Προφυλακιστέος κρίθηκε ο Δημήτρης Λιγνάδης τα ξημερώματα της Παρασκευής. “Θα προσφύγουμε κατά της διάταξης” δήλωσε ο Αλέξης Κούγιας.
Προσωρινά κρατούμενος κρίθηκε ο Δημήτρης Λιγνάδης κατηγορούμενος για βιασμό κατά συρροή ύστερα από μία μαραθώνια διαδικασία.
Σιδεροδέσμιος δίχως να πει κουβέντα στους δημοσιογράφους που επίμονα ζητούσαν μία δηλωση του, ο Δημήτρης Λιγνάδης οδηγήθηκε λίγο μετά τις 2 το πρωί στη ΓΑΔΑ και από εκεί στη φυλακή, με τη σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέα.
Ο συνήγορός του Αλέξης Κούγιας δήλωσε αμέσως μετά: “Ήταν μία πολύ δύσκολη διαδικασία. Θα προσφύγουμε κατά της διάταξης της ανακρίτριας για την προσωρινή κράτηση. Ειναι μία δικογραφία χωρίς στοιχεία, μία δικογραφία που αν δεν ήταν Λιγνάδης θα ήταν με συνοπτικές διαδικασίες ελεύθερος”.
Επί 3,5 ώρες ο Δημήτρης Λιγνάδης απολογούνταν ενώπιον της 19ης τακτικής ανακρίτριας, υποστηρίζοντας ότι δεν έχει καμία σχέση με το κακούργημα του βιασμού κατά συρροή. Στο πλευρό του ήρθαν και οι πέντε μάρτυρες που κατέθεσαν μετά από πρόταση της υπεράσπισης Λιγνάδη και ειδικότερα: η πρώην υπουργός Πολιτισμού και ηθοποιός Ελένη Κούρκουλα, ο ιδιοκτήτης του Action 24 Διον. Παναγιωτάκης, ο αδελφός του κατηγορούμενου, μία πρώην δικαστική λειτουργός και ένας συγγενής τους.
Λίγο πριν την απόφαση για την ποινική μεταχείριση του Δημήτρη. Λιγνάδη, ο βοηθός σκηνοθέτης Ιωάννης Παναγόπουλος και ο ηθοποιός Αγησίλαος Μικελάτος, με δήλωσή τους, τόνισαν ότι δεν γνωρίζουν τίποτα για την ουσία της υπόθεσης και αγνοούν τους λόγους για τους οποίους τα στοιχεία τους ανακοινώθηκαν δημοσίως.
Πρόκειται για δύο από τους μάρτυρες που κατονόμασε ο Αλέξης Κούγιας ότι θα τους προτείνει για να ενισχύσουν τους ισχυρισμούς του εντολέα του. «Κανένας δεν ζήτησε (και δεν έλαβε) τη σύμφωνη γνώμη μας, προκειμένου τα ονόματά μας να ανακοινωθούν στα ΜΜΕ ως “μάρτυρες υπερασπίσεως” του κ. Λιγνάδη, γεγονός το οποίο μας μας έχει προκαλέσει σοβαρή προσωπική, επαγγελματική και ψυχολογική βλάβη» ανέφεραν μεταξύ άλλων στην ανακοίνωσή τους.
Τι ανέφερε στο υπόμνημα ο Δημήτρης Λιγνάδης
Ο Δημήτρης Λιγνάδης πέρασε σε ολομέτωπη επίθεση κατά πάντων -μηνυτών, μαρτύρων, θεσμικών παραγόντων ακόμα και της Σοφίας Μπεκατώρου- δίχως φραγμούς. Μιλά για “αδίστακτους και ανήθικους ανθρώπους”, για “ψευδείς και κατασκευασμένες καταθέσεις”, που προέκυψαν εξαιτίας του “φθόνου” που ένιωθαν συγκεκριμένα άτομα για τον σκηνοθέτη – ηθοποιός.
Μάλιστα, ισχυρίζεται ότι οι δύο μηνύσεις αλλά και οι μαρτυρίες που τον έθεσαν στο στόχαστρο των αρχών είναι έργο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, και των νομικών του συμβούλων, λόγω χρόνιας αντιπαλότητας. Με άλλα λόγια, θεωρεί ότι επειδή ο ίδιος αντιδρούσε σε ζητήματα οικονομικής διαχείρισης του σωματείου, βρέθηκαν άνθρωποι να τον στοχοποιήσουν, βρίσκοντας ανθρώπους να τον καταγγείλουν για βιασμό κατά συρροή. “Τα πρόσωπα αυτά με φθονούν από τότε που ξεκίνησα την καριέρα μου, η δε εχθρότητα και ο φθόνος τους υπήρχε όλα αυτά τα χρόνια που πρωταγωνιστώ ηθοποιός ή σκηνοθετώ κορυφές παραστάσεις στο εθνικό θέατρο, στο θέατρο Επιδαύρου και αλλού, γιατί ουδέποτε επέλεξα τους περισσότερους εξ’αυτών, για να συμμετάσχουν στις παραστάσεις, τις οποίες σκηνοθετούσα, και κορυφώθηκε την ημέρα που εξαιτίας της εξαίρετης διαδρομής μου ως ηθοποιού αρχικά και ως σκηνοθέτη μετά, με διακομματική επιλογή, επελέγη ως καλλιτεχνικός διευθυντής του κορυφαίου και θεσμικού θεάτρου της χώρας” λέει χαρακτηριστικά.
