Ο Άρης ολοκλήρωσε τη σεζόν και ένας από τους παίκτες που άφησαν το στίγμα τους κατά τη διάρκεια αυτής, ο Νίκος Γκίκας, έκανε έναν σύντομο απολογισμό, τονίζοντας πως οι «κίτρινοι» αφήνουν παρακαταθήκη για το μέλλον.
Ο 24χρονος βραχύσωμος γκαρντ, μέσω του Superbasket.gr, μίλησε για την πρώτη του σεζόν στην Α1, στάθηκε στη φυγή τόσο του Βαγγέλη Αγγέλου, όσο και του Γιάννη Αθηναίου, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην προηγούμενη ομάδα του, τον Φιλαθλητικό, αλλά και στους πρώην συμπαίκτες -και φίλους του- Γιάννη και Θαναση Αντετοκούνμπο, οι οποίοι ζουν το δικό τους «American Dream».
Αρχικά, θα ήθελα ένα σχόλιο για την φετινή σεζόν.
«Θα σου πω ότι είχε και τις πολύ καλές στιγμές της, αλλά και τις πολύ κακές. Σίγουρα, ξεκίνησε με την καλύτερη των προϋποθέσεων, με το διπλό στο «PAOK Sports Arena» επί του ΠΑΟΚ για το κύπελλο, το οποίο το ευχαριστηθήκαμε. Μετά είχαμε κάποιες σημαντικές νίκες, όπως το διπλό στην Δράμα.
Εν συνεχεία, χάσαμε αρκετά παιχνίδια στον πόντο κι αν όχι στον πόντο, τότε στις λεπτομέρειες, με εξαίρεση τις αναμετρήσεις με Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό. Είχαμε μια πάρα πολύ σημαντική στιγμή με τη νίκη επί του Πανιωνίου στην έδρα μας. Στον τελικό είχαμε ένα κακό δεύτερο ημίχρονο, το οποίο ήταν μια από τις χειρότερες αγωνιστικές μας επιδόσεις. Προς το τέλος, η ομάδα «έπεσε» στην ήττα από τον Κολοσσό στη Ρόδο για την τελευταία αγωνιστική της κανονικής περιόδου, γιατί είχαμε κάνει ένα μεγάλο σερί μέχρι εκείνο το σημείο.
Με τις φυγές του coach Αγγέλου, αλλά και του Γιάννη Αθηναίου καταφέραμε και βρήκαμε λύσεις, αλλά δυστυχώς στο τέλος, λόγω τύχης θεωρώ, γιατί είχαμε χάσει αρκετά παιχνίδια στον πόντο που θα μπορούσαμε να τα είχαμε πάρει, δεν καταφέραμε να τερματίσουμε έκτοι, αλλά έβδομοι, χάνοντας τον βασικό στόχο που είχαμε».
Η φετινή σεζόν τι γεύση σας αφήνει, εν τέλει;
«Θεωρώ ότι σε όλους άφησε μια πίκρα στο τέλος, γιατί όλοι πιστεύαμε πως θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει κάτι παραπάνω. Παρ’όλα αυτά, δώσαμε τον καλύτερό μας εαυτό. Από θέμα τύχης, ήμασταν πάρα πολύ άτυχοι φέτος, πραγματικά. Πέρα από την πίκρα, όμως, βγήκαν μπροστά παιδιά, τα οποία δεν θα είχαν ευκαιρία παλιότερα χρόνια, όπως μου έλεγαν. Αφήνουμε μια παρακαταθήκη για το μέλλον, ασχέτως το τι θα γίνει με τις περιπτώσεις Βεζένκοφ-Μποχωρίδη. Αυτό που κάναμε φέτος άρεσε στον κόσμο, παρά τις ήττες στον πόντο κλπ. Ο κόσμος καταλαβαίνει τη νεανικότητα της ομάδας, παρά τα πολλά άσχημα αποτελέσματα. Δεν υπάρχει φθόνος από τον κόσμο, γιατί έχει καταλάβει ότι αυτό που γίνεται θα αποδώσει καρπούς και πιστεύω πως στο μέλλον θα είμαστε πολύ καλύτεροι».
