Ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής του Άρη, Σπύρος Γόγολος, μίλησε για τον Άρη της «επόμενης μέρας» καθώς και για το αν οι «κιτρινόμαυροι» χρειάζεται να πουλήσουν τον Σιώπη.
Ακολούθησε το PRESSARIS και στο Instagram, για ακόμα πιο άμεση ενημέρωση στα θέματα του Άρη!
Αναλυτικά όσα είπε στο Yellow Radio 92.8:
Αρχικά ανέφερε:
«Είναι τιμή για έναν ποδοσφαιριστή να φοράει τη φανέλα μιας ομάδας από τις μεγαλύτερες στην Ελλάδα. Όλη η Ελλάδα ξέρει τι σημαίνει ο Άρης για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Νιώθω την τιμή που προσέφερα εκείνα τα τέσσερα χρόνια στον Άρη».
Για τον χθεσινό φιλανθρωπικό αγώνα:
«Τώρα ζώντας στη Θεσσαλονίκη μετά την ποδοσφαιρική μου καριέρα, είμαι στους βετεράνους του Άρη, όποτε καλούμαστε σε φιλανθρωπικούς αγώνες, το κάνουμε με μεγάλη χαρά. Θεωρώ ότι είναι υποχρέωσή μας. Όσο «βαστάνε» τα πόδια μας. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη στο παιδικό χωριό του Φιλύρου. Όποιος μπορεί ας βοηθήσει λίγο ή πολύ. Γίνεται πολύ καλή δουλειά, χρειάζεται όμως ενίσχυση. Υπάρχει ανάγκη.
Η αλληλεγγύη σε αυτές τις εκδηλώσεις μας χαρακτηρίζει ως λαός. Στα δύσκολα προσπαθούμε και βοηθάμε. Όταν υπάρχει μεγάλη ανάγκη σε ίδρυμα ή σε συνάνθρωπό μας, όσο μπορούμε να βοηθάμε».
Για το τι περιμένει φέτος από τον Άρη:
«Το μόνο σίγουρο και ευχάριστο τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο είναι ότι ο κόσμος ζει στιγμές που του έχουν λείψει. Πέρυσι δημιουργήθηκαν προσδοκίες πως κάτι καλό πάει να συμβεί. Υπάρχει αισιοδοξία. Ο κόσμος και ο σύλλογος ταλαιπωρήθηκε. Ο κόσμος έχει όραμα, θέλει η ομάδα να έχει μεγάλους στόχους. Οι άνθρωποι του Άρη στη διοίκηση προσπαθούν να κάνουν κάτι καλό. Αυτό δείχνουν και οι κινήσεις. Τον στόχο δεν τον ξέρουμε ακόμα. Σίγουρα θα είναι η κατάκτηση του κυπέλλου. Και στο πρωτάθλημα πιστεύω θα είναι να ανεβούμε πιο ψηλά.
Ο κόσμος πρέπει να «αγκαλιάσει» την προσπάθεια που γίνεται με πράξεις. Αγοράζοντας διαρκείας, είναι ένα μήνυμα για όλη την Ελλάδα. Αναμένω πάνω από 12.000».
Για το πού πρέπει να κινηθεί ο Άρης:
«Είχε πέρυσι μια συμπαγή ομάδα. Στο επιθετικό κομμάτι υπήρχε ισορροπία. Κατά διαστήματα έπαιξε πολύ καλό ποδόσφαιρο. Όλοι είδαμε κάποιο θέμα στο κέντρο της επίθεσης. Ψαχνόταν όλη τη σεζόν σε εκείνη τη θέση ο Άρης, π.χ. με τον Ντιγκινί σέντερ φορ. Εκεί μόνο. Στα άκρα της άμυνας υπήρξαν προσθήκες. Έμεινε ο Βέλεθ που ήταν ο κεντρικός «πυλώνας» της ομάδας, όπως και ο Ρόουζ με τον Δεληζήση. Στη μεσαία γραμμή έχει παίκτες που θα είναι ευχάριστος «πονοκέφαλος» για τον Σάββα Παντελίδη, ποιους παίκτες θα χρησιμοποιήσει.
Όταν θες να κατακτήσεις έναν μεγάλο στόχο πρέπει να έχεις πολλούς παίκτες στον πάγκο που θα είναι ισάξιοι με τους βασικούς. Υπάρχει ανταγωνισμός και αυτό θα έχει όφελος για την ομάδα. Στα άκρα της επίθεσης θα έχουμε την επιστροφή του Γκάμα που έλειψε. Ο Λάρσον έδειξε πολύ καλά στοιχεία. Θα δούμε και τις επόμενες κινήσεις. Υπάρχει αισιοδοξία».
Για την νοοτροπία του Άρη:
«Ο κόσμος που έχει δείξει ότι στηρίζει, θα πρέπει να συσπειρώνεται και στα δύσκολα. Να μην έχουμε ευτράπελα. Να υπάρχει σωστή λειτουργία σε όλους τους τομείς. Ο Άρης δεν βιάζεται. Βήμα-βήμα και χρόνο με τον χρόνο πρέπει να προσθέτει πράγματα για να γίνει ακόμα μεγαλύτερος».
Για την ενδεχόμενη πώληση Σιώπη:
«Είμαι κάθετος σε αυτό που θα πω. Όλοι οι παίκτες έχουν την αξία τους. Πουλάς και αγοράζεις. Αυτό γίνεται στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Αν μια ομάδα κάνει μια καλή προσφορά και ο ποδοσφαιριστής ικανοποιηθεί με τα οικονομικά και ικανοποιηθεί φυσικά και η διοίκηση, τότε ουδείς αναντικατάστατος. Μη ξεχνάμε ότι ο Άρης έχει ανάγκη να πουλήσει παίκτες με πολλά χρήματα. Έτσι γίνεται και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.
Με τα χρήματα που θα μπουν και τους παίκτες που υπάρχουν, μπορεί να γίνει μια καλύτερη προσθήκη. Πρέπει να φύγει η μουρμούρα και η γκρίνια. Και η διοίκηση θέλει να βγάλει χρήματα. Με αυτά τα χρήματα (σ.σ. 1,2 εκατ.) μπορεί να βρεθεί αξιόλογος ποδοσφαιριστής. Δεν πρέπει να κολλάμε σε πρόσωπα. Ο Άρης κοιτάει το καλύτερο για το Σύλλογο. Οι άνθρωποι του Άρη ξέρουν τι θα κάνουν. Καλό είναι στην Ευρώπη να αυξάνεται η αξία των παικτών της ομάδας και να μπαίνουν πολλά χρήματα στο «ταμείο». Να μπορεί να τα επενδύσει. Βλέπετε ο Άρης να έχει αποδυναμωθεί; Το αντίθετο. Πρέπει να έχουμε «χαμηλά τη μπάλα».