Ο Φάνης Κατεργιαννάκης μίλησε εκ βαθέων στο athletestories.gr για την πορεία του από τον Εθνικό Πυλαίας και τον Άρη μέχρι την Εθνική.
Η… εξομολόγηση του Κατεργιαννάκη:
“Μετακομίσαμε στην Πύλαια και εγώ ξεκίνησα την καριέρα μου από τον Εθνικό.
Εκεί συνάντησα παλιούς συμμαθητές απ’ το σχολείο, μεταξύ τους ήταν και ο Γιώργος Ανατολάκης, το κλίμα ήταν καλό και όλα ξεκινούσαν από τον προπονητή, τον Νίκο Φράγκο, πειθαρχία αυστηρή και γήπεδα ξερά (χωμάτινα).
Τότε προπονητές για τους τερματοφύλακες δεν υπήρχαν, ήμασταν αυτοδημιούργητοι και αυτοδίδακτοι.
Αλλά μας έβαζαν σε κάτι σκάμματα, προσπαθούσαν οι προπονητές μας, με ό,τι γνώσεις είχαν, να κάνουμε κάτι παραπάνω στις ατομικές προπονήσεις πέρα από το ομαδικό κομμάτι, τα σουτ τα απανωτά κτλ.
Και οι πίκρες στον Άρη ήταν γλυκές
Τότε δεν σκεφτόμουν «θα γίνω μεγάλος και τρανός, θα πάω σε μεγάλες ομάδες», το έβλεπα ως διασκέδαση, να πάμε να παίξουμε, περιμέναμε το πρωινό, 09:00-10:00, του Σαββάτου, δεν είχα τέτοιες μεγαλεπήβολες βλέψεις, όλα ήρθαν μόνα τους.
Είχα δοκιμαστεί και στον Ηρακλή, θα έπαιρνα εκεί μεταγραφή, αλλά ο αείμνηστος Θεοδωρίδης ασχολείτο με τη μεταγραφή του Κωστή στην ΑΕΚ και αργούσε να γυρίσει.
Δοκιμάστηκα λοιπόν στον Άρη, τρεις μήνες δοκιμαζόμουν, μου είχαν ετοιμάσει και κοστούμι για αγώνες στην Αυστραλία, χωρίς καν να έχω υπογράψει.
Όταν έγινε τελικά, ένιωσα πολύ μεγάλη χαρά, να φύγω από ερασιτεχνικό και να πάω σε επαγγελματικό σωματείο.
Ο μπαμπάς δεν είχε πρόβλημα που ήταν ΠΑΟΚτσής, το είχε αποβάλει αυτό το κομμάτι, εξάλλου στα εφηβικά και τα ερασιτεχνικά παίζαμε και με ΠΑΟΚ και με Άρη, ήταν μεγάλη του χαρά και μόνο που έπαιζα σε μεγάλη ομάδα…
Πήγαμε ως ημιεπαγγελματίες, τα συμβόλαια ήταν 2+5 χρόνια κι εγώ δεν είχα συμβόλαιο έξι χρόνια, μέχρι να έρθει ο Κοντομηνάς το 1999, όταν και υπογράφτηκε το πρώτο μου.
Τη διαχείριση δεν την έκανε ο αείμνηστος Κοντομηνάς, την έκαναν άλλοι, ο Πρόεδρος δεν γνώριζε πολλά από ποδόσφαιρο, έβαζε χρήματα μόνο.
Είχαμε προκριθεί στην Ευρώπη με τη Σερβέτ και, θυμάμαι, μας είχε πάρει τηλέφωνο στα αποδυτήρια να μας συγχαρεί μέσω του Πρόεδρου του Ιωαννίδη και φωνάζαμε «είναι τρελός ο Πρόεδρος», απαντούσε «2 εκατ. δραχμές», εμείς ξανά «είναι τρελός ο Πρόεδρος», απαντούσε πάλι «2.5 εκατ.», εμείς τα ίδια, εκείνος «3 εκατ.» και στο τέλος πήραμε 3.5 εκατ., πολλά χρήματα τότε. αν συνεχίζαμε, δεν ξέρω πού θα φτάναμε, πρόλαβε και έκλεισε το τηλέφωνο ο Ιωαννίδης, λέει «άσε, ανοίγει η ταρίφα. Αν πάρουν τόσα με τη Σερβέτ, μετά ποιος ξέρει πόσα θα ζητήσουν αυτοί».
Μεταξύ των προπονητών που πέρασαν από τον Άρη, μου είχε κάνει εντύπωση ο αείμνηστος Αλκέτας Παναγούλιας.
Ήταν ο προπονητής της ψυχολογίας, άριστος ψυχολόγος, σου έπαιρνε το 110% και όλα αυτά μόνο με την ομιλία του.
Με το που ήρθε, σε 10 ματς συνολικά, αν θυμάμαι καλά, είχαμε δύο ήττες (μια από τον Ολυμπιακό που μας κέρδισε δύσκολα με 1-0) και οχτώ νίκες, με αποτέλεσμα να καταφέρουμε να βγούμε Ευρώπη.