Ήταν η πρώτη σου σεζόν στην Α1. Πώς την βίωσες, πώς σου φάνηκε το επίπεδο του πρωταθλήματος και πώς ήταν η μετάβαση από την Α2 στην Α1 για σένα;
«Το επίπεδο είναι πολύ υψηλότερο, καθαρά ατομικά. Οι συνεργασίες γίνονται πιο γρήγορα, σε σχέση με την Α2. Είναι ένα πολύ ανταγωνιστικό πρωτάθλημα, γιατί είδαμε ομάδες όπως ο ΚΑΟΔ να νικούν τον Ολυμπιακό, αλλά και ο ΚΑΟΔ να χάσει από ομάδες όπως ο Κολοσσός Ρόδου, ο Ηλυσιακός και ο Ίκαρος Χαλκίδας. Υπήρχανε πολλοί καλοί ξένοι σε πολλές ομάδες και όταν μάχεσαι για να τερματίσεις μέσα στην πρώτη εξάδα -από προσωπική εμπειρία το λέω- είναι πιο δύσκολο, γιατί κάθε παιχνίδι είναι τελικός. Μπορούσαμε αντί για έβδομοι να τερματίζαμε πέμπτοι για παράδειγμα, με νίκη στην Ρόδο επί του Κολοσσού, αλλά και να τερματίζαμε δωδέκατοι εάν δεν κάναμε το μεγάλο σερί στο τέλος. Αν δεν κερδίζαμε το παιχνίδι απέναντι στον Πανελευσινιακό θα μιλούσαμε για παραμονή από ένα σημείο και μετά.
Όσο για μένα, το επίπεδο είναι πολύ διαφορετικό και πιο απαιτητικό στην Α1. Είναι και το γεγονός πως δεν είσαι σε μια ομάδα… της σειράς στην Α1, είσαι στον Άρη. Είναι άλλες οι απαιτήσεις και του κόσμου και της διοίκησης. Είναι σαν να έρχεσαι… από το χωριό στην πόλη, σε μια ομάδα με τόσα κύπελλα και διακρίσεις. Υπάρχει και πρόσθετο άγχος σίγουρα. Όχι μόνο στην περίπτωσή μου, αλλά και παιδιά που παίξαμε μαζί συμπαίκτες φέτος, αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε και να αφήνουμε το άγχος και την πίεση στην άκρη και κοιτάμε πως να βελτιωθούμε ο καθένας ξεχωριστά αγωνιστικά, αλλά και η ομάδα».
Κατά τη διάρκεια της σεζόν, ενώ ξεκίνησες καλά, είχες κάποιους τραυματισμούς. Από άποψη απόδοσης είσαι ικανοποιημένος ή είσαι ακόμα πιο πεισμωμένος ενόψει της νέας σεζόν;
«Δεν γίνεται να μην είμαι πεισμωμένος για την επόμενη σεζόν και ειδικά όταν έσπασα το χέρι μου. Καλώς ή κακώς το timing που ήρθε ο τραυματισμός συνέπεσε με την αλλαγή προπονητή. Δεν βρήκα ρυθμό, σίγουρα. Είμαι πεισμωμένος γιατί έσπασα το χέρι μου και έχασα μεγάλο μέρος της σεζόν και δεύτερον θεωρώ και πιστεύω πως δεν βρήκα το ρυθμό που θα μπορούσα να είχα βρει εάν δεν είχα σπάσει το χέρι μου. Γι’αυτό παλεύω να είμαι καλύτερος του χρόνου, 100%».
