Ο Άκης Μάντζιος παραχώρησε συνέντευξη σε αθηναϊκή ιστοσελίδα και μίλησε για τη σεζόν που πέρασε, την θέση του Έλληνα προπονητή και την επόμενη μέρα της ομάδας.
Αναλυτικά όσα δήλωσε:
– Είναι η φετινή πορεία σου στον Άρη η μεγαλύτερη επιτυχία στην καριέρα σου;
«Σίγουρα είναι η μεγαλύτερη επιτυχία στην καριέρα μου. Είναι και ο Άρης μία ομάδα που έχει άλλους στόχους από τις προηγούμενες δουλειές μου και αυτό οδηγεί στο να φαίνεται περισσότερο η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα της δουλειάς».
– Σε αυτά τα δέκα χρόνια, το ποδόσφαιρο έχει διαφοροποιηθεί. Εσύ σε αυτήν την διαδρομή, έχεις αλλάξει κομμάτια της φιλοσοφίας σου;
«Κάθε χρόνος είναι διαφορετικός. Ειδικά σε ένα βάθος δεκαετίας, θα συμφωνήσω πως το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει. Πέρα από τις τακτικές, έχει αλλάξει η επιθετικότητα, το ποδόσφαιρο με και χωρίς την μπάλα. Χρόνο με τον χρόνο, γίνομαι πιο έμπειρος, πιο ώριμος. Φυσικά είμαι υποχρεωμένος να προσαρμόζομαι στο υλικό και στους στόχους που είχε η κάθε μου ομάδα. Σαν προπονητής, πάντα θέλεις να περάσεις κάποια πράγματα δικά σου. Ενημερώνομαι πολύ, όποτε μου δίνεται η δυνατότητα πηγαίνω στο εξωτερικό, έχω επισκεφτεί ομάδες και έχω κάτσει να παρακολουθήσω προπονήσεις αρκετό καιρό, με στόχο να βελτιώνομαι και να εξελίσσομαι».
– Στην χώρα μας δεν δίνεται χρόνος στον προπονητή. Είναι ένα πρόβλημα αυτό για την εξέλιξη του Έλληνα προπονητή; «Ειδικά στον Έλληνα προπονητή δεν δίνεται πίστωση χρόνου και η κριτική γίνεται πιο εύκολα. Όταν ξέρεις πως δεν έχεις πίστωση χρόνου, παίζεις αναγκαστικά για το αποτέλεσμα και ενώ έχεις την γνώση, την όρεξη και την δυνατότητα να περάσεις πράγματα με την δική σου φιλοσοφία, ο χρόνος και η πίεση για το άμεσο αποτέλεσμα δεν σου επιτρέπουν να το κάνεις».
– Πέρυσι έζησες κάτι σκληρό. Ανέλαβες την Λαμία σε μία άσχημη αγωνιστική κατάσταση, κατάφερες όχι απλά να την σώσεις, αλλά φθάσατε κοντά να βγείτε στην Ευρώπη και τελικά έφυγες με έναν άκομψο τρόπο μετά το παιχνίδι με τον Πανιώνιο. Ένα χρόνο μετά θες να μιλήσεις για τα συναισθήματα σου και τι έγινε σε εκείνο το παιχνίδι;
«Θα μιλήσω μόνο για το κομμάτι της δουλειάς. Όταν δέχτηκα την πρόταση να πάω στην Λαμία, ο μόνος στόχος που είχε ζητήσει ο μεγαλομέτοχος ήταν να βάλουμε μία ομάδα από κάτω, για να μην πέσουμε απευθείας και να πάμε στα μπαράζ. Αυτό έβλεπε εκείνη την περίοδο από την ομάδα του, Με την δουλειά όμως που κάναμε σωθήκαμε πολύ γρήγορα. Αν είχαμε μία ενίσχυση τον Ιανουάριο στη θέση του φορ για να καλύψει το κενό που άφησε η αποχώρηση του Τουράμ, γιατί ο Αραβίδης, ήρθε αργά στα τέλη του Φεβρουαρίου, η ομάδα θα έπαιζε στα πλέι οφ , που πέρυσι οδηγούσαν απευθείας στην Ευρώπη. Φθάσαμε άλλωστε πολύ κοντά, στα δύο τελευταία παιχνίδια χάσαμε την 6άδα. Για το άλλο κομμάτι ειλικρινά δεν αξίζει να ασχοληθώ. Δεν ήταν απλά άκομψος ο τρόπος που μου φέρθηκε, ήταν κάτι πολύ χειρότερο. Είμαι τόσα χρόνια στο ποδόσφαιρο και για θέμα ηθική, κανένας δεν μπορεί να πει για μένα το παραμικρό. Προσωπικά κρατάω τις καλές στιγμές που πέρασα με την ομάδα, γιατί πράγματι κάναμε εξαιρετική δουλειά».
