Ο Δημήτρης Πρίφτης που κατέκτησε πέρσι το πρωτάθλημα ως δεξί χέρι του Φραγκίσκου Αλβέρτη στον Παναθηναϊκό και φέτος οδηγεί τον ιστορικό Άρη από νίκη σε νίκη, κάποτε σούταρε -πάντα με ταμπλό- στα ανοιχτά της Αργυρούπολης, ή μάθαινε μπάσκετ στα πιτσιρίκια της Γλυφάδας. Γέννημα-θρέμμα νοτίων προαστίων.
Μένει ακόμη στην Αργυρούπολη. Με τη γυναίκα του και την 6χρονη κόρη του. Τα καλοκαίρια, δηλαδή, διότι τους τελευταίους χειμώνες είναι… οικονομικός μετανάστης. Τα δύσκολα του επαγγέλματος. Καβάλα, Ρόδος και ξανά Θεσσαλονίκη. Στον πάγκο του “αυτοκράτορα” Άρη. Για δεύτερη φορά.
Ο Δημήτρης Πρίφτης θα καθοδηγήσει τους “κίτρινους” που έχουν ξεκινήσει με εντυπωσιακό τρόπο, το τολμηρό τους εγχείρημα. Η ομάδα, που στηρίζεται σε νεαρούς παίκτες όπως ο 20χρονος Βεζένκοφ, οι 24χρονοι Γκίκας και Μούρτος, o 23χρονος Καραθανάσης και ο 19χρονος Πουλιανίτης, πλαισιωμένους από καλούς ξένους, έχει ήδη κερδίσει -έστω και σε φιλικά- μεγαθήρια όπως η Μπάνβιτ και η ΤΣΣΚΑ, έφτασε στους “8” του Κυπέλλου και ξεκίνησε το πρωτάθλημα με ένα διπλό επί του Πανελευσινιακού. Με την υπογραφή του Πρίφτη, όπως ήταν ο τίτλος της παλιάς σειράς με πρωταγωνιστή τον Παύλο Κοντογιαννίδη.
Κι όλα αυτά στην δεύτερη θητεία του στον πάγκο του Άρη. Η πρώτη ήταν όταν είχε συνεργαστεί με τον Φώτη Κατσικάρη (αρχικά) και τον Ντέιβιντ Μπλατ (τον περσινό πρωταθλητή Ευρώπης και νυν προπονητή του ΛεΜπρόν Τζέιμς στους Καβαλίερς) ως assistant coach σε μια “καταδικασμένη” χρονιά. Ήταν μια από τις τελευταίες του χρονιές από το συγκεκριμένο πόστο, για την ακρίβεια θα ήταν η τελευταία, αν δεν είχε προκύψει το αναπάντεχο κάλεσμα από τον Παναθηναϊκό, που τον υποχρέωσε να εγκαταλείψει την άκρη του πάγκου του Κολοσσού, για να αναλάβει χρέη συνεργάτη δίπλα στον Φραγκίσκο Αλβέρτη στα μέσα της χρονιάς.
Ως πρώτος προπονητής είχε καθίσει δύο χρόνια στον πάγκο της Καβάλας, ενώ είχε δουλέψει ακόμη στον Ίκαρο Καλλιθέας και στον Κολοσσό, ενώ ως assistant coach είχε εργαστεί στην Δάφνη, στον Ιωνικό Νικαίας, στην Εθνική Ελλάδος και φυσικά στην ΑΕΚ, την ομάδα που τον καταξίωσε στο υψηλότερο επίπεδο. Στην Ένωση πήγε το 2003 ως δεύτερος βοηθός του Φώτη Κατσικάρη, τον ομοσπονδιακό προπονητή -πλέον- που όταν ανέλαβε την Εθνική Ανδρών κάλεσε πάλι όλους τους συνεργάτες του από εκείνη την “κιτρινόμαυρη” εποχή (Σκουρτόπουλο, Κότση, Μεραχωβίτη). Και φυσικά τον Δημήτρη Πρίφτη.
Τα στοιχεία που τον χαρακτηρίζουν -και τα οποία δεν γράφονται στα βιογραφικά, αλλά μεταφέρονται από στόμα σε στόμα- είναι ο επαγγελματισμός, η τυπολατρία, η εργατικότητα και ο θετικός χαρακτήρας, με τον τελευταίο να επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι έμεινε επί σειρά ετών στο ίδιο πόστο, παρότι άλλαζαν τα πρόσωπα δίπλα του. Τόσο στην ΑΕΚ που μετά τον Κατσικάρη συνεργάστηκε με τον Κακιούση, τον Μαρκόπουλο, τον Αλεξανδρή και τον Φλεβαράκη, όσο και στην Εθνική ομάδα όπου συνυπήρξε με τον Γιαννάκη, τον Ζούρο και φυσικά τον Κατσικάρη.