Αναφέρθηκες πριν στην φυγή του Βαγγέλη Αγγέλου, αλλά και του Γιάννη Αθηναίου. Παράλληλα, ήρθε ο Μίλαν Μίνιτς να αντικαταστήσει τον coach Αγγέλου. Πόσο σας επηρέασαν όλες αυτές οι αλλαγές;
«Όπως είπα και προηγουμένως, με την αποχώρηση του coach Αγγέλου, αρχικά, άλλαξαν οι ισορροπίες, γιατί είχαμε συνηθίσει να είναι αυτός ο προπονητής. Όλα να περνάν από το χέρι του, να έχει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης απ’όλους. Για 2-3 αγώνες που είχαμε προπονητή τον Παρασκευά Μουρατίδη ψάχναμε να βρούμε τα πατήματά μας. Ήταν μεγάλο πλήγμα για εμάς η αποχώρηση του Βαγγέλη Αγγέλου. Στη συνέχεια, η αποχώρηση του Γιάννη Αθηναίου μας συσπείρωσε και μας έφερε πιο κοντά. Καταφέραμε να πετύχουμε τέσσερις συνεχόμενες νίκες και αν δεν γινόταν το «στραβοπάτημα» στην Ρόδο θα λέγαμε πως δεν θα μας επηρέαζε και τόσο. Στα Play offs, όμως, θα φαινόταν η απουσία του, γιατί είναι ένας πάρα πολύ καλός παίκτης και αν παίζαμε με καλύτερες ομάδες από εμάς θα φαινόταν η απουσία του. Κάθε φυγή ήταν συσπείρωση στην ομάδα κι άμα δεν είχε γίνει το στραβοπάτημα θα ήμασταν μια χαρά».
Η παρουσία του κόσμου πόσο σημαντική είναι για εσάς; Τι μήνυμα θα ήθελες να στείλεις στον κόσμο του Άρη ενόψει της ερχόμενης σεζόν;
«Αν κάτσω και συγκρίνω παλιότερες εποχές το Παλέ γέμιζε, αλλά τα μεγέθη δεν είναι ίδια. Ο κόσμος έβλεπε «θηρία» του μπάσκετ. Παρ’όλα αυτά, αν θυμάμαι καλά, είμαστε η τρίτη ομάδα σε εισιτήρια, πράγμα που σημαίνει πως ο κόσμος πίστεψε αυτό που έγινε στην ομάδα. Ξεκινήσαμε με 1.800 διαρκείας περίπου. Ο κόσμος του Άρη είναι απαιτητικός, καλώς ή κακώς. Τα μάτια τους, άλλωστε, έχουν δει πολλά όλα αυτά τα χρόνια. Έζησα το γήπεδο γεμάτο με τον ΠΑΟΚ, έζησα το γήπεδο γεμάτο με τον Πανιώνιο. Με τον Πανιώνιο δεν είχα ξαναδεί τέτοιο πράγμα. Πιστεύω πως ο κόσμος, ενώ έκρινε αποτυχημένη την σεζόν, χειροκρότησε την ομάδα, κάτι το οποίο αφήνει παρακαταθήκη για το μέλλον. Αρέσει στον κόσμο να βλέπει παιδιά να ματώνουν την φανέλα και να παίζουν για την ομάδα. Και πιστεύω πως και του χρόνου θα είναι δίπλα μας, δεν πιστεύω πως μετάνιωσαν για την επιλογή τους να είναι δίπλα στην ομάδα φέτος».
Για έναν νέο παίκτη, όπως εσύ, πως είναι να παίζει κάτω από τη φανέλα του Νίκου Γκάλη. Άφησε βαριά κληρονομία…
«Γενικότερα, το να παίζεις στον Άρη είναι κάτι το οποίο δεν περιγράφεται με λόγια. Είναι τεράστια ομάδα, ο «αυτοκράτορας» του ελληνικού μπάσκετ. Για τον Γκάλη δεν μπορώ να μιλήσω εγώ, τι να πω; Τα έχουν πει όλα άλλοι. Είναι τιμή να παίζεις κάτω από τη φανέλα του Γκάλη, αλλά και τα λάβαρα, γιατί πέραν της φανέλας υπάρχουν και όλα τα τρόπαια που έχει κατακτήσει η ομάδα. Μην ξεχνάμε και την γιορτή που είχε γίνει προς τιμήν του, που σειόταν όλο το γήπεδο. Είναι τιμή για τον οποιονδήποτε να παίζει στον Άρη, αλλά και για όλους εμάς».