Έλεγε στον Περουβιανό Φλόρες «εκεί στο Περού είστε όλοι μπαλαδόροι», στον Δαλκίδη «ρε συ, είσαι άτυχος, γεννήθηκες Πεντάλοφο, άμα γεννιόσουν στην Ισπανία, θα ήσουν σε καμιά Μπαρτσελόνα, σε καμιά Σαραγόσα», στον Κένεντι Ναγκόλι «στη Νότια Αφρική τρέχετε πολύ, είστε και μπαλαδόροι», μας έπιανε δηλαδή έναν-έναν και μας έδινε τέτοια ερεθίσματα.
Έβλεπε ουσιαστικά τα κουμπιά του καθενός. εγώ εκείνο το διάστημα πήγαινα καλά, δε χρειαζόμουν μεγάλο ταρακούνημα.
Όλες οι στιγμές στον Άρη, στα αποδυτήρια με τους συμπαίκτες μου, ήταν γλυκές. Αλλά και τις πικρές πρέπει να μην τις βλέπουμε ως εμπόδια αλλά ως σκαλοπάτια για να διορθώνουμε τα λάθη μας.
Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα έχω καλές σχέσεις με όλους. Πανόπουλος, Κολτσίδας, Λουμπούτης, Μάντζιος Κυζερίδης, Παπαδόπουλος, τους ξένους έχασα λίγο, πιο παλιά Μητσόπουλος, Σαπουντζής.
Το παιχνίδι της ζωής μου
Εννοείται θυμάμαι ακόμη τη μεγάλη νίκη (0-1) επί του Ολυμπιακού στο Ολυμπιακό Στάδιο.
Ήταν ένα 90λεπτο που μου φάνηκε σαν δύο αγώνες, τεράστια η πίεση απ’ τον Ολυμπιακό, πολλές φάσεις μπροστά στο τέρμα, είχε κάνει και διπλό μες στην ΑΕΚ και εξασφάλιζε το Πρωτάθλημα.
Είχαμε και εμείς δυο-τρία τετ α τετ, δυο-τρεις δύσκολες φάσεις από αντεπιθέσεις, αλλά ο Ελευθερόπουλος τις έβγαλε.
Ήταν ατελείωτο το παιχνίδι, η μπάλα ήταν όλο μπροστά απ’ το τέρμα μας, με Ζιοβάνι, Άλβες, Αλεξανδρή, μέχρι και ο Κωστούλας είχε κατέβει στο 90′ και είχε κάνει δοκάρι, είχαν κατέβει και οι αμυνόμενοι.
Είχα κάνει πολλές αποκρούσεις, αλλά χρειαζόταν και τύχη, πολλά σουτ ήταν πάνω μου, απ’ τα τρία μέτρα.
Τον σκεφτόμουν ήδη τον Ολυμπιακό τότε, καθώς μήνες πριν (Οκτώβριο, Νοέμβριο) είχε γίνει κρούση να μεταγραφώ εκεί. Με είχαν προσεγγίσει να πάω στην ομάδα του Πειραιά και είχαν συζητήσει μεταξύ τους και οι διοικούντες των δύο ομάδων.
Ιανουάριο είχε γίνει το παιχνίδι στο Ολυμπιακό Στάδιο και μάλιστα αρχικά ήμουν εκτός αποστολής. Τυχαίνει να σπάσει το χέρι του ο Αλέκος ο Δέλλιος, πολύ καλός τερματοφύλακας, με τον οποίον επίσης έχω πολύ καλές σχέσεις, όπως και όλοι οι τερματοφύλακες μεταξύ μας, οπότε έπρεπε να μείνω στον Άρη.
Όταν είναι να πάει κανείς σε μια ομάδα, θέλει να δείξει την αξία του. Όταν είναι να φύγει, επίσης θέλει να δείξει ότι φεύγει τσάμπα και άδικα.
Επίσης, μπαίνουν και όροι στη μεταγραφή, όπως για παράδειγμα, όταν φύγει ένας παίκτης, να μην παίξει στα μεταξύ των δυο ομάδων παιχνίδια, γιατί φοβούνται όλο αυτό το πράγμα.
Μια τριετία με τον Μάκη Ψωμιάδη
Ο Ηρακλής ήταν από τις συμπαθητικές ομάδες και εκεί ήθελα πολύ να προσφέρω.
Στην αρχή δεν είχα δελτίο. Αφού το απέκτησα και είχα δικαίωμα συμμετοχής, βρήκα μπροστά μου έναν πολύ φορμαρισμένο Αμπάρη, μάλιστα βγήκαν Ευρώπη.