Όσοι τον έχουν παρακολουθήσει επί τω έργω μιλούν για προπονήσεις που δεν ακούγεται “κιχ”, που είναι οργανωμένες στην εντέλεια και προγραμματισμένες ως το τελευταίο δευτερόλεπτο, αναφέρονται σε έναν προπονητή με ψυχραιμία και μανία για τη λεπτομέρεια και σχολιάζουν τον πράο χαρακτήρα του. “Τυπικός μέχρι εκνευρισμού” όπως λέει ο προπονητής που τον γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα.
Εκτός από μεθοδικός δίνει την εικόνα του απόλυτα ήρεμου ανθρώπου. Εντυπωσιακή μετάλλαξη για τον προπονητή που ήταν… ο φόβος και τρόμος στα παιδικοεφηβικά των νοτίων προαστίων τη δεκαετία του ’90. “Έχω αλλάξει πολύ από τότε” είχε πει κάποτε, όταν βρισκόταν ακόμη στην ΑΕΚ και εντυπωσίαζε με τη διακριτικότητα και την τυπικότητα του.
Ήταν η εποχή των τμημάτων υποδομής στον Άρη Γλυφάδας και στον ΑΝΟΓ, τότε που είχε τη φήμη του “κέρβερου”, του υπερβολικά αυστηρού προπονητή. Φήμη, που είχε ξεφύγει από τα στενά όρια της ομάδας του και είχε φτάσει και στις υπόλοιπες ομάδες της περιοχής. Κραυγές, διαμαρτυρίες, φωνές στα ελληνικά και κυρίως στα “γαλλικά”, ιπτάμενα αντικείμενα συνέθεταν το περιτύλιγμα του σκληρού, το οποίο έχει αποτινάξει εδώ και πολλά χρόνια. Το πρότυπο του Γιάννη Ιωαννίδη, βλέπετε… Τώρα γελάει, κοκκινίζει και κουνάει το κεφάλι όταν του αναφέρουν το αμαρτωλό παρελθόν του.
Κακή κουβέντα, βέβαια, από παίκτη του δεν θα ακουστεί. Οι μικροί του ΑΝΟΓ (που έχουν καβατζάρει πλέον τα 30) πίνουν νερό στο όνομα του. Έμαθαν εξαιρετικά τα βασικά, οι περισσότεροι έπαιξαν ή παίζουν επί σειρά ετών στα τοπικά πρωταθλήματα και τις Εθνικές Κατηγορίες. Κάποιοι έφτασαν ως και την Α1. Και θυμούνται ιστορίες: την ημέρα που τα έβαλε με ολόκληρη την εξέδρα του Πορφύρα στο ανοιχτό δίπλα από τη θάλασσα, την ομαδική τιμωρία για την “κοπάνα” λόγω του ποδοσφαιρικού Παναθηναϊκού, ή την ιδέα που είχε για προετοιμασία της ομάδας στο βουνό και την οποία μετάνιωσε οικτρά κατά την κατάβαση της απότομης πλαγιάς.
Ο μύθος λέει ότι στον ΑΝΟΓ όταν έβρεχε η προπόνηση γινόταν κανονικά. Χωρίς μπάλες. Και ότι οι παίκτες έκαναν γύρω-γύρω λέι-απ. Χωρίς μπάλες. Και έτρεχαν καμικάζι (σ.σ η πιο διάσημη τιμωρία στο μπάσκετ) επειδή αστοχούσαν. Ακριβώς. Επειδή σύμφωνα με τον προπονητή αστοχούσαν στο λέι-απ με τη φανταστική μπάλα. Οι μαρτυρίες, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι η έμπνευση δεν ανήκει στον Δημήτρη Πρίφτη, αλλά στον προπονητή που έμελλε να γίνει ο άμεσος συνεργάτης του μετά από χρόνια.