– Τι διαφορές βρήκες στον Άρη σε σχέση με την περίοδο που ήσουν παίκτης του το 1998-00;
«Υπάρχουν μεγάλες διαφορές, όμως το DNA Άρη είναι το ίδιο. Ο ΑΡΗΣ είναι μία μεγάλη ομάδα. Μου δόθηκε η δυνατότητα να προπονήσω έναν σύλλογο με διαφορετικούς στόχους, που έχει μεγάλη πίεση και θεώρησα πως είναι μία μεγάλη ευκαιρία για την καριέρα μου, να δείξω πως μπορώ να ανταποκριθώ σε μία μεγάλη ομάδα. Όταν ανέλαβα, η κατάσταση δεν ήταν καλή. Σε ψυχολογικό επίπεδο τον είχε πονέσει τον σύλλογο ο Ευρωπαϊκός αποκλεισμός. Βοήθησε που είχε ξεκινήσει με δύο νίκες στο πρωτάθλημα, όμως η εικόνα της ομάδας δεν ήταν αυτή που θα έπρεπε. Αλλάξαμε πολλά πράγματα και στον τρόπο παιχνιδιού και στον τρόπο προπόνησης. Έπρεπε να ανεβάσω την ένταση στο παιχνίδι της ομάδας και χρειάστηκα 6 με 8 εβδομάδες για να τα καταφέρω. Στο τέλος νομίζω πως δικαιωθήκαμε όλοι».
– Το πρώτο πράγμα που έκανες ήταν να ενεργοποιήσεις τον Σούντγκρεν. Γνωρίζεις τι είχε συμβεί και παρότι έχει ένα γερό συμβόλαιο, δεν υπολογιζόταν, την προηγούμενη σεζόν;
«Έμαθα τον λόγο, ο ίδιος μου είπε πως είχε πρόβλημα με την προηγούμενη κατάσταση.. Θεωρεί πως το προηγούμενο τεχνικό τιμ δεν τον σεβάστηκε. Όταν ανέλαβα την ομάδα, τις πρώτες ημέρες που αξιολογούσα το ρόστερ, ρώτησα τον κύριο Καρυπίδη για τον Σούντγκρεν. Μου είπε πως έχει καλό συμβόλαιο, το πληρώνουμε αλλά η ομάδα δεν μπορεί να τον εκμεταλλευτεί. Του ζήτησα, να του κάνω μία προσέγγιση και να προσπαθήσω να τον ενεργοποιήσω, γιατί χρειαζόμαστε όλους τους ποδοσφαιριστές. Με άφησε να το πάρω πάνω μου.
Είπα στον Ντάνιελ πως δεν με ενδιαφέρει τι έχει γίνει στο παρελθόν, σε πιστεύω και κάναμε μαζί του, ένα νέο ξεκίνημα. Ένοιωσε πως τον πιστεύει ο προπονητής του, πως η ομάδα τον σέβεται και στην πράξη ήταν μία επιπλέον μεταγραφή για τον ΑΡΗ. Ξέρεις, στο ποδόσφαιρο, όλα θέλουν την δική τους προσέγγιση. Είναι σημαντικό να δώσεις στον ποδοσφαιριστή να καταλάβει τι ζητάς, αλλά και εσύ να βρεις το πρόβλημα. Στην προκειμένη περίπτωση, στο αγωνιστικό κομμάτι κατάλαβα πως αντιμετώπιζε πρόβλημα καθώς είχε μάθει στις προηγούμενες ομάδες του, να αγωνίζεται σε 3-5-2, εμείς παίζαμε τετράδα, του ζήτησα συγκεκριμένα πράγματα. Δουλέψαμε μαζί στο αμυντικό κομμάτι και ήταν πολύ συνεργάσιμος, λειτούργησε σαν επαγγελματίας και βγήκαμε στο τέλος όλοι μας κερδισμένοι».
– Καταφέρατε και πήρατε πολλές νίκες με 1-0, υπάρχει μυστικό;
«Στην αρχή ήταν αναγκαιότητα, η ομάδα ήθελε χρόνο. Αλλάξαμε τρόπο προπόνησης και δεν είχαμε περιθώριο για να κάνουμε λάθος. Θέλαμε τους βαθμούς, τις νίκες για να μπορέσει η ομάδα βρει ψυχολογία, ώστε να αποδώσει καλύτερο ποδόσφαιρο. Δεν υπάρχει μυστικό, στην αρχή ψάχναμε τις νίκες με 1-0, δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι περισσότερο. Στη συνέχεια όμως βελτιωθήκαμε αισθητά και υπάρχουν παιχνίδια, που αδικήσαμε τον εαυτό μας. Είχαμε ευκαιρίες και θα μπορούσαμε να κερδίσουμε με πιο καθαρό σκορ, αλλά δεν ήμασταν αποτελεσματικοί. Στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, ειδικά από την στιγμή που φθάσαμε από πλευρά έντασης την ομάδα στο επίπεδο που θέλαμε, πιστεύω πως παίξαμε εξαιρετικό ποδόσφαιρο».
