο κερδίσαμε εκτός έδρας τον Ολυμπιακό, αλλά ήρθε και ο μηδενισμός του. Άρα, εμείς είχαμε ένα προβάδισμα στη βαθμολογία. Αυτό μας έκανε να καταλάβουμε ότι θα μπορούσαμε να είμαστε εμείς αυτοί που θα τερματίζαμε πρώτοι. Η τρίτη στιγμή που έχει αποθανατιστεί και σε φωτογραφία, είναι από το δεύτερο παιχνίδι εκείνης της χρονιάς στο δεύτερο γύρο με τον Ολυμπιακό στο Παλαί ντε Σπορ, που ενώ ήμασταν συνέχεια πίσω στο σκορ, χάρη σε ένα κλέψιμο που έκανα, κατάφερα να φύγω μόνος μου μπροστά, έγινε φάουλ, έβαλα τη βολή και το καλάθι και ήταν η πρώτη στιγμή που προηγηθήκαμε στο παιχνίδι. Πέρα από την συνεισφορά όλων των παικτών ,ήταν μία στιγμή, που ξεσηκώθηκε ο κόσμος, εμείς πήραμε τα πάνω μας και τελικά κερδίσαμε το παιχνίδι».
– Λευτέρη, έχει πίεση η φανέλα του Άρη και αν ναι, πώς ένας παίκτης προσαρμόζεται ή διαχειρίζεται την πίεση αυτή;
Λ.Μ. «Η φανέλα του Άρη έχει πίεση και ο κάθε παίκτης πρέπει να βρει τον δικό του τρόπο να τη διαχειριστεί, ώστε να μην επηρεάζεται αρνητικά. Ας μην ξεχνάμε ότι οι φίλαθλοι της ομάδας μας είναι άκρως μπασκετικοί. Προσωπικά, όταν μπαίνω μέσα στο γήπεδο, ακόμη κι αν έχω άγχος κάποιες φορές, λίγο πριν από το τζάμπολ, μου φεύγει. Συγκεντρώνομαι στο παιχνίδι και τα ξεχνάω όλα».
– Κ. Ανανιάδη, ποια είναι τα συστατικά της επιτυχίας για μια ομάδα; Τι πρέπει να κάνει, ώστε να πρωταγωνιστήσει;
Δ.ΑΝ. «Μια ομάδα έχει πολλά πράγματα που πρέπει να προγραμματίσει και νομίζω ότι τα πάντα ξεκινούν από μία σοβαρή Διοίκηση. Αυτή είναι που θα οδηγήσει σε άλλες παραμέτρους, ώστε να υπάρχει μία σοβαρότητα, μέσα από την οποία, αυτό θα διοχετευθεί προς τα κάτω, με την επιλογή ενός σωστού προπονητή και με την επιλογή των παικτών, αλλά και με τη διάχυση του πνεύματος που θα περνάει προς όλη την ομάδα. Σε ένα τέτοιο πνεύμα πρέπει να οδηγούνται και οι φίλαθλοι. Στον Άρη υπάρχει η εξής τύχη. Να έχει ένα μπασκετικό κοινό, να δείχνει κατανόηση στη Διοίκηση, στις επιλογές της και αυτό που ζητάει τελικά από την ομάδα είναι μία σοβαρότητα. Όλοι αγαπούν τις επιτυχίες, αλλά στο επίπεδο που έχει φτάσει ο Αθλητισμός, παίζει ρόλο πόσα χρήματα διαθέτει ο κάθε Σύλλογος. Στα χρόνια που περνάμε, δεν υπάρχει στη Θεσσαλονίκη και στον Άρη ένας ισχυρός οικονομικός παράγοντας, αλλά προσωπικά με συγκινεί πάρα πολύ η δουλειά και η προσπάθεια που γίνεται από νεαρούς και ταλαντούχους παίκτες που παίζουν για τη φανέλα και έχουν διαχρονική παρουσία στο Σύλλογο».
– Λευτέρη, ποιες είναι οι σκέψεις σου σε ό,τι αφορά τους προσωπικούς σου στόχους, αλλά και τον Άρη;
Λ.Μ. «Οι προσωπικοί μου στόχοι είναι να δουλεύω περισσότερο και να βελτιώνομαι συνεχώς, μέσα από τις προπονήσεις και από τα παιχνίδια, από τα οποία κερδίζουμε πάρα πολλές εμπειρίες, μιας και το επίπεδο του ελληνικού Πρωταθλήματος είναι πάρα πολύ καλό. Οι στόχοι μου με την ομάδα είναι μέσα από τη δική μου βελτίωση να βοηθάω την ομάδα να πετύχει τους στόχους που έχει θέσει από την αρχή της χρονιάς. Θα κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε στον τελικό του Κυπέλλου και θέλουμε να μπούμε στα πλέι οφς, όπου θα διεκδικήσουμε το καλύτερο δυνατό».