Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 79 ετών ο μεγάλος Έλληνας μουσικός και συνθέτης, Βαγγέλης Παπαθανασίου, αργά το βράδυ της Τρίτης 17 Μαΐου.
Βραβεύθηκε με Όσκαρ για την μουσική της ταινίας «Οι δρόμοι της φωτιάς το 1982». Επίσης έχει επενδύσει μουσικά πλήθος άλλων κινηματογραφικών ταινιών όπως: Blade Runner, 1492: Χριστόφορος Κολόμβος, Αλέξανδρος, Ελ Γκρέκο κ.ά.
Η συνέντευξή του στο περιοδικό «Κ» το 2019
Ο καλλιτέχνης, που κέρδισε το Όσκαρ το 1982 για τη μουσική του στους «Δρόμους της Φωτιάς», έχει δημιουργήσει έργα με κεντρικό θέμα άλλοτε το Διάστημα και άλλοτε τη Γη. Θα έλεγε κανείς ότι ο νυχτερινός ουρανός με τα αστέρια –σε μια θαυμάσια φωτογραφία στο εξώφυλλο του CD– συμβολίζει τη νοητική σύντηξη Διαστήματος και Γης και γι’ αυτό –ως συμβολικό πλαίσιο– συνδυάζει δύο κύριες πλευρές της δημιουργικής έκφρασης του συνθέτη.
«Θεωρώ ότι όλα έχουν ειπωθεί και γραφτεί για τη νύχτα, από την αρχή της ύπαρξης του ανθρώπου, θετικά και αρνητικά», αρχίζει τη συζήτηση ο κ. Παπαθανασίου. «Μυστήρια, παραμύθια, κάθε είδους φόβοι, ερωτισμός, φαντασιώσεις. Και όλα αυτά, γιατί η νύχτα ενισχύει κατά πολύ στον άνθρωπο το συναίσθημα». Το «Nocturne» διαπνέεται από την έννοια της μοναχικότητας, όχι όμως με το βάρος της μελαγχολίας, αλλά με την ισορροπία του στοχασμού και της αταραξίας. «Η μοναχικότητα, η μελαγχολία, ο στοχασμός σε όλα αυτά τα στοιχεία η νύχτα τούς δίνει τον χώρο να αναπτυχθούν και να λειτουργήσουν», λέει.
Τον ρωτώ γιατί, ενώ είναι ταυτισμένος με την πρωτοπορία στο πεδίο της αξιοποίησης της νέας τεχνολογίας, επέλεξε το έργο αυτό να είναι ουσιαστικά μια ωδή στο πιάνο, ένα παλαιό όργανο. «Αρέσει σε εμάς τους ανθρώπους να μιλάμε για πρωτοπορία, αλλά προσωπικά δίνω σημασία περισσότερο στη συνέπεια», λέει. «Όσον αφορά το πιάνο στο οποίο αναφέρεστε, όπως και τα άλλα μουσικά όργανα, στην ουσία δεν έχει ηλικία. Κάθε όργανο έχει τη δική του προσωπικότητα και οι συνδυασμοί τους δημιουργούν χαρακτήρες και χρώματα. Ως προς την πρωτοπορία, δεν βρίσκεται στα όργανα, αλλά στον άνθρωπο. Παράδειγμα: θα μπορούσατε να γράψετε με το δάχτυλό σας στην άμμο μια φράση ή μια μαθηματική εξίσωση και την ίδια φράση ή εξίσωση να τη γράψετε στον πιο σύγχρονο υπολογιστή. Το νόημα θα είναι ακριβώς το ίδιο».