– Όταν αναλαμβάνει ένας προπονητής μία ομάδα στην διάρκεια της σεζόν και βλέπει πως υπάρχει πρόβλημα στην φυσική κατάσταση, αλλά η ομάδα πρέπει να κερδίζει, πως πρέπει να δουλέψει για να πετύχει αυτόν τον συνδυασμό; Θυμάμαι το πρώτο διάστημα που ήσουν στον Άρη , παιχνίδια να τα βγάζουν οι παίκτες σου, με τα χίλια ζόρια.
«Αλήθεια είναι, εκείνη την περίοδο δεν μπορούσα να το πω ανοιχτά. Υπάρχουν πράγματα που τα βιώνεις, αλλά δεν γίνεται να τα πεις δημόσια. Άμα κάνεις απότομες αλλαγές, δεν θα έχεις άμεσα αποτελέσματα, πρέπει να πας σιγά σιγά, γιατί ο ΑΡΗΣ είναι μεγάλη ομάδα και ο κόσμος θέλει αποτελέσματα».
– Μίλησες πριν για το πρόβλημα αποτελεσματικότητας. Ο Άρης πήρε φέτος μόλις έξι τέρματα από την θέση του φορ. Τον Ιανουάριο αποκτήθηκε ο Μήτρογλου, χωρίς να καταφέρει να λύσει το πρόβλημα.
«Αν κάνουμε ένα απολογισμό, το βάρος στο κομμάτι του φορ έπεσε του Μάνο. Το καλοκαίρι είχε αποκτηθεί ο Λόπεζ, που δεν κόλλησε στην ομάδα. Τον Ιανουάριο αποκτήθηκε ο Μήτρογλου, που επίσης δεν μας βοήθησε καθόλου και όλη τη χρονιά η πίεση να λύσει το πρόβλημα που είχαμε στην αποτελεσματικότητα από την θέση του φορ είχε πέσει πάνω στον Μάνο. Ο Μήτρογλου δεν ήταν έτοιμος, είχε μείνει για καιρό εκτός ποδοσφαίρου και αγώνων. Ήταν φανερό αυτό για εμάς και στις προπονήσεις, το είδαμε και στους αγώνες που έπαιξε. Δεν ήταν έτοιμος να υπηρετήσει το στιλ παιχνιδιού μας. Το καλοκαίρι θα πάρουμε φορ, ο στόχος είναι να κινηθούμε για δύο φορ».
– Υπάρχει ακόμα ένας ποδοσφαιριστή που δεν έπαιξε σύμφωνα με τις δυνατότητες του. Τον Ματέο Γκαρσία τον ήθελαν για μεταγραφή, όλες οι μεγάλες ομάδες στην χώρα, τον απέκτησε ο Άρης και δεν έδωσε τα αναμενόμενα.
«Δεν έδωσε αυτά που περιμέναμε, όμως ο Ματέο Γκαρσία δεν ήταν αδιάφορος. Ήταν και αυτός για ένα διάστημα εκτός και πιστεύω πως ένιωσε το βάρος πως ερχόταν για ηγέτης του Άρη και εκείνη την περίοδο ατομικά δεν ήταν έτοιμος για να σηκώσει την ομάδα και αγχώθηκε περισσότερο. Είναι όμως ένας ποδοσφαιριστής που έχει δείξει πράγματα στην προηγούμενη θητεία του και συνολικά στην καριέρα του και πιστεύω πως μετά από μία καλή προετοιμασία που θα κάνουμε μαζί θα δείξει τον πραγματικό του εαυτό. Χρειάζεται να απελευθερώσει το μυαλό του και να καταλάβει πως δεν έχει να αποδείξει πράγματα. Είναι καλός παίκτης το ξέρουμε όλοι και περιμένουμε να λειτουργήσει σαν έξτρα μεταγραφή».
– Σαν παρατηρητής πιστεύω πως αν κρατήσει την αμυντική δομή ο Άρης και εξελίξει το επιθετικό του σχέδιο, μπορεί να σταθεροποιηθεί στις τρεις πρώτες θέσεις κάτι που ο σύλλογος έχει να το πετύχει 40 χρόνια.
«Θα εξαρτηθεί ασφαλώς και από τις αποχωρήσεις. Στο καλό σενάριο χρειαζόμαστε 6-7 μεταγραφές, με στόχο να αποκτήσουμε ποιοτικό βάθος. Όταν εννοώ ποιοτικό βάθος, δεν εστιάζω μόνο στην ποιότητα που έχει κάποιος ποδοσφαιριστής, αλλά να μπορεί να την δείξει και στο γήπεδο. Γιατί όπως είπαμε και πριν, είχαμε φέτος παιδιά με ποιότητα, που δεν μπόρεσαν να δώσουν αυτά που χρειαζόμασταν».
