Η 25η Νοεμβρίου θα είναι πάντα μια μέρα που θα σε πιάνει ένα σφίξιμο στο στομάχι. Σαν σήμερα πριν δύο χρόνια όλη η υφήλιος «πάγωνε» στο άκουσμα της είδησης πως ο Ντιέγκο Μαραντόνα είχε φύγει από τη ζωή. Προδομένος από την επιβαρυμένη υγεία του, αλλά και από ανθρώπους που δήθεν τον αγαπούσαν αλλά που τελικά ήθελαν να σκυλέψουν πάνω στην ευάλωτη φύση του.
Όσο κι αν η υγεία του είχε επιβαρυνθεί από τις καταχρήσεις, όσο και αν η εικόνα του στις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις του ήταν ανησυχητική, οι αμέτρητοι θαυμαστές του ανά την υφήλιο είχαν την ψευδαίσθηση πως οι Θεοί δεν πεθαίνουν. Γιατί τέτοιος ήταν για το ποδόσφαιρο ο Ντιεγκίτο…
Ο άνθρωπος που έκανε ολόκληρες γενιές να λατρέψουν το ποδόσφαιρο με τον σχεδόν ποιητικό τρόπο που άγγιζε την μπάλα, που χάζευε τους αντιπάλους του και άφηνε με ανοιχτό στόμα θεατές και αντιπάλους.
Αυτός που λατρεύεται και μνημονεύεται περισσότερο από κάθε άλλον στην πατρίδα του, Αργεντινή, όχι μόνο για τις τεχνικές αρετές του, αλλά για το πάθος και τη μοναδική ικανότητά του να ηγείται.
Αυτός που μπορούσε να σε κάνει να τον μισήσεις και να τον λατρέψεις σε λίγα δευτερόλεπτα, όπως στον προημιτελικό του Μουντιάλ του 1986 όπου σε απόσταση λίγων λεπτών «έκλεψε» με το… χέρι του Θεού, αλλά και θάμπωσε με το γκολ του αιώνα ξεπερνώντας τη μισή εθνική Αγγλίας.
Αυτός που το 1990 στο Μουντιάλ της Ιταλίας δίχασε μια ολόκληρη χώρα, με τους Ναπολιτάνους να τάσσονται υπέρ του και κατά της πατρίδας τους.
Αλλά και αυτός που δεν δίστασε ποτέ να πει άβολες αλήθειες βάζοντας στο στόχαστρο από την «βρώμικη» FIFA μέχρι την «υποκρίτρια» εκκλησία που ζει στα πλούτη ενώ κόσμος πεινάει.
Ο Ντιέγκο έφυγε πριν δύο χρόνια, αλλά στην πραγματικότητα δεν θα φύγει ποτέ. Όχι όσο ζει και θα συνεχίσει να ζει και να βασιλεύει στην καρδιά και το μυαλό όσων έκανε να ερωτευτούν μαζί του το ποδόσφαιρο.