Πάμε και στην προηγούμενη ομάδα σου, τον Φιλαθλητικό. Παρακολουθείς τις εξελίξεις;
«Παρακολουθώ τις εξελίξεις, προφανώς και έχω κρατήσει επαφή. Η διοίκηση πληγώθηκε για το φετινό αποτέλεσμα (υποβιβασμός στην Β’Εθνική), αλλά του χρόνου θα «σφίξουν τα δόντια» όλοι και θα πάνε για την υπέρβαση, γιατί ο Φιλαθλητικός έχει μάθει να ανταγωνίζεται και να είναι κάθε χρονιά ανταγωνιστικός και πρωταγωνιστικός, οπότε είμαι σίγουρος πως τη νέα σεζόν και ο Ζήβας και ο Σμυρλής θα φτιάξουν ένα οικοδόμημα τέτοιο που θα «χτυπήσει» όσο το δυνατόν ψηλότερη θέση μπορεί».
Την τελευταία σου σεζόν στον Φιλαθλητικό η ομάδα έκανε πρωταθλητισμό, χάνοντας στις λεπτομέρειες την άνοδο. Την επόμενη σεζόν, όμως, παίκτες όπως εσύ, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ο Χρήστος Σαλούστρος, ο Μπάμπης Σαμοθράκης και ο Θανάσης Αντετοκούνμπο αποχώρησαν από την ομάδα. Αυτό έπαιξε τον ρόλο του για τον υποβιβασμό της ομάδας;
«Σίγουρα επηρεάζει, γιατί η ομάδα είχε συνηθίσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια να παίζει με έναν συγκεκριμένο κορμό που την έκανε να πρωταγωνιστεί με 2-3 προσθήκες σημαντικές κάθε χρόνο. Δυστυχώς αυτή η παρέα, γιατί εκτός από κορμός ήταν και παρέα, έφτασε η ώρα να σταματήσει. Όπως είπες κι εσύ ο Γιάννης (Αντετοκούνμπο) πήγε ΝΒΑ, εγώ πήγα στον Άρη, ο Χρήστος (Σαλούστρος) πήγε στον Πανιώνιο, ο Μπάμπης (Σαμοθράκης) είχε μεγαλώσει και ήρθε για συγκεκριμένους λόγους, πήρε μια εξαιρετική πρόταση από το Ψυχικό, την οποία δεν μπορούσε να αφήσει.
Γενικότερα, το οικοδόμημα των τεσσάρων χρόνων είχε έρθει η ώρα του να «σπάσει». Θέλω να πω σε αυτό το σημείο πως ήμασταν μια μαγιά παικτών η οποία, όχι τόσο παικτικά, πέραν του Γιάννη, ο οποίος είχε τα μεγάλα προσόντα, αλλά το μεγάλο «μπαμ» το έκανε στην Α2, γιατί πιο πριν ήταν πάρα πολύ μικρός και δεν βοηθούσε τόσο. Στην Β’Εθνική και στην Γ’Εθνική υπάρχουν κι άλλα παιδιά που δεν έμειναν στην ιστορία, έμεινε μόνο η ομάδα της Α2, υπήρχαν παιδιά που αποχωρούσαν καθώς ανέβαινε η ομάδα είτε για προσωπικούς λόγους, είτε και για χρηματικούς λόγους -να πάρουν μεγαλύτερα συμβόλαια-, είτε λόγω ταξιδιών, δεν ήθελαν να τρέχουν από εδώ κι από εκεί.