– Όταν ανέλαβες, ο Κουέστα ήταν πρώτος τον έκανες τρίτο, υπήρξαν διαστήματα που ήταν βασικοί και ο Μπούτσερ και ο Σιαμπάνης και η σεζόν ολοκληρώθηκε με βασικό ξανά τον Κουέστα. Μια λογική που δείχνει πως δεν πήρατε ασφάλεια από την συγκεκριμένη θέση. «Ήταν περίεργη χρονιά στην συγκεκριμένη θέση και για μένα προσωπικά. Θυμάμαι πως την 7η αγωνιστική με τον Αστέρα, είχαν παίξει και οι τρεις τερματοφύλακες. Και στο θέμα του τερματοφύλακα χρειαζόμαστε μία σταθερότητα, καθώς δεν είναι εύκολο να αλλάζεις συνέχεια τερματοφύλακα. Θα πρέπει για την επόμενη σεζόν να βρούμε οπωσδήποτε μία σταθερή λύση. Είναι καλό φέτος, πως έχουμε κορμό, έναν σημαντικό αριθμό ποδοσφαιριστών που θα παραμείνουν και αν φέρουμε ποδοσφαιριστές, που θα προσφέρουν ποιοτικό βάθος και η επόμενη σεζόν, θα είναι μία καλή χρονιά για τον Άρη».
– Ο Σιαμπάνης επηρεάστηκε από την ιστορία με την καταγγελία; «Θεωρώ πως επηρεάστηκε και αυτό φάνηκε και στην καθημερινότητα . Φυσικά το παιδί το στηρίξαμε όλοι μας, είναι νέος έχει πολλά προσόντα και απλά ήθελε τον χρόνο του για να το ξεπεράσει».
– Η χειρότερη στιγμή στη σεζόν ήταν ο αποκλεισμός από τον Ολυμπιακό;
«Πραγματικά ήταν σκληρός ο τρόπος. Ο οργανισμός του Άρη ζει και αναπνέει για τον θεσμό του Κυπέλλου. Η πίεση είναι πολύ πιο έντονη, γιατί υπάρχει φιλοδοξία για τον τίτλο. Ήμασταν κοντά να αποκλείσουμε την καλύτερη ομάδα στο πρωτάθλημα και ο τρόπος που δεχτήκαμε το γκολ η αλήθεια είναι πως ήταν σπάνιος και μας στεναχώρησε πολύ. Μετά το ματς ο Κουέστα ήταν σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Κοίτα, ήταν πολύ δύσκολη η διαχείριση και για μένα δεν ήταν εύκολο και για όλη την ομάδα δεν ήταν εύκολο, όμως σαν προπονητής οφείλω να στηρίζω τους ποδοσφαιριστές μου και πρέπει πάντα ο προπονητής να έχει στο μυαλό του, την επόμενη ημέρα. Με το που μπήκα στα αποδυτήρια το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να τον στηρίξω.
Πιστεύω πως θέλει εμπειρία, αν ένας προπονητής δεν έχει χρόνια στους πάγκους δεν είναι δύσκολο να επιτεθεί στον ποδοσφαιριστή του. Δεν είναι δύσκολο και ίσως να είναι και η εύκολη λύση να τον δείξεις ως ένοχο, όμως ποιο είναι το νόημα; Αφού πρώτα από όλα το κατάλαβε ο ίδιος, πως έκανε ένα ολέθριο λάθος. Στο άθλημα μας αυτά συμβαίνουν. Η αλήθεια πάντως είναι πως μας πόνεσε πολύ ο τρόπος που αποκλειστήκαμε. Όφειλα όμως να πέσω πάνω από τον Χουλιάν και να τον στηρίξω.
Δεν ήταν απλό αυτό που συνέβη στον Κουέστα. Πέσαμε όλοι μας από πάνω του, οι προπονητές, οι συμπαίκτες του, όλη η ομάδα έπεσε από πάνω να τον στηρίξουμε. Στο επόμενο παιχνίδι δεν τον χρησιμοποίησα γιατί ήταν σύντομα. Τρεις μέρες μετά, με αντίπαλο τον ΠΑΟΚ και τον προφύλαξα, γιατί έβλεπα πως δεν ήταν σε καλή κατάσταση μετά τον αποκλεισμό. Δείχνοντας του όμως ότι τον στηρίζουμε πραγματικά και όχι μόνο στα λόγια, επανήλθε και έκλεισε σαν βασικός την σεζόν και στα τελευταία παιχνίδια ήταν πολύ σταθερός και μας βοήθησε να πετύχουμε τους στόχους μας».
– Έρχεται τρεις ημέρες μετά, το ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ. Κάνετε ένα εκπληκτικό τακτικά παιχνίδι, το έχετε στο 0-2, χάνει ο Μάνος μεγάλη ευκαιρία για να κάνει το 0-3 και να δημιουργήσει συνθήκες για σκορ που θα μείνει στην ιστορία και τελικά στο τέλος ισοφαριστήκατε.