Τα είχαμε βρει με τον προπονητή μου, τον Σάββα Κωφίδη, αλλά δεν μπορούσα να έχω μια διάρκεια, δεν μπορούσα να βρω τα πατήματά μου, έμπαινα σε ένα παιχνίδι-έφταιγα-ξανά έξω, είναι αυτό που λέμε «πέρασα χωρίς να ακουμπήσω».
Στην Καβάλα όμως η εμπειρία ήταν μεγάλη, κυρίως λόγω Μάκη Ψωμιάδη.
Έπαιξα στη Β’ Εθνική σε όλα τα παιχνίδια σχεδόν. Μόλις ανέβηκε, θέλησε να αλλάξει το ρόστερ, είχε φέρει τότε Γκαλίνοβιτς και μετά ήρθε ο Κάλατς, δηλαδή κορυφαία ονόματα.
Δεν είχα απαίτηση να παίξω αλλά να διεκδικήσω, οπότε είχαμε μια κοντρίτσα με τον αείμνηστο Ψωμιάδη.
Είχα δηλώσει τότε σε αθηναϊκό ραδιοφωνικό σταθμό «Εδώ γίνονται Σόδομα και Γόμορρα» και μου λέει τότε «Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να κάνεις μόνος σου προπόνηση»!
Υπήρχε ιδιαίτερο κλίμα μεταξύ μας. Κι εγώ έπαιζα με 40 πυρετό, αγώνες στη Β’ Εθνική, δεν είχα απαιτήσεις με ποσά και τέτοια, του είχα πει «δώσε μου ό,τι θες, πάμε να ανεβάσουμε και ό,τι γίνει», τα εκτίμησε όλα αυτά.
Ο Φάνης Κατεργιαννάκης υπερασπιζόμενος την εστία της Καβάλας / Photo by: Eurokinissi (Action Images).
Μου είχε κάνει δώρο στη γιορτή μου πούρο, «πάρε ένα για σένα, πάρε ένα και για τη σύζυγο». Ήταν αυτά τα χοντρά, τα «Τσώρτσιλ», «Μόντε Κρίστο» και «Ρομέο» έκανε ο «Μάκαρος». Τον κερνούσαν «Κοχίμπα», αλλά ήταν σκληρά, από ό,τι μου είχε πει, και τα κερνούσε, «αυτά είναι βαριά, τα κερνάω».
Δεν θυμάμαι τι λεφτά πήρα από εκεί, από πριν είχα πληρωθεί. Όταν πήγα, λέω «δώσε ό,τι θες, έτσι και αλλιώς δεν θα τα πάρω» και μου απαντάει «τι λες;», προσβλήθηκε!
Μόλις υπέγραψα, μου λέει «πάρε 10.000 για το πάντρεμα», λέω «να παίξω πρώτα», αυτός ήξερε τι χρωστάει στον καθένα και έδινε τα ποσά σε πριμ.
Αλλά εγώ γενικά δεν είχα απαιτήσεις, δεν είχα συμβόλαιο, σε αυτήν την περίπτωση κερδισμένος βγαίνεις, με τα πριμ, με τις εμπειρίες.
Θυμάμαι και μια περίπτωση που χρωστούσε 10.000 ευρώ, δεν θυμάμαι από τι ήταν, αλλά ήταν χρήματα που δεν περίμενα!
Ήταν λοιπόν τέλη Μαΐου, ετοιμαζόμασταν να φύγουμε διακοπές και μου λέει «αν βρεις ποιοι θα μείνουν και ποιοι θα φύγουν από την ομάδα, θα σου δώσω 10.000». Ήμασταν με τη σύζυγό μου, τη Ζαχαρένια, και την κόρη μας στο καροτσάκι και της λέω «πήγαινε σπίτι εσύ και θα έρθω σε λίγο».
Καθόμαστε με τον Ψωμιάδη στο τραπεζάκι, πίνουμε καφέ, μου βγάζει μια κατάσταση με όλα τα ονόματα της ομάδας, «λέγε» μου λέει και ξεκινάει να διαβάζει ονόματα για να του πω εγώ «φεύγει» ή «μένει».
«Είπες και μαλακίες, αλλά σχεδόν τα βρήκες, πάμε να πάρεις λεφτά»! Η ώρα είχε πάει 3 παρά και η τράπεζα είχε κλείσει, του λέω «κάτσε, βρε Πρόεδρε, έκλεισε η τράπεζα», μου λέει «όχι, παίρνω τηλέφωνο» και όντως τους κάλεσε και κράτησε την τράπεζα ανοιχτή, πήρε τη Φιλιώ, τη λογίστρια, και μου έβαλε 10.000 στον λογαριασμό μου! Απ’ το πουθενά!
Και στημένη βασιλόπιτα έκανε για να κερδίσω εγώ το φλουρί, έκοβε σε όλους κομματάκια σαν τσιγαρόχαρτο και σε εμένα έκοψε σχεδόν τη μισή πίτα, 500 ευρώ μού έδωσε τότε!
Έτσι ήταν: αλλού με έτρωγε στο στοίχημα αλλού μου έδινε πίσω.