Οι προπονήσεις υπό βροχή, ωστόσο, ήταν πάντα ξεχωριστές. Κάτι που οι παίκτες γνώριζαν, αλλά ουδέποτε πέρασε από το μυαλό τους να αποφύγουν. Όταν έβρεχε και το δάπεδο στο ανοιχτό του ΑΝΟΓ γλιστρούσε, δεν είχε προπόνηση με μπάλα, αλλά πρόγραμμα φυσικής κατάστασης. Με τον Δημήτρη Πρίφτη να τρέχει με τους παίκτες και σύμφωνα με το θρύλο να φωνάζει; “Ξέρετε γιατί θα βγούμε πρωταθλητές; Γιατί οι άλλοι κάθονται σήμερα που βρέχει κι εμείς εδώ τρέχουμε”. Τρέχοντας. Στη βροχή. Μαζί με τους παίκτες.
Μεγάλωσε στην Αργυρούπολη και αποφοίτησε από το 1ο Λύκειο. Μόνιμος… κάτοικος του τελευταίου θρανίου, αλλά αρκετά καλός μαθητής, κέρδισε μια θέση μέσω των Πανελλαδικών στην Γυμναστική Ακαδημία. Είχε πάρει από μικρός την απόφαση να ασχοληθεί με τον αθλητισμό. Το μπάσκετ, εξάλλου, τον είχε κερδίσει . Αγωνιζόταν στον ΓΣ Αργυρούπολης, μια ομάδα που δεν υπάρχει πια, με συμπαίκτες σε εκείνη την ομάδα τους Παναγιωτόπουλο, Σεφερό, Χαρερά και Λιόγα. Από εκείνη την πεντάδα ο Δημήτρης Λιόγας έφτασε να προπονεί στην Α1 (Ηλυσιακός, Παγκράτι, Αιγάλεω, Ιωνικός Λαμίας, Γλυφάδα), ενώ ο Πολύβιος Χαρεράς αποτελεί μέχρι και σήμερα τον προπονητή και την ψυχή της άλλης ομάδας της Αργυρούπολης, του ΑΟΝΑ.
Έκανε τα πρώτα του προπονητικά βήματα στον ΓΣΑ, πριν μετακομίσει στη Γλυφάδα και στον ιστορικό ΑΝΟΓ, την ομάδα που ανέδειξε τον ρέκορντμαν του ελληνικού μπάσκετ, τον Φραγκίσκο Αλβέρτη. Στον ΑΝΟΓ “έδεσε” με τους προπονητές της γενιάς του, με τους οποίους όχι μόνο διέγραψε παρόμοια πορεία, αλλά έκανε και πολύ παρέα εκτός γηπέδου. Δημήτρης Λιόγας, Άρης Λυκογιάννης, Μάνος Μανουσέλης, Θωμάς Νίκου -όλοι τους με θητεία στην Α1- ήταν η παρέα εκείνη της εποχής, που χώρισε με το πέρασμα των χρόνων.
Ο Δημήτρης Πρίφτης από τον ΑΝΟΓ “μετακόμισε” στον νεοσύστατο Άρη Γλυφάδας το 1989 όταν ιδρύθηκε δηλαδή το σωματείο, που έμελλε να γράψει μεγάλη ιστορία στα νότια προάστια, αναδεικνύοντας παίκτες που έπαιξαν στην Α1 και στην Εθνική ομάδα, όπως οι Ντεφούδης, Παραγυιός, Τσόχλας και Βουγιούκας. Για να επιστρέψει, όμως, εν συνεχεία στους “μεγάλους” εκείνης της εποχής, τον ΑΝΟΓ. Η πρώτη του εμπειρία από το υψηλότερο επίπεδο ήταν στη Δάφνη όταν το 2001 συνεργάστηκε με τον Ντιρκ Μπάουερμαν στη Δάφνη, ενώ την επόμενη χρονιά δούλεψε στην Α2 και τον Ιωνικό Νικαίας στο πλευρό του “δάσκαλου” Θόδωρου Μπολάτογλου. Ενδιάμεσα είχε συνεργαστεί και με τις Εσπερίδες και τη γυναικεία ομάδα του Κρόνου, όπου γνώρισε και τη μετέπειτα σύζυγο του και μητέρα της 6χρονης κόρης του, Μαρία.
Η ημερομηνία σταθμός, ωστόσο, ήταν το 2003, όταν ήρθε η πρόσκληση της ΑΕΚ. Έτσι γίνεται συνήθως. Πολύ πριν τη δικαίωση, έρχεται η πρόκληση. Και χτίζεται η διαδρομή. Του Δημήτρη Πρίφτη ξεκίνησε από τα ανοιχτά γήπεδα του ΑΝΟΓ που μυρίζουν θαλασσινό αλάτι και από τα σουτάκια στην Αργυρούπολη. Και τον Άρη που ήταν Γλυφάδας, πριν γίνει Θεσσαλονίκης.
πηγή: nou-pou.gr