«Ήταν ένα ματς που ήμασταν κοντά σε ένα μεγάλο θρίαμβο και στο τέλος ήμασταν ξανά στεναχωρημένοι. Σε ένα παιχνίδι που ποτέ δεν κινδυνέψαμε, μόνο με μεγάλες μπάλες έκανε επιθέσεις ο ΠΑΟΚ, από σέντρα σε σέντρα. Σε σετ παιχνίδι δεν απειληθήκαμε καθόλου, δυστυχώς όμως μία στατική φάση και ένα αμφισβητούμενο πέναλτι στο τέλος δεν μας έδωσε την δυνατότητα να πάρουμε μία σημαντική νίκη».
– Πως ένιωσες όταν διάβασες την κριτική πως στο συγκεκριμένο παιχνίδι γύρισε την ομάδα πίσω, βάζοντας τρίτο στόπερ για να κρατήσει το αποτέλεσμα;
«Εγώ δεν ακούω, δεν ασχολούμαι και κάθε φορά κρίνω με το τι είναι καλύτερο για την ομάδα μου. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι ο αντίπαλος, όπως σου είπα και πριν, έπαιζε μόνο με μεγάλες μπάλες. Είχε δύο σέντερ φορ, πέρασε και τον Ίνκασον τρίτο, στα τελευταία λεπτά και εμείς σαν ομάδα δεν φημιζόμαστε για το ύψος μας και για το ψηλό μας παιχνίδι. Στην συγκεκριμένη κατάσταση έκανα το αυτονόητο, οι περισσότεροι προπονητές, θα έβαζαν τρίτο στόπερ, με βάση τις συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί. Από εκεί και πέρα, ξέρουμε όλοι πως αν κερδίζαμε θα ήταν όλα καλά, από την στιγμή που δεν κερδίσαμε θα πρέπει να βρούμε ένα φταίξιμο και πάντα το φταίξιμο το έχει ο προπονητής».
-Πως είναι τα ΑΡΗΣ- ΠΑΟΚ σήμερα σε σχέση με τα ντέρμπι που βίωσε σαν ποδοσφαιριστής;
«Δεν έχει αλλάξει πολύ ούτε η θέληση ούτε η φλόγα για αυτά τα παιχνίδια, απλά φέτος δεν υπήρχε ο κόσμος, για να μπορέσουμε να ζήσουμε αυτήν την ένταση που βγάζει ο κόσμος στο γήπεδο μας, αλλά και την ατμόσφαιρα στα εκτός έδρας. Στη Θεσσαλονίκη είναι σίγουρα πιο εύκολο να είσαι ποδοσφαιριστής, παρά προπονητής. Γενικά είναι πιο εύκολο να είσαι παίκτης, όταν είσαι προπονητής όλα είναι πιο έντονα. Πίεση, ευθύνες αλλά και η χαρά στις επιτυχίες».
– Η αίσθηση μου είναι πως ο Έλληνας προπονητής δεν μπορεί να εξασκήσει κανονικά το επάγγελμα και είναι περισσότερο διαχειριστής.
«Είναι πράγματι πολύ δύσκολο και το κάνει πολύ δύσκολο η έλλειψη εμπιστοσύνης που υπάρχει στον Έλληνα προπονητή από τους παράγοντες. Αποδεδειγμένα απαξιώνουν τον Έλληνα προπονητή, όμως στα δύσκολα όταν έχουν ανάγκη και καίγονται για τους βαθμούς για την σωτηρία, επιλέγουν τον Έλληνα προπονητή για να τους βγάλει από την δύσκολη θέση. Αντίθετα από την μέση και πάνω δύσκολα τον επιλέγουν, τον θέλουν στην δύσκολη συνθήκη για να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά».
– Πάνω σε αυτό που λες πιστεύω πως ο Έλληνας προπονητής λόγο εξειδίκευσης είναι ο καλύτερος να συμμαζεύει ομάδες που δεν είναι δικές του. Για τον ίδιο λόγο όμως, επειδή δεν του δίνεται χρόνος να δημιουργήσει ομάδες, δεν του είναι εύκολο να χτίσει μία ομάδα από την αρχή.
«Είναι αλήθεια. Θεωρώ πως αδικείται ο Έλληνας προπονητής. Υπάρχουν πραγματικά καλοί Έλληνες προπονητές, αξιόλογοι συνάδελφοι που όμως δεν έχουν την ανάλογη εμπιστοσύνη. Και βλέπουμε πολλά παραδείγματα, που έχουν έρθει ξένοι προπονητές από την αρχή, σε πολύ καλές συνθήκες και έχουν καταστρέψει ομάδες».
