Ο Περικλής Καράκος, προπονητής του δολοφονηθέντα Άλκη στον Αχιλλέα Τριανδρίας, μίλησε για το παιδί που γνώρισε και διαχειρίστηκε για δύο χρόνια…
Αναλυτικά όσα αναφέρει σε συνέντευξη που έδωσε στο «Gazzetta.gr»:
Αναζητώντας πληροφορίες για τον χαρακτήρα του δολοφονημένου Άλκη, τα ερωτήματα πληθαίνουν. Γίνεται ακόμη δυσκολότερος ο συμβιβασμός με την ιδέα της δολοφονίας ενός 19χρονου παιδιού το οποίο ουδεμία σχέση είχε με σκληροπυρηνικούς οπαδούς, ίσα-ίσα που πάντα στη ζωή του προέβαλε την απέχθειά του όχι μόνο για τη βία αλλά την παραμικρή μορφή έντασης. Ακόμη και στη διετία που αποφάσισε να ασχοληθεί με το μπάσκετ, να δοκιμάσει τις δυνάμεις του σε κάτι διαφορετικό ή μάλλον άγνωστο γι’ αυτόν. Έτσι αποφάσισε να πάει στον Αχιλλέα Τριανδρίας. Σαν άγνωστος μεταξύ αγνώστων.
«Ο Άλκης ήρθε στην ομάδα σε ηλικία 15 ετών. Αρχικά ήταν στο προπαιδικό και μετά πήγε στην παιδική ομάδα. Εμφανίστηκε ξαφνικά, ολομόναχος, δίχως να είχε ιδιαίτερη ενασχόληση με το γήπεδο. Θα έλεγα ότι προσπαθούσε να βάλει το σώμα του στο παιχνίδι, να μυηθεί στις κινήσεις του μπάσκετ γιατί για την ηλικία του με ύψος στο 1.85μ. ήταν ψηλός κι έπαιζε στις θέσεις 4-5. Ερχόταν μόνος του και από την πρώτη στιγμή μου έδωσε την εντύπωση ότι ήταν ένα ανεξάρτητο παιδί. Θέλω να πω ότι δεν έβλεπα τους γονείς του στο γήπεδο», είπε ο Περικλής Καράκος στο Gazzetta, ο προπονητής που είχε ο Άλκης στον Αχιλλέα Τριανδρίας.
Παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Άλκης είχε συναισθηματική ισορροπία, δεν ένιωθε την ανάγκη να «πουλήσει» τσαμπουκά ή να δείξει τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους έφηβους. «Ως χαρακτήρας ήταν ιδιαίτερος. Δεν ήταν το κοινωνικό παιδί, θα έλεγα περισσότερο μοναχικό, μαζεμένο, πολύ ευγενικό το οποίο απέφευγε τις εντάσεις. Αφού έφυγε από την ομάδα, κάποιες φορές συναντηθήκαμε στο γήπεδο, πολύ πρόσχαρα ήρθε να με χαιρετήσει να με αγκαλιάσει και στις γιορτές ανταλλάσαμε μηνύματα».
«Ο Άλκης ήταν φιλήσυχο κι ευγενικό παιδί»
Ο Περικλής Καράκος προσπάθησε να ανασύρει από τη μνήμη του έστω ένα περιστατικό έντασης στο οποίο να συμμετείχε ο Άλκης. «Δεν υπάρχει, γιατί ως παιδί και αθλητής ήταν πολύ φιλότιμος και φιλήσυχος. Προσπάθησε να φτάσει στο επίπεδο των άλλων παιδιών και μέσα από τη φιλοτιμία του προϊόντος του χρόνου μας βοήθησε αρκετά. Δεν ήταν ποτέ το παιδί που θα πουλούσε τσαμπουκά. Ως φίλαθλος, δεν ήταν αυτό που λέμε πωρωμένος. Παρότι δεν ήταν στην ομάδα διάστημα μεγαλύτερο των δύο χρόνων, όταν οι γονείς του μετατέθηκαν στη Βέροια κι έπρεπε να μετακομίσει δεν πήγε σε άλλη ομάδα. Μου το είχε πει ότι δε ήθελε να μπει σε διαδικασία να πάει σε άλλη ομάδα κι αυτό έκανε γιατί συνέχισε να γυμνάζεται σε γυμναστήριο».
Στοιχείο ενδεικτικό του χαρακτήρα του Άλκη, του παιδιού που δεν ήθελε να προκαλέσει, ήταν ένα περιστατικό που είχε γίνει στο PAOK SPORTS ARENA. «Ο Άλκης σιχαινόταν τις εντάσεις. Από τους αγώνες έως και στις προπονήσεις. Να φανταστείς, αν προέκυπτε μια προσωπική κόντρα στη διάρκεια ενός παιχνιδιού, προσπαθούσε να λύσει την όποια παρεξήγηση και να το σταματήσει εκεί. Ουδέποτε ήταν το παιδί ή ο παίκτης που θα προκαλέσει. Πρόσφατα είδα μια φωτογραφία της ομάδας με μια ανθοδέσμη. Ήταν μετά από ένα παιχνίδι που είχαμε παίξει στο γήπεδο του ΠΑΟΚ και μάλιστα είχαμε κερδίσει τον ΠΑΟΚ. Για να καταλάβεις πόσο χαμηλών τόνων παιδί ήταν, βγάζοντας μια αναμνηστική selfie, ο Άλκης είπε ότι δεν πρέπει να προκαλούμε. Τόσο ήρεμο παιδί».
«Βλέπω φοβισμένα παιδιά, παιδιά που φοβούνται να φορέσουν μπλούζα της αγαπημένης ομάδας τους»
Στη διάρκεια της συζήτησης με τον Περικλή Καράκο, επανέλαβε τουλάχιστον τρεις φορές ότι ο Άλκης πάντα μιλούσε στον πληθυντικό. Ήταν ζήτημα ευγένειας και παιδείας. Με τα περισσότερα από τα παιδιά της ομάδας είχε να συναντηθεί αρκετό καιρό, για την ακρίβεια από την ημέρα που αναγκάστηκε να σταματήσει λόγω της μετάθεσης των γονιών του. «Παρότι ως χαρακτήρας ήταν μοναχικός, προϊόντος του χρόνου απέκτησε φιλικές σχέσεις με όλα τα παιδιά στην ομάδα και θα έλεγα ότι τον αγαπούσαν πολύ. Μετά σταμάτησε, είχαν να τον δουν 1-2 χρόνια. Όταν μάθαμε το τραγικό γεγονός, όλα τα παιδιά φρίκαραν. Δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. Θα μπορούσε ο καθένας να ήταν στη θέση του Άλκη. Κι άρχισαν όλα τα παιδιά να λένε τα δικά τους περιστατικά. Τον φόβο τους να κυκλοφορήσουν με μπλούζα της αγαπημένης ομάδας τους. Τον ίδιο φόβο βλέπω και στους γονείς. Φτάσαμε να ζούμε σε μια κοινωνία φόβου», είπε.