Η Μπάγερν Μονάχου και το γερμανικό ποδόσφαιρο θρηνούν την απώλεια του Ντίτμαρ Κράμερ, του προπονητή που οδήγησε τους Βαυαρούς στην κατάκτηση των Κυπέλλων Πρωταθλητριών 1975 και 1976, αλλά και πρώην τεχνικού του Άρη.
Όπως ανακοίνωσαν οι Βαυαροί, ο Κράμερ πέθανε την Πέμπτη σε ηλικία 90 ετών στο σπίτι του στο Ράιτ ιμ Βινκλ.
Ο Κράμερ είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα προπονητών που κάθισαν στον πάγκο του Άρη. Διετέλεσε τεχνικός την περίοδο 1981-82, έχοντας μια από τις καλύτερες ομάδες του Άρη όλων των εποχών.
Ο απελθών, είχε γεννηθεί στις 4/4/1925 στο Ντόρτμουντ και ήταν γνωστός ως «Καθηγητής του Ποδοσφαίρου» αλλά και ως «Ναπολέων», λόγω του μικρού του ύψους (1.61 μ.).
Ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα από μικρές γερμανικές ομάδες και στη συνέχεια συνεργάστηκε με τη γερμανική ομοσπονδία στη δεκαετία του 1960. Το 1966 μαζί με τον Ούντο Λάτεκ ήταν οι βοηθοί του Χέλμουτ Σεν στο Μουντιάλ της Αγγλίας, όπου οι Γερμανοί τερμάτισαν δεύτεροι.
Το 1964 ξεκίνησε συνερηγασία με την ομοσπονδία της Ιαπωνίας και θεωρείται ο «πατέρας» του ποδοσφαίρου στη «Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου», βελτιώνοντας την Εθνική ομάδα αλλά και καθιερώνοντας την ιαπωνική λίγκα.
Σημαντικότερο επίτευγμά του όμως σίγουρα είναι η επιτυχία στη Μπάγερν των Μπεκενμπάουερ, Μάιερ, Μίλερ και Χένες, όπου κατέκτησε δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών και ένα Διηπειρωτικό (1976).
Εργάστηκε επίσης στις Εθνικές Αιγύπτου, ΗΠΑ, Μαλαισίας, Ταϊλάνδης και στις Ελπίδες της Κορέας, αλλά και σε Άιντραχτ Φρανκφούρτης, Αλ Ιτιχάντ, Λεβερκούζεν και τον Άρη, τον οποίο καθοδήγησε τη σεζόν 1981-82 (στη φωτό με τον Τζιφόπουλο σε ματς με τον Ολυμπιακό το 1982).
Το 2011, έγινε ο πρώτος προπονητής που τιμήθηκε από τη γερμανική ομοσπονδία με ειδικό βραβείο για την προσφορά του στο ποδόσφαιρο.
«Για πολλούς ήταν κάτι παραπάνω από ένας προπονητής. Για μένα ήταν πατρική φιγούρα, προώθησε πολύ την καριέρα μου στα πρώτα μου χρόνια. Το ότι έκανα ποδοσφαιρική καριέρα το χρωστάω σε μεγάλο βαθμό σε αυτόν. Θρηνούμε για έναν μεγάλο προπονητή και υπέροχο άνθρωπο», δήλωσε σχετικά ο πρόεδρος της Μπάγερν Καρλ – Χάιντς Ρουμενίγκε.