– Βλέπουμε το τελευταίο διάστημα πως έχει γίνει μόδα το 3-4-3. Στον Πανθρακικό, την σεζόν 2013-14, ήσουν πρωτοπόρος στην εφαρμογή ενός συστήματος με 3 στην άμυνα, στην πιο σύγχρονη, στην πιο επιθετική του μορφή. Βλέπουμε στο υψηλό επίπεδο να το δουλεύει με επιτυχία ο Τούχελ, έφερε για ένα διάστημα βελτίωση στην Μπαρτσελόνα ο Κούμαν και το τελευταίο διάστημα έχει γίνει μόδα και στην χώρα μας. Το έχεις σαν πλάνο για του χρόνου;
«Πρώτα από όλα να διευκρινίσουμε, πως το να παίζεις, είτε 3-5-2, είτε 3-4-3 δεν είναι μία αμυντική προσέγγιση. Όποιος το πιστεύει δεν έχει σχέση με το ποδόσφαιρο. Στο Πανθρακικό είχαμε παίξει πολύ όμορφο ποδόσφαιρο μέσα από αυτήν την λογική και η ομάδα είχε τερματίσει πολύ υψηλά για τα δεδομένα της, σε μία σεζόν μάλιστα δύσκολη χρονιά, καθώς έπεφταν τρεις ομάδες. Είχαμε κάνει και ένα σπουδαίο παιχνίδι στην Λεωφόρο θυμάμαι, είχαμε κερδίσει τον Παναθηναϊκό, που ήταν σε πολύ καλή κατάσταση εκείνο το διάστημα.
Το σημαντικό είναι και τι συστατικά έχεις. Ο συγκεκριμένος σχηματισμός πάντως θέλει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά από κάποιες θέσεις, ώστε να μπορούν να τον υπηρετήσουν. Παρακολουθώ την εξέλιξη, καθώς το εφαρμόζουν μεγάλα κλαμπ και προπονητές σε υψηλό επίπεδο, παίζει όμως ρόλο και τι ποδοσφαιριστές έχεις. Για παράδειγμα εμείς στον Άρη είχαμε ένα ρόστερ που κούμπωνε καλύτερα σε ένα καθαρό 4-2-3-1. Ούτε τακτική με τρία καθαρά κεντρικά χαφ μπορούσε να παίξει το υπάρχον ρόστερ, ούτε φυσικά τακτική με δύο επιθετικούς.
Για την επόμενη σεζόν, αν υπάρχει δυνατότητα και βρούμε ποδοσφαιριστές που θα μας επιτρέψουν να δοκιμάσουμε και άλλον σχηματισμό, θα το έχουμε στο μυαλό μας και γιατί όχι να δοκιμάσουμε και άλλα πράγματα».
– Σε μία υποθετική περίπτωση που σου δίνεται μία ομάδα και σου εξασφαλίζει ο ιδιοκτήτης της, πως ανεξαρτήτου αποτελέσματος θα παραμείνεις για τρία χρόνια, την τρίτη χρονιά πως την φαντάζεσαι την ομάδα σου από πλευράς ποδοσφαιρικής φιλοσοφίας;
«Υποθετικό και μη ρεαλιστικό, σίγουρα. Εγώ δεν είμαι δογματικός με κάποιον σχηματισμό, ούτε έχω εμμονή σε κάποιο σύστημα. Πάντοτε κοιτάω να δω τι παίκτες έχω και τι ταιριάζει καλύτερα στην ομάδα. Πάντως έχεις δίκιο πως ο προπονητής χρειάζεται χρόνο. Ο κάθε νέος σχηματισμός χρειάζεται χρόνο, ώστε να βγάλει ένας προπονητής αυτά που έχει στο μυαλό του και ακόμα περισσότερο δεν είναι εύκολο να καταφέρεις μία ομάδα που παίζει με συγκεκριμένο σχεδιασμό, να την αλλάξεις. Θες χρόνο για παράδειγμα ακόμα και να πας από το 4-2-3-1 σε 4-3-3, χρειάζεται δουλειά για πετύχεις αυτή η μετατροπή, να λειτουργήσει και αμυντικά και επιθετικά.
Η αλήθεια επίσης είναι πως το αμυντικό κομμάτι είναι πιο εύκολο να το δουλέψει ο προπονητής και να το διδάξει, το επιθετικό όμως, στη λειτουργία με την μπάλα θέλει χρόνο. Εμείς στον Άρη φέτος, αν εξαιρέσουμε τον Γκάμα και τον Μαντσίνι που την περσινή χρονιά δεν ήταν βασικός και ερχόταν από τον πάγκο, δημιουργήσαμε μία εντελώς διαφορετική ομάδα στο επιθετικό κομμάτι. Μην ξεχνάμε πως έφυγε νωρίς ο Φετφατζίδης, που έπαιρνε βάρος στην δημιουργία. Έγιναν πολλές αλλαγές ειδικά στο επιθετικό κομμάτι. Έφυγε ο Ιντέγε, ο Λάρσον, ο Ντιγκινί. Δεν ήταν εύκολο να φτιάξουμε μία ομάδα που να κερδίζει και επιθετικά να λειτουργήσει όπως θέλαμε. Επίσης η δουλειά του προπονητή, είναι να φέρει την μπάλα μέσα στα 16 μέτρα.
