Σπαρτάκ αντιμετώπιζε την ολλανδική Χάαρλεμ για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Στη ρωσική πρωτεύουσα χιόνιζε, το θερμόμετρο έδειχνε 10 βαθμούς κάτω του μηδενός και στο γήπεδο δεν πήγε πολύς κόσμος. Οι υπεύθυνοι τοποθέτησαν τους 18.000 οπαδούς των γηπεδούχων και τους 100 των Ολλανδών στην ανατολική κερκίδα του σταδίου και άφησαν ανοικτή μόνο μία θύρα.
Οι Ρώσοι ήταν μπροστά στο σκορ 1-0 και πολλοί οπαδοί των γηπεδούχων άρχισαν να αποχωρούν από το γήπεδο (το γνωστό μας μετέπειτα με την ονομασία Λουζνίκι). Στις καθυστερήσεις, μόλις είκοσι δευτερόλεπτα πριν ο διαιτητής σφυρίξει τη λήξη, ο Σεργκέι Σετσόφ πέτυχε δεύτερο γκολ για τη Σπαρτάκ. Το πανηγύρισε, λίγο αργότερα θα μετάνιωνε επειδή είχε στείλει τη μπάλα στα δίχτυα.
«Καλύτερα να μην το είχα πετύχει ποτέ» θα πει. Κάποιοι οπαδοί των γηπεδούχων ακούγοντας τους πανηγυρισμούς των υπολοίπων αποφάσισαν να επιστρέψουν στο γήπεδο. Προκλήθηκε συνωστισμός, ακολούθησε πανικός, έπεσαν στις σκάλες και ποδοπατήθηκαν.
Πόσοι ήταν οι νεκροί; Μόλις… 66 (45 εκ των οποίων ανήλικοι) θα απαντήσουν οι επίσημες αρχές, για περισσότερους από 340 θα επιμείνουν οι συγγενείς των θυμάτων. Την επόμενη ημέρα της τραγωδίας μόνο σε μία εφημερίδα υπήρχε ένα μονόστηλο. «Χθες στο Λουζνίκι, μετά τον ποδοσφαιρικό αγώνα, σημειώθηκε ένα ατύχημα και τραυματίστηκαν ορισμένοι θεατές». Αυτό και τίποτα άλλο. Σιγή ιχθύος από τις σοβιετικές αρχές, από τον Τύπο, από όλους.
Μόνο κάποια ξένα ΜΜΕ όπως η ιταλική εφημερίδα «La Stampa», η ισπανική εφημερίδα «Εl Pais» ανέφεραν το δυστύχημα, αλλά με συγκεχυμένες πληροφορίες. Έκαναν λόγο για τρεις νεκρούς και 60 τραυματίες. Τρεις μέρες αργότερα οι «New York Times» έγραψαν για 20 νεκρούς.
Τέτοια ήταν η μυστικοπάθεια ώστε οι σωροί των θυμάτων δόθηκαν στους συγγενείς δεκατρείς ημέρες αργότερα. Λίγους μήνες μετά, στη δίκη για την τραγωδία ο μοναδικός κατηγορούμενος ήταν ο διευθυντής του γηπέδου, Γούρι Πατσίκιν, ο οποίος καταδικάστηκε σε 18μηνη καταναγκαστική εργασία. Είναι, επίσης, αξιοσημείωτο ότι για πολλά χρόνια το γήπεδο παρέμενε κλειστό τέλη Οκτωβρίου, δεν διεξάγονταν καν αγώνες, ώστε να μην μπορούν να πλησιάσουν οι συγγενείς των θυμάτων.
Και κάτι ακόμα… Οι παίκτες της Χάαρλεμ, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος, έμαθε για όσα συνέβησαν εκείνη τη χιονισμένη βραδιά επτά χρόνια αργότερα, το 1989. Ήταν η εποχή της γκλάσνοστ του Μίκαελ Γκορμπατσόφ, που επέτρεπε την διαφάνεια σε πολλές πτυχές της σοβιετικής κοινωνίας και στον Τύπο.
Στις 18 Απριλίου εκείνης της χρονιάς, τρεις ημέρες μετά την καταστροφή του Χίλσμπορο, η εφημερίδα «Σοβιέτσκι Σπορ» έκανε αναφορά στις ποδοσφαιρικές τραγωδίες και έγραψε με λεπτομέρειες για το τραγικό συμβάν. Η είδηση μεταδόθηκε αμέσως από τα ΜΜΕ της Δύσης, πολλά από τα οποία τα προηγούμενα χρόνια είχαν γράψει κατά καιρούς για κάτι που είχε συμβεί το 1982 στο «Λουζνίκι», αλλά χωρίς να γνωρίζουν λεπτομέρειες και χωρίς να κάνουν αναφορά σε νεκρούς.
Η τραγωδία είχε πια αποκαλυφθεί και μπορούσε να γίνει και το μνημείο για να θυμίζει τους νεκρούς, όσοι τελικά κι αν ήταν αυτοί. Και οι συγγενείς τους, ελεύθερα πια, μπορούσαν κάθε χρόνο αυτή την ημέρα να αφήνουν ένα λουλούδι στη μνήμη όσων χάθηκαν…