“Μου κάνουν ό,τι έκανε η Μπεκατώρου”
Ο κατηγορούμενος επιχειρεί να πείσει ότι ο ίδιος είναι το θύμα, αφού -όπως αφήνει να εννοηθεί -ήθελαν την “ηθική του εξόντωση”, την οποία θα κατόρθωναν “όπως με την καταγγελία Μπεκατώρου” με την οποία “ο καταγγελόμενος καταστράφηκε”. Λέει χαρακτηριστικά: “σκοπός τους αρχικά ήταν η ηθική εξόντωση μου δια του χαρακτηρισμού μου ως παιδόφιλου και βιαστή και όχι ο εγκλεισμός μου στη φυλακή (όπως είχε συμβεί και με την καταγγελία της Μπεκατώρου κατά του αντιπροέδρου της Ελληνικής Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας, αφού η μεν καταγγελία αρχειοθετήθηκε λόγω παραγραφής, ο δε καταγγελθείσας καταστράφηκε εξαιτίας της καταγγελίας)”.
Παράλληλα, όχι μόνο αρνήθηκε τις κατηγορίες περί βιασμό ανηλίκων και χρήση ναρκωτικών ουσιών, αλλά στρέφει ευθέως τα πυρά του κατά μηνυτών και μαρτύρων. Όπως λέει, “έφτιαξαν δύο ιστορίες, τον Αύγουστο του 2010 και τον Αύγουστο του 2015, πιθανολογώντας ότι τον Αύγουστο που είναι ο μήνας των παραστάσεων στην Επίδαυρο και στα άλλα θερινά θέατρα, θα ήμουν στην Αθήνα, χωρίς καν να φροντίσουν ελέγξουν τα προγράμματα των παραστάσεων και να έχουν μία στοιχειώδη αξιοπιστία”.
Οι προτεινόμενοι μάρτυρες
Ο ίδιος υποστήριξε ότι και τα δύο επίμαχα διαστήματα δεν βρισκόταν στην Αθήνα, και συγκεκριμένα το 2015 βρίσκοταν όλο τον Αύγουστο στην Ιθάκη. Όπως δε δήλωσε ο Αλέξης Κούγιας, προς επίρρωση των ισχυρισμών του πρότεινε στη δικαστική λειτουργό την εξέταση μαρτύρων που βρίσκονταν μαζί στις διακοπές, μεταξύ των οποίων τον αδερφό του, την πρώην υπουργό πολιτισμού Ελένη Κούρκουλα και τον πρώην σύζυγό της Διονύσιο Παναγιωτάκη.
Πάντως, ήδη η ηθοποιός Δώρα Χρυσικού έχει υποστηρίξει μέσω των μέσων κοινωνικών δικτύων ότι ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν βρισκόταν στην Ιθάκη το επίμαχο διαστημα, δηλώντας έτοιμη να καταθέσει από τις αρχές. “Ας του πει κάποιος πως με ψέμματα επιβαρύνει χειρότερα την θέση του. Όπως το κατάφωρο ψέμμα ότι τον Αύγουστο του 2015 που φέρεται να βίασε ένα απ τα θύματα, ήταν διακοπές στην Ιθάκη. Κύριε Λιγνάδη καταλαβαίνω τον πανικό σας αλλά έχω στοιχεία ότι το 2015 δεν ήσασταν στο νησί, ούτε το 2016, ήρθατε στο νησί μου το 2017 και το 2018 και προτίθεμαι να τα καταθέσω στις αρμόδιες αρχές εάν και εφόσον χρειαστεί” έγραψε.
Σχετικά με τις περιγραφές του μηνυτή και του μάρτυρα του σπιτιού του κατηγορουμένου, και συγκεκριμένα στην θέα του σπιτιού του στην Ακρόπολη και στο Λυκαβηττό, καθώς και για τη γάτα, την οποία έχει, ισχυρίζεται ότι “αυτά τα στοιχεία ναι μεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, καθώς πράγματι το σπίτι μου έχει θέα στην Ακρόπολη και πράγματι έχω μία γάτα, αλλά αυτά από μόνα τους δεν αποδεικνύουν ότι η ως άνω έχουν έρθει στο σπίτι μου, διότι φωτογραφίες τόσο του σπιτιού μου με τη συγκεκριμένη θέα, όσο και της γάτας μου έχουν αναρτηθεί στο site spirishoot ήδη από το 2015 και έτσι ο καθένας θα μπορούσε να τα γνωρίζει χωρίς να έρθει ποτέ στο σπίτι μου”.
Όσο για την 40χρονη μάρτυρα αναφέρει στο υπόμνημα: “πρόκειται για μια κοπέλα που είχε εμμονή με το πρόσωπο μου και ήθελε με κάθε τρόπο να κάνουμε σχέση, ακόμη και να παντρευτούμε, και για το λόγο αυτό με παρακολουθούσε συνεχώς στο σπίτι, στην εργασία μου, στο θέατρο και στις διακοπές μου επί 20 χρόνια μέχρι και πρόσφατα”.