Ο στόχος είναι να πας την μπάλα εκεί, από εκεί και πέρα, παίζουν και άλλα πράγματα τον ρόλο τους. Εκεί παίζει ρόλο η ποιότητα του ποδοσφαιριστή, η ευφυΐα, η οξυδέρκεια του, η εκτελεστική δεινότητα του φορ, η προσωπικότητα, παίζουν πολλά πράγματα ρόλο. Όταν φθάνει ο ποδοσφαιριστής στο τελευταίο κομμάτι, δεν μπορείς να του πεις ‘κάνε σέντρα, σουτ ή δώσε πάσα εκεί’, δεν προλαβαίνεις. Η απόφαση παίρνεται στο δευτερόλεπτο, οπότε είναι θέμα ατομικών στοιχείων, ταλέντου και αποτελεσματικότητας».
– Βλέπουμε όμως πως στο πιο υψηλό επίπεδο, έχει μπει πολύ επιστήμη στο τι κάνεις με την μπάλα. Θα μου πεις έχουν και παίκτες που τους πληρώνουν πολύ ακριβά, οπότε είναι εύκολο να έχουν και την κατοχή.
«Ασφαλώς η κατοχή σου δίνει την δυνατότητα, για να έχεις πολλές επιλογές και σε βοηθά να είσαι κοντά στο αντίπαλο 1/3 και να μένεις εκεί, αλλά για μένα είναι πολύ σημαντικό και το παιχνίδι χωρίς την μπάλα. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο πρέπει να παίζεις πολύ χωρίς την μπάλα και δεν εννοώ μόνο όταν βρίσκεσαι σε θέση άμυνα να παίζεις κόντρα επίθεση, αλλά και ακόμα και στο επιθετικό κομμάτι, κάνοντας συγκεκριμένες κινήσεις όταν έχεις την μπάλα, να δημιουργείς αυτοματισμούς».
– Γιατί πιστεύεις πως ο Ολυμπιακός ξέφυγε αυτά τα δύο χρόνια, τόσο πολύ από τους υπόλοιπους;
«Πρώτα από όλα, πίστεψε πολύ σε έναν προπονητή. Τον εμπιστεύτηκε και στην πρώτη του χρονιά, που δεν έφερε κάποιον τίτλο. Τον κράτησε, του επέτρεψε να ενισχύσει την ομάδα και τα αποτελέσματα βγαίνουν, γιατί πραγματικά ο Ολυμπιακός έχει ξεφύγει και παίζει πολύ ωραίο ποδόσφαιρο. Θεωρώ πως ο Ολυμπιακός τα τελευταία χρόνια και το βλέπουμε και από την Ευρωπαϊκή του παρουσία, έχει αλλάξει επίπεδο σε όλους τους τομείς. Στις άλλες μεγάλες ομάδες, δεν φάνηκε να γίνεται κάπου πραγματικά καλή δουλειά.
Όλες είχαν προβλήματα, όλες άλλαξαν φέτος προπονητή. ΠΑΟΚ, ΆΕΚ, ΑΡΗΣ, Παναθηναϊκός άλλαξαν προπονητή, οπότε κάτι δεν γινόταν καλά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτή η χρονιά ήταν δύσκολη. Για μένα είναι πολύ σημαντικός παράγοντας η ξεκούραση, που οι ομάδες δεν την είχαν. Ειδικά οι μεγάλες ομάδες, που ξεκίνησαν νωρίς τις Ευρωπαϊκές τους υποχρεώσεις. Μιλάμε για μία ιδιαίτερη χρονιά, με πολλές ημιτελείς προετοιμασίες. Οι ποδοσφαιριστές δεν είχαν διακοπή για ξεκούραση, με το που ολοκληρώθηκε η προηγούμενη χρονιά, ξεκίνησε η επόμενη. Όλο αυτό δημιούργησε πρόβλημα στις μεγάλες ομάδες και στους ποδοσφαιριστές και βγήκαν πολλοί τραυματισμοί, που αλλοίωσε και την συνολική εικόνα αρκετών ομάδων.
Μια ομάδα που είχε μία σταθερότητα, ήταν ο Αστέρας Τρίπολης. Έμπειρη μαζεμένη ομάδα, compact. Ήταν σταθερή όλη την χρονιά, δεν είχε αυξομειώσεις. Επίσης και ο Βόλος έπαιξε καλό ποδόσφαιρο, με ένταση και ταχύτητα στο παιχνίδι, διαφορετικό πιο αεράτο στιλ. Και φυσικά ο ΠΑΣ που από το δεύτερο γύρο και μετά έπαιξε πολύ ωραίο ποδόσφαιρο».
– Πες μου την άποψή σου για τον Ελ Αραμπί.