Σε μια συνέντευξη που έδωσε το 1984 στο περιοδικό Guitar and Claviers είχε πει ότι εργάζεται με το συνθεσάιζερ όπως θα εργαζόταν με μια συμφωνική ορχήστρα. Πρόσθεσε ωστόσο ότι δεν θα μπορούσε ένα συνθεσάιζερ να υποκαταστήσει μια συμφωνική ορχήστρα, γιατί «λείπει ο ανθρώπινος παράγοντας, ο οποίος δεν μπορεί να κωδικοποιηθεί, να προγραμματιστεί». Τριάντα πέντε χρόνια μετά, μπαίνω στον πειρασμό να τον ρωτήσω αν πιστεύει ότι με τη σημερινή πρόοδο της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί οι μικροεπεξεργαστές σε ένα συνθεσάιζερ να αρχίσουν να «εξανθρωπίζονται». Θα ήθελε να είχε μπροστά του και να εργάζεται με ένα “νοήμον συνθεσάιζερ” που θα προσέγγιζε ακόμα περισσότερο μια συμφωνική ορχήστρα;
Όλα είναι δόνηση
«Κατ’ αρχάς, είναι προφανές ότι ο άνθρωπος χρησιμοποιεί κάθε διαφορετική πηγή ήχου για να πετύχει ένα άλφα, βήτα ή γάμμα αποτέλεσμα», εξηγεί. «Αυτή ήταν η προσέγγιση, αιώνες πριν, των συμφωνικών συνόλων, μικρών ή μεγάλων. Πάντα θεωρούσα ότι η συμφωνική ορχήστρα ήταν και η αρχή του πρώτου συνθεσάιζερ. Το να νομίζουμε ότι ο ήχος που παράγεται από τα “παραδοσιακά” μουσικά όργανα, που και αυτά δεν είναι τίποτε άλλο από μηχανές, είναι ο σωστός τρόπος, αυτό είναι λάθος. Αυτό που έχει σημασία είναι το πώς τα χρησιμοποιεί ο άνθρωπος και κατά βάθος πώς τα χρησιμοποιεί η μουσική. Άλλωστε, όλα είναι δόνηση και η δόνηση υπάρχει παντού. Ως προς την τεχνητή νοημοσύνη που αναφέρετε και η οποία τελευταία έχει πάρει διαστάσεις μόδας, δεν βλέπω τον λόγο να χρησιμοποιώ ένα μηχάνημα με τεχνητή νοημοσύνη, τη στιγμή που μπορώ να συνεργάζομαι μ’ έναν άνθρωπο».
Η αλήθεια είναι ότι δεν περίμενα αυτή την απάντηση, διότι κατά βάθος θα ήθελα ο συνθέτης που σφράγισε με τη μουσική του το «Blade Runner» –την ταινία που κατά τη γνώμη πολλών σε όλο τον κόσμο αποτελεί την αισθητική, κινηματογραφική, αλλά και φιλοσοφική αποθέωση της τεχνητής νοημοσύνης– να είναι έτοιμος να υποδεχθεί το νέο στάδιο της εξέλιξης του ανθρώπου, που θα προέλθει από το άνοιγμα των ασκών της νοημοσύνης. Προφανώς, όμως, η σκέψη του παραμένει σταθερά «ανθρωποκεντρική».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι απόψεις του για την Ελλάδα, τόσο τη σημερινή Ελλάδα όσο και την Ελλάδα ως διαχρονική έννοια δημιουργίας, πολιτισμού και πνευματικής ολοκλήρωσης. Σε μια συνέντευξή του στα «Πρόσωπα» και στη Μανουέλα Παυλίδου, το 1985, είχε πει ότι «οι χώρες που εισάγουν δεν διευκολύνουν τη δημιουργία, γιατί έχουν συνηθίσει να εισάγουν και όχι να εξάγουν πράγματα». Θεωρώ ότι αυτή είναι μια εξαιρετική παρατήρηση για την Ελλάδα, που ισχύει και σήμερα, παρά την όποια πρόοδο. Πιστεύει ότι η δημιουργία είναι ζήτημα νοοτροπίας – αν είμαστε και σκεφτόμαστε με εξωστρέφεια ή όχι; Το ερώτημα αυτό πυροδοτεί μια συζήτηση με επιχειρήματα που σε πολλούς θα φανούν ενδιαφέροντα όσο και απροσδόκητα, και είναι χρήσιμα για να εξηγήσουν όχι μόνο το έλλειμμα δημιουργίας στην Ελλάδα, αλλά και διεθνή φαινόμενα, όπως η οικονομική κρίση, το Brexit ή τα «κίτρινα γιλέκα».
«Ο κρίκος ή το κέντρο, αν θέλετε, που δημιουργεί αυτή τη συμπεριφορά είναι η ελευθερία», λέει και τονίζει τη λέξη «ελευθερία». «Αυτό που σας λέω μπορεί να σας φαίνεται παράξενο και όχι αληθινό, αλλά σκεφτείτε και πείτε μου. Πότε εδώ και περίπου 2.000 χρόνια η χώρα μας μπορούσε να πάρει μόνη της αποφάσεις για κάθε είδους ουσιαστικά θέματα, χωρίς να ρωτήσει και να πάρει την άδεια από κάποιον άλλον; Άρα λοιπόν, οι Έλληνες, ως κατακτημένοι, έπρεπε να πάρουν την άδεια από τον κατακτητή για να πράξουν το οτιδήποτε, έως ότου επιβληθεί η νέα τάξη πραγμάτων, που ήταν και η μεγαλύτερη καταστροφή στην ανθρωπότητα».