Το θέμα με την συγκεκριμένη ομάδα είναι πως τόσα χρόνια ήμασταν παρέα. Δηλαδή, πηγαίναμε στο γήπεδο με χαμόγελο και φεύγαμε με χαμόγελο. Αυτό, για όσους έχουν παίξει μπάσκετ, είναι το πιο σημαντικό απ’όλα. Το να μην είσαι τόσο καλός ατομικά, αλλά να είσαι ομάδα, κρύβει πάρα πολλές αδυναμίες και μπορεί να συσπειρώσει, ενώ κακοί παίκτες μπορούν, μέσα από την ομάδα, να γίνουν καλύτεροι και να ανέβει όλη η ομάδα και κάθε χρόνο να διεκδικείς, με αξιώσεις, την πρώτη θέση, όπως έκανε ο Φιλαθλητικός. Μπορεί, λόγω Φιλαθλητικού, εγώ να μην είχα φτάσει εδώ, μπορεί ο Χρήστος, λόγω Φιλαθλητικού, να μην ήταν στον Πανιώνιο. Επίσης, και ο Γιάννης, αλλά και ο Θανάσης είχαν ευκαιρία στον Φιλαθλητικό να πρωταγωνιστήσουν, γιατί ξέρω από πρώτο χέρι πως πιο παλιά τους έδιωχναν από ομάδες, λέγοντας μάλιστα στον Θανάση πως δεν μπορεί να παίξει μπάσκετ και τώρα το παιδί παίζει και έχει πολλές πιθανότητες να βρίσκεται και αυτός στο ΝΒΑ.
Θέλω να πω, πως ο Φιλαθλητικός έδωσε ευκαιρία σε νέα παιδιά, σε παιδιά που δεν έπαιζαν στις ομάδες τους, να πρωταγωνιστήσουν και δεν το μετάνιωσε. Αυτό είναι ένα credit το οποίο αξίζει να δοθεί και στον Σμυρλή και στον Ζήβα, γιατί παλέψανε με μονάδες, που ακούγανε από παντού πως δεν είναι για πολλά και καταφέρανε να βγάλουν τέσσερις παίκτες, οι οποίοι στελεχώνουν ομάδες Α1, στελεχώνει ομάδα ΝΒΑ και όλο το Μιλγουόκι μιλάει για τον Γιάννη και ο Θανάσης έχει πολλές πιθανότητες να παίξει στο ΝΒΑ. Οπότε, ένα μεγάλο credit σε αυτούς τους δύο, που έφτιαξαν το οικοδόμημα. Αυτοί οι δύο τα κατάφεραν πιο πολύ απ’όλους».
Με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο είστε φίλοι. Περίμενες πως θα έκανε το «μπαμ» στο ΝΒΑ; Περιμένεις πως μπορεί να κάνει καριέρα στην Αμερική;
«Για τον Γιάννη λέγαμε ότι όταν πας στο ΝΒΑ από ομάδα Α2 -ενώ βλέπεις πως δεν υπάρχει τέτοιος αθλητής στην Ελλάδα, κάπως έτσι θα κατέληγε- σημαίνει πολλά από μόνο του. Παρ’όλα αυτά, λες «Πώς έφτασε ως εκεί;» και δεν το πιστεύεις. Όταν, όμως, περνάνε οι μέρες και βλέπεις πως κάθε μέρα παίρνει από ένα πόντο, η παλάμη του είναι όσο δύο δικές μου και όσο περνάει ο χρόνος είναι κάθε μέρα στο γήπεδο και δουλεύει σαν το σκυλί, λες πως δεν μπορεί να πάει κάπου αλλού.
Και να θέλω να πω πως έπεσα από τα σύννεφα που επιλέχθηκε τόσο ψηλά στο ντραφτ, δεν έπεσα από τα σύννεφα, γιατί τα προσόντα του, η εργατικότητα, το μυαλό και όλο το πακέτο του δεν το έχω ξαναδεί και έχω δει πάρα πολλά παιδιά, έχω παίξει με πάρα πολλά παιδιά. Δεν το είχα ξαναδεί ποτέ μου. Ακόμα και στην Β’Εθνική λέγαμε πως ο Γιάννης θα πρωταγωνιστήσει, αν όχι πέρυσι, φέτος ή του χρόνου σίγουρα. Δεν γινόταν να μην πάει κάπου αυτό το παιδί. Το πακέτο ήταν εκπληκτικό. Επειδή τον ζούσα κάθε μέρα, δεν ξαναβρίσκεις τέτοιο πακέτο. Βλέπεις πως και στο ΝΒΑ ολόκληρη ομάδα δηλώνει πως θα είναι ο κύριος εκφραστής της στην επίθεση, άρα κάτι βλέπουν κι αυτοί.
Δεν έπεσα από τα σύννεφα. Περίμενα πως θα γινόταν κάτι τέτοιο, απλά το timing ήταν πιο νωρίς απ’όσο το περίμενα εγώ. Αλλά, όλοι όσοι ήρθαν από το ΝΒΑ για τον Γιάννη πίστευαν στον Γιάννη και βλέπεις ότι όχι μόνο πάει καλά, αλλά και ολόκληρη ομάδα θα είναι γύρω από αυτόν».
Στα βήματα του Γιάννη φιλοδοξεί να βαδίσει και ο αδερφός του, Θανάσης Αντετοκούνμπο. Ένα σχόλιο γι’αυτό.
«Ο Θανάσης είναι θαύμα της φύσης, όσον αφορά το θέμα έκρηξης. Είδα τις μετρήσεις του ΝΒΑ και ήταν εξωπραγματικές. Σίγουρα θα παίξει κι αυτός στο ΝΒΑ. Είναι εξωγήινα τα προσόντα του. Βλέπαμε φάσεις στην προπόνηση που δεν υπήρχαν! Βλέπω καρφώματα στην Α1 και λέω «Είχα τους Αντετοκούνμπο, τι να δω τώρα;». Θα παίξει, γιατί κι αυτός το θέλει πολύ και στο NBDL έκανε πολύ καλή σεζόν. Μακάρι να παίξει, γιατί το αξίζει».
Οι προσωπικοί σου στόχοι για το μέλλον ποιοι είναι; Θέτεις μακροχρόνιους στόχους;
«Ποτέ δεν οριοθετούσα στόχους. Το μόνο που θέλω είναι να γίνομαι καλύτερος και ξέρω πως ο μόνος τρόπος για να το πετύχω είναι να έχω χαμηλά το κεφάλι, δουλειά μέσα στο γήπεδο και να σέβεσαι και να αγαπάς αυτό που κάνεις και ό,τι είναι να έρθει, θα έρθει. Κι αν δεν έρθει, να ξέρεις πως προσπάθησες 100% και όχι λόγω δικής σου αμέλειας και μη εργατικότητας. Το παν για μένα αυτό είναι και αν έρθει κάτι στο μέλλον, καλώς να έρθει, να ξέρεις, πάντως, ο λόγος που ήρθε ή δεν ήρθε είναι γιατί έδωσες ή δεν έδωσες το 100% των δυνατοτήτων σου».
Η Εθνική είναι μέσα στους στόχους σου;
«Δεν υπάρχει αθλητής που να μην μιλάει για Εθνική ομάδα, αλλά αυτή τη στιγμή, είναι πάρα πολύ νωρίς. Δεν έχω αγωνιστεί ποτέ σε Εθνική ομάδα. Μακάρι κάποια στιγμή να φτάσω να αγωνιστώ στην Εθνική ομάδα, αλλά τώρα δεν μπορώ να μιλάω καν για Εθνική ομάδα. Δεν μπορώ να βάλω τον εαυτό μου σε σύγκριση με άλλους παίκτες που παίζουν στην Εθνική ομάδα. Είναι όνειρο για κάθε αθλητή να παίξει. Και μια κλήση μόνο θα ήταν ό,τι καλύτερο. Ως τότε, όμως, δουλειά και… παρακαλάμε (γελάει)».