«Είναι ο σούπερ παίκτης. Είναι ένας ποδοσφαιριστής που σου λύνει το πρόβλημα στο γκολ και όχι μόνο. Βλέπουμε πως κάνει και πολύ δουλειά. Βοηθά την ομάδα στο ανασταλτικό κομμάτι, ειδικά στο 3-4-3 βλέπουμε πως γίνεται και πλέι μέικερ. Κατεβαίνει χαμηλά, βοηθά στο δημιουργικό κομμάτι και καλύπτει την απουσία επιτελικού χαφ, στο συγκεκριμένο σύστημα.
Είναι πολλαπλή η δουλειά που κάνει και είναι τοπ επιθετικός. Όταν έπαιζα οι πιο δύσκολοι επιθετικοί να μαρκάρεις ήταν ο Βαζέχα και ο Ντανιέλ Μπατίστα. Δύσκολοι επιθετικοί γιατί ήταν κινητικοί και με και χωρίς την μπάλα. Ο Ντανιέλ δυνατό παιδί, όπως και ο Βαζέχα, που έπαιζε εξαιρετικά και με πλάτη. Έχω παίξει με πολλούς και με τον Τζιοβάνι, ακόμα που ήταν τοπ επιπέδου».
– Ποιο παιχνίδι σου έχει μείνει περισσότερο στο μυαλό από την καριέρα σου ως παίκτης;
«Είναι αρκετά τα παιχνίδια που θυμάμαι και σίγουρα τα μεγάλα ματς είναι αυτά που σου μένουν στο μυαλό. Για παράδειγμα ο τελικός του Κυπέλλου, Πανιώνιος – Παναθηναϊκός. Τα πήγα εξαιρετικά απέναντι στον Βαζέχα, στο δεύτερο ημίχρονο είχε μπει και ο Λυμπερόπουλος. Τα ευρωπαϊκά παιχνίδια με τον Άρη και σίγουρα τα ντέρμπι, όπως για παράδειγμα τα ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ που είναι ιδιαίτερα. Φυσικά δεν γίνεται να ξεχάσω την μεγάλη νίκη με 1-4 στην Τούμπα, με τα γκολ του Χαριστέα».
– Από ποιόν προπονητή κράτησες περισσότερα πράγματα;
«Από τον συγχωρεμένο τον Γιάννη Κυράστα. Συνεργάστηκα μαζί του δύο φορές στον Πανιώνιο και τις δύο φορές είχε έρθει όταν η ομάδα είχε υποβιβαστεί. Την πρώτη φορά το 1992 ανεβήκαμε, αλλά έφυγε. Την δεύτερη φορ, είχαμε πάλι πέσει, ήρθε από την αρχή, βγήκαμε κατηγορία, έμεινε στην Α’ Εθνική, αλλά προς τον Δεκέμβριο αν δεν κάνω λάθος έφυγε και η υπόλοιπη χρονιά βγήκε με τον Εμβολιάδη.
Κράτησα πολλά από τον Κυράστα, κυρίως την πειθαρχία του. Είχε μεθοδολογία, ήταν πολύ οργανωτικός, σύγχρονος στην προπόνηση και στο πως δούλευε τον αγώνα. Υπάρχουν συμπεριφορές, που σαν ποδοσφαιριστής δεν έχεις ακόμη την αντίληψη για να τις αξιολογήσεις. Που πολλές φορές μπορεί να μην σου αρέσουν, είναι όμως στοιχεία όπως η πειθαρχία που πρέπει να υπάρχει, είναι απαραίτητη για να πάει καλά μία ομάδα».
– Από όσα μου λες, καταλαβαίνω πως είναι δύσκολο να είσαι προπονητής στην Ελλάδα.
«Είναι η χώρα μας όμως, εδώ ζούμε και εμείς σαν προπονητές θέλουμε να ανέβει το Ελληνικό ποδόσφαιρο και σε επίπεδο ποιότητας, αλλά και οργάνωσης. Ειδικά σε επίπεδο οργάνωσης, το ποδόσφαιρο μας υστερεί πολύ και για αυτό έχουμε πέσει χαμηλά και το δείχνει εξάλλου και το Ranking, με το πόσο χαμηλά φθάσαμε στην βαθμολογία της UEFA».
– Τελευταία ερώτηση. Είσαι ο μοναδικός προπονητής που αυτά τα δύο χρόνια συμμετείχε και στα πλέι άουτ και στα πλέι οφ. Πως σου φαίνεται αυτή η διαδικασία.
«Αχρείαστη. Πέρα από το τηλεοπτικά που ο χορηγός μπορεί να θέλει, να είναι πολλά τα μεγάλα παιχνίδια κάπου χάνεται και το ενδιαφέρον, το να παίζεις τόσο πολλές φορές μεγάλα παιχνίδια. Δεν βλέπω τον λόγο μετά το τέλος της κανονικής περιόδου να γίνεται ξανά ένα καινούριο πρωτάθλημα. Η άποψη μου είναι πως δεν χρειάζονται ούτε τα πλέι οφ, ούτε τα πλέι άουτ. Δεν νομίζω πως ωφέλησε το Ελληνικό πρωτάθλημα, αυτή η διαδικασία».
Πηγή: SPORT24.gr