Αθλητής του Άρη και ήρωας του πολέμου ο Έλληνας σημαιοφόρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1948!
Διαβάστε το πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα του SLpress:
Αξημέρωτα της Δευτέρας της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο τρομακτικός ήχος των σειρήνων, οι κωδωνοκρουσίες των εκκλησιών και το ραδιόφωνο, μετέφεραν την είδηση του πολέμου. Μέσα σε λίγες ώρες η χώρα βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση και σε όλα τα λιμάνια, σταθμούς λεωφορείων και τραίνων, επικρατούσε συνωστισμός. Οι επιστρατευμένοι Έλληνες, με σφιγμένα αλλά χαμογελαστά χείλη, πήγαιναν να διώξουν τους εισβολείς.
Στη Θεσσαλονίκη, ο Γεώργιος Καλαμποκίδης, ως απόφοιτος Ανωτάτης Σχολής, επιστρατεύεται και του απονέμεται ο βαθμός του Αρχικελευστή. Επειδή όμως ήταν λαμπρός ιστιοπλόος στον Άρη Θεσσαλονίκης και ήξερε από ναυτική τέχνη, του δόθηκε η ειδικότητα του Αρμενιστή. Εκπαιδεύτηκε στην ναρκαλιεία, μια εξειδίκευση που θα αξιοποιήσει αργότερα, λόγω ανάγκης εκτέλεσης επιχειρήσεων ναρκοπολέμου.
Λόγω της προέλασης του στρατού μας στο Αλβανικό μέτωπο, δημιουργήθηκε μια προκεχωρημένη βάση στους Άγιους Σαράντα, όπου σχηματίστηκε και η Ναυτική Διοίκησης Βορείου Ηπείρου (ΝΔΒΗ) στην οποία μετατέθηκε ο Καλαμποκίδης. Η Ναυτική Διοίκηση, εκτός της λειτουργίας του λιμένα, ήταν επιφορτισμένη και με την άμυνα της περιοχής και με τον έλεγχο των βόρειων προσβάσεων του στενού Ηπείρου-Κερκύρας. Διέθετε το Ναρκαλιευτικό Στρυμών, το ναρκαλιευτικό Ταξιάρχης, την ανεμότρατα Αγία Παρασκευή, το ατμήλατο ρυμουλκό Άγιος Σπυρίδων και ένα μικρό βοηθητικό για την κίνηση Λιμένος.
Όμως, για την ασφαλή λειτουργία των θαλασσίων γραμμών επικοινωνιών, ήταν απαραίτητη η επίταξη και η πρόχειρη μετατροπή σε ναρκαλιευτικά, επιπλέον αλιευτικών, από αυτά που είχαν συρόμενα εργαλεία. Στο έργο αυτό πρωτεργάτης ήταν ο Αρχικελευστής Καλαμποκίδης που με την εποπτεία του μετασκευάστηκαν μια ανεμότρατα και πέντε μηχανότρατες. Έκτοτε, κάθε βράδυ γινόταν γριπίσεις στην περιοχή, ώστε να εξασφαλιστεί η ασφαλής χρήση των λιμανιών και η ναυσιπλοΐα από τη Κέρκυρα μέχρι τη Χειμάρα.
Την 1/3/1941 που διατάχθηκε η χρησιμοποίηση του όρμου Πανόρμου στη Χειμάρρα, για ανεφοδιασμό των υποβρυχίων που επιχειρούσαν στην Αδριατική, εστάλησαν δύο μικρά ναρκαλιευτικά. Στο ένα το “Ταξιάρχης”, επέβη ως κυβερνήτης ο Έφεδρος Σημαιοφόρος Σπυρομήλιος και στο άλλο το “Αγγελική” ο Καλαμποκίδης. Ο οπλισμός του πρώτου ήταν ένα φορητό πολυβόλο και του άλλου μόνο το περίστροφο του Καλαμποκίδη.
Λίγο μετά την έναρξη της γρίππισης, εντόπισαν ένα ιταλικό πλοίο επιφανείας, ενώ γύρω στα μεσάνυχτα «υποβρύχιον τι ανεδύθη».
Τα πλοία μας ενεπλάκησαν συνεπώς σε ένα αγώνα με εχθρικά πολεμικά, δυσαναλόγως ισχυρότερα. Η ανταλλαγή πυρών διήρκεσε μόνο 10 λεπτά, με τα πληρώματα να επιδεικνύουν αξιοθαύμαστη ανδρεία. Μετά τα πλοία χάθηκαν.
Από τα πυρά αυτά τα ναρκαλιευτικά μας ουδεμία ζημιά υπέστησαν οι δε κυβερνήτες τους, κατόρθωσαν με τη ναυτική τους ικανότητα, να τα οδηγήσουν στη βάση τους. Για τη δράση αυτή, οι κυβερνήτες τους παρασημοφορήθηκαν, ο μεν Σπυρομήλιος με τον Πολεμικό Σταυρό Α’ Τάξεως, ο δε Καλαμποκίδης με το Πολεμικό Σταυρό Β’ Τάξεως.
Μετά την εκκένωση των Αγίων Σαράντα, 18/4/1941, όλοι μετέβησαν μέσω Ηγουμενίτσας και Πρέβεζας στη Πάτρα. Στις 24 Απριλίου όλο το προσωπικό έλαβε άδεια. Όμως, οι Έφεδροι Σημαιοφόροι Σπυρομήλιος και Καλαμποκίδης, πήγαν στην Καλαμάτα και από εκεί διεκπεραιώθηκαν πρώτα στην Κρήτη και μετά στην Μέση Ανατολή. Ο πόλεμος θα συνεχιζόταν γι’